13.1.05

Au revoir, monsieur

Είσαι στο Βέλγιο, στη Λιέγη, μια όμορφη πόλη την οποία δεν έχεις όμως λόγο να χαρείς γιατί δε μπορείς να τη μοιραστείς με το άτομο που θες.

Είσαι επίτηδες ντυμένος ανάλογα, ώστε η ψυχολογία σου να κατοπτρίζεται στα ρούχα σου. Θέλεις να μιζεριάσεις, δε θέλεις να είσαι ανοιχτός σε νέες ευκαιρίες. Είναι κι αυτό ένα είδος θεραπείας, μια κάθαρση.

Μπαίνεις στα καταστήματα γιατί κάτι πρέπει να κάνεις, κάτι να δεις να ξεχαστείς. Τσιμπάς κάτι από ένα ράφι. Σ' αρέσει γιατί είναι μοναδικό, δεν υπάρχει κάτι άλλο σαν κι αυτό, σου άρεσει κάθε τι μοναδικό άλλωστε, και το πας στο ταμείο.

Δίπλα στο ταμείο, δυο κορίτσια νεαρά που χαζεύανε και χαζογελούσαν σε προσέχουν. Κοιτάς τη μεγαλύτερη από τις δύο μέσα στα huskey blue μάτια της και σε κοιτάει κι αυτή. Έχετε για δύο δευτερόλεπτα αυτή την ωραία στιγμή μεταξύ σας. Δεν υπάρχει κατάστημα, ρούχα, πωλήτριες, πελάτες.

Μιλάει λίγο ακόμα με τη φίλη της για τα ρούχα της και φεύγοντας σου κάνει:

- Au revoir, monsieur.

Μια άγνωστη μέσα στο πλήθος.

1 σχόλιο:

arkoudos είπε...

Στο επανειδείν, κύριε.

Καλό μου ακούγεται, έστω και έτσι.