30.6.05
Σσσσσστ!
Έχετε παρατηρήσει ποτέ πόσα είναι αυτά που μαθαίνουμε υπό τον όρο "Θα σου πω, αλλά μην πεις ότι το ξέρεις";
29.6.05
Εγώ, το αστέρι του διεθνούς πενταδράμου
From: Your Man
To: ονόματα δε λέμε, οικογένειες δε θίγουμε ;-)
Cc:
Date: 29 June 2005, 16:12
Subject: Τα νέα μου...
Εντάξει, εντάξει, ότι και να πεις έχεις δίκιο.
Αχ, η αλήθεια είναι πως χάθηκα τώρα τελευταία και να με συμπαθάς, αλλά υπάρχει σοβαρότατος λόγος: Αποφάσισα να αφήσω το consultingιλίκι και το συγγραφιλίκι και να ξεκινήσω το τραγούδι, γιατί διαπίστωσα πως έχω κλίση. Εγώ είμαι το νέο αστέρι του διεθνούς πενταγράμμου.
Ένα μόνο θα σου πω. Χτες, ανέβηκα στη σκηνή σε ένα Karaoke και έκανα τον Ken από το Barbie Girl. Η πολυπλοκότητα των στίχων του Ken βέβαια με μπέρδεψε λίγο γιατί πιστεύω πως υπάρχει κάποιο κρυμμένο νόημα πίσω από την συνεχή επανάληψη του ρεφρεν Come on Barbie, Let's go party, αλλά επειδή εγώ είμαι απλά ένας φτωχός ερμηνευτής, δεν ασχολήθηκα ιδιαίτερα.
Η αλήθεια είναι πως εγώ πίστευα πως δεν ήμουν τελείως σε φόρμα και μάλιστα δίεκρινα μια ιδιάζουσα χροιά στη φωνή μου, αλλά δε νομίζω πως κανείς άλλος το κατάλαβε. Έμεινα βέβαια πολύ ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα γιατί η φωνή μου ακούγεται πολύ διαφορετική στους άλλους απ' ότι σε μένα. Εγώ πίστευα πως η φωνή μου έκανε μόνο για να ντουμπλάρει τον Ταμπάκη όταν αυτός έχει πιεί ήλιο, αλλά αυτό που είδα ήταν τελείως διαφορετικό.
Το κοινό μου είχε αποσβολωθεί τελείως. Με το που τελείωσα είχαν παραλύσει τελείως και δεν μπορούσαν να χειροκροτήσουν. Εικάζομαι λόγω του ρίγους που νιώσανε. Χάρηκα πολύ όταν είδα κάποιους να σταυροκοπιούνται γιατί προφανώς θεώρησαν πως η φωνή μου είναι θεϊκή και μόλις βίωσαν ένα θαύμα με τα ίδια τους τα αυτιά. Μήπως να ζητήσω και ποσοστά από το Χριστούδουλο; Ή μήπως να τον κάνω manager μου;
Όχι τίποτα άλλο, αλλά μπορεί να σκέφτεται μια αλλαγή στην καριέρα του ο άνθρωπος γιατί ως αρχιεπίσκοπος νομίζω τα έφαγε τα ψωμιά του. Και όχι μόνο τα ψωμιά, γενικά έφαγε και περιδρόμιασε πολύ καλά, αν κρίνω από το ότι παρόλο που φοράει μαύρα για να κόβουν, δεν μάλλον δείχνει να έχει φάει φέτες, παρά να είναι φέτες.
Εμένα δε μου το βγάζεις από το μυαλό πως στην πραγματικότητα αυτός είναι ο Άγιος Βασίλης. Είναι σαν τον Superman που παίζει το ρόλο του Clark Kent. Έτσι και ο Χριστούδουλος. Και να μου το θυμηθείς, στο γκαράζ στο εξοχικό του έχει παρκαρισμένους τους κερατάδες τους ταράνδους του.
Βέβαια, τώρα δεν ξέρω αν έχει ιδιαίτερες γνώσεις ο Χριστόδουλος από μανατζεριλίκι, αλλά του πούστη! Όχι, δεν εννοώ του παπά του πούστη, γενικά μιλούσα. Άλλωστε και ο άλλος ο μάνατζερ, εκείνος ο πούστης ο Ηλίας που έκανε το λίφτινγκ, καλύτερος είναι; Ε εντάξει, μπορεί να τον έπαιρνε και να τον έδινε στο Σάκη (στον οποίο δε θα πάψω να μιλάω όταν γίνω φίρμα, γιατί στην τελική εγώ θα έχω πολύ πιο ώριμο κοινό από το δικό του), αλλά ας μη τα παραλέμε κιόλας.
Χμ, θα πάρω το Χριστόδουλο τηλέφωνω να δω αν θέλει να με αναλάβει και τι ποσοστά ζητάει. Αλήθεια, από το Θεό τι ποσοστό έπαιρνε ως τώρα; Χμ, θα του προτείνω αν είναι να ασχοληθεί και με την καλλιτεχνική πλευρά να αλλάξει ψευδώνυμο από Χριστόδουλος σε ChristoSlave; Χμ, καλά θα το δούμε.
Πάντως, όταν ανεβαίνω στη σκηνή το νιώθω πως το διεθνές πεντάγραμμο περιμένει να το κατακτήσω. Άλλωστε ηδη κατέκτησα το ανοικτό πενταδάκτυλο εκεί που τραγούδησα. Και οι κάτοικοι της περιοχής γύρω από κάθε μαγαζί που τραγούδησα έχουν ενθουσιαστεί τόσο πολύ που εκτύπωσαν γιγάντια πόστερ με τη φωτογραφία μου και τη λέξη WANTED από κάτω (αχ, πόσο πολύ με ΘΕΛΟΥΝ). Ένας μάλιστα συμπλήρωσε από κάτω με κόκκινο μαρκαδόρο "dead or alive" για να δείξει την αφοσίωσή του στην τέχνη μου. Έχω ακούσει βέβαια για το πόσο οι καλλιτέχνες εκτιμούνται μετά θάνατον αλλά με τέτοια αποδοχή από τον κόσμο δε μπορώ παρά να εντείνω τις προσπάθειές μου στο τραγούδι.
Πάω να κάνω practice κάνα κομματάκι, γιατί το κοινό μου είναι απαιτητικό...
Σματς!
To: ονόματα δε λέμε, οικογένειες δε θίγουμε ;-)
Cc:
Date: 29 June 2005, 16:12
Subject: Τα νέα μου...
Εντάξει, εντάξει, ότι και να πεις έχεις δίκιο.
Αχ, η αλήθεια είναι πως χάθηκα τώρα τελευταία και να με συμπαθάς, αλλά υπάρχει σοβαρότατος λόγος: Αποφάσισα να αφήσω το consultingιλίκι και το συγγραφιλίκι και να ξεκινήσω το τραγούδι, γιατί διαπίστωσα πως έχω κλίση. Εγώ είμαι το νέο αστέρι του διεθνούς πενταγράμμου.
Ένα μόνο θα σου πω. Χτες, ανέβηκα στη σκηνή σε ένα Karaoke και έκανα τον Ken από το Barbie Girl. Η πολυπλοκότητα των στίχων του Ken βέβαια με μπέρδεψε λίγο γιατί πιστεύω πως υπάρχει κάποιο κρυμμένο νόημα πίσω από την συνεχή επανάληψη του ρεφρεν Come on Barbie, Let's go party, αλλά επειδή εγώ είμαι απλά ένας φτωχός ερμηνευτής, δεν ασχολήθηκα ιδιαίτερα.
Η αλήθεια είναι πως εγώ πίστευα πως δεν ήμουν τελείως σε φόρμα και μάλιστα δίεκρινα μια ιδιάζουσα χροιά στη φωνή μου, αλλά δε νομίζω πως κανείς άλλος το κατάλαβε. Έμεινα βέβαια πολύ ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα γιατί η φωνή μου ακούγεται πολύ διαφορετική στους άλλους απ' ότι σε μένα. Εγώ πίστευα πως η φωνή μου έκανε μόνο για να ντουμπλάρει τον Ταμπάκη όταν αυτός έχει πιεί ήλιο, αλλά αυτό που είδα ήταν τελείως διαφορετικό.
Το κοινό μου είχε αποσβολωθεί τελείως. Με το που τελείωσα είχαν παραλύσει τελείως και δεν μπορούσαν να χειροκροτήσουν. Εικάζομαι λόγω του ρίγους που νιώσανε. Χάρηκα πολύ όταν είδα κάποιους να σταυροκοπιούνται γιατί προφανώς θεώρησαν πως η φωνή μου είναι θεϊκή και μόλις βίωσαν ένα θαύμα με τα ίδια τους τα αυτιά. Μήπως να ζητήσω και ποσοστά από το Χριστούδουλο; Ή μήπως να τον κάνω manager μου;
Όχι τίποτα άλλο, αλλά μπορεί να σκέφτεται μια αλλαγή στην καριέρα του ο άνθρωπος γιατί ως αρχιεπίσκοπος νομίζω τα έφαγε τα ψωμιά του. Και όχι μόνο τα ψωμιά, γενικά έφαγε και περιδρόμιασε πολύ καλά, αν κρίνω από το ότι παρόλο που φοράει μαύρα για να κόβουν, δεν μάλλον δείχνει να έχει φάει φέτες, παρά να είναι φέτες.
Εμένα δε μου το βγάζεις από το μυαλό πως στην πραγματικότητα αυτός είναι ο Άγιος Βασίλης. Είναι σαν τον Superman που παίζει το ρόλο του Clark Kent. Έτσι και ο Χριστούδουλος. Και να μου το θυμηθείς, στο γκαράζ στο εξοχικό του έχει παρκαρισμένους τους κερατάδες τους ταράνδους του.
Βέβαια, τώρα δεν ξέρω αν έχει ιδιαίτερες γνώσεις ο Χριστόδουλος από μανατζεριλίκι, αλλά του πούστη! Όχι, δεν εννοώ του παπά του πούστη, γενικά μιλούσα. Άλλωστε και ο άλλος ο μάνατζερ, εκείνος ο πούστης ο Ηλίας που έκανε το λίφτινγκ, καλύτερος είναι; Ε εντάξει, μπορεί να τον έπαιρνε και να τον έδινε στο Σάκη (στον οποίο δε θα πάψω να μιλάω όταν γίνω φίρμα, γιατί στην τελική εγώ θα έχω πολύ πιο ώριμο κοινό από το δικό του), αλλά ας μη τα παραλέμε κιόλας.
Χμ, θα πάρω το Χριστόδουλο τηλέφωνω να δω αν θέλει να με αναλάβει και τι ποσοστά ζητάει. Αλήθεια, από το Θεό τι ποσοστό έπαιρνε ως τώρα; Χμ, θα του προτείνω αν είναι να ασχοληθεί και με την καλλιτεχνική πλευρά να αλλάξει ψευδώνυμο από Χριστόδουλος σε ChristoSlave; Χμ, καλά θα το δούμε.
Πάντως, όταν ανεβαίνω στη σκηνή το νιώθω πως το διεθνές πεντάγραμμο περιμένει να το κατακτήσω. Άλλωστε ηδη κατέκτησα το ανοικτό πενταδάκτυλο εκεί που τραγούδησα. Και οι κάτοικοι της περιοχής γύρω από κάθε μαγαζί που τραγούδησα έχουν ενθουσιαστεί τόσο πολύ που εκτύπωσαν γιγάντια πόστερ με τη φωτογραφία μου και τη λέξη WANTED από κάτω (αχ, πόσο πολύ με ΘΕΛΟΥΝ). Ένας μάλιστα συμπλήρωσε από κάτω με κόκκινο μαρκαδόρο "dead or alive" για να δείξει την αφοσίωσή του στην τέχνη μου. Έχω ακούσει βέβαια για το πόσο οι καλλιτέχνες εκτιμούνται μετά θάνατον αλλά με τέτοια αποδοχή από τον κόσμο δε μπορώ παρά να εντείνω τις προσπάθειές μου στο τραγούδι.
Πάω να κάνω practice κάνα κομματάκι, γιατί το κοινό μου είναι απαιτητικό...
Σματς!
27.6.05
Dirty Harry
Στα εφηβικά μου χρόνια ήμουν Πρόσκοπος για 6 χρόνια (και άλλα δύο βαθμοφόρος). Καλή φάση το προσκοπιλίκι. Μεγάλη παρέα, εκδρομές, κατασκηνώσεις, σκετσάκια, κόσμος.
Στην ομάδα μου λοιπόν, είχαμε και το Χάρη. Ο Χάρης, ένα χρόνο μεγαλύτερος από μένα, ήταν λίγο μυστήριος τύπος. Δεν ήταν ιδιαίτερα κοινωνικός και υπήρχαν δύο μόνο πράγματα στον κόσμο που τον ενδιέφεραν σ' εκείνη την ηλικία των περίπου 15 ετών: το ποδηλάτό του και οι νταλίκες.
Ο Χάρης έπαιρνε κάθε μέρα στις τεσσεράμισι το πρωί το ποδήλατό του και από την Καλλιθέα πήγαινε στη λαχαναγορά στου Ρέντη. Τώρα μπορεί η απόσταση να είναι 10 λεπτάκια με το αυτοκίνητο αν δεν έχει κίνηση, αλλά τότε μας φαινόταν πολύ μεγάλη απόσταση. Εγώ προσωπικά δεν είχα ιδέα πού ήταν η λαχαναγορά. Πόσο μάλλον η περιοχή του Ρέντη, αφού δεν υπήρχε τότε το Village Park.
Πού και πού λοιπόν ο Χάρης έκανε κάτι τρελλά ταξίδια μόνος του. Του τη βαρούσε και πήγαινε ας πούμε μέχρι Κόρινθο και γυρνούσε. Και δεν είναι να πεις ότι πήγε για να πιεί καφέ. Απλά πήγε για να πάει, επειδή μπορούσε και σε γενικές γραμμές δεν είχε άλλες ασχολίες. Και φυσικά ο Χάρης είχε κάτι γάμπες σκληρές σαν μάρμαρα και χοντρές σαν ρόπαλα.
Όπως έλεγα λοιπόν, ο Χάρης έβρισκε τρομερά ενδιαφέρουσες τις νταλίκες. Γι αυτό πήγαινε και στο Ρέντη. Τις έβρισκε όλες αραγμένες εκεί, μιλούσε με τους οδηγούς, τις έβλεπε να έρχονται και να φεύγουν.
Φυσικά όλοι οι οδηγοί ήξεραν τότε το Χάρη και πάντα γούσταραν να του λένε τις ιστορίες τους. Ο Χάρης, που είχε μυαλό σαν σφουγγάρι όταν το θέμα είναι οι νταλίκες, άκουγε προσεκτικά και θαύμαζε τους νταλικιέρηδες που είχαν τόσες εμπειρίες από όλη την Ευρώπη. Του λέγανε για γκόμενες, για καυγάδες, για ξενύχτια, για μαλακίες που κάνανε, τα πάντα.
Όπως ήταν φυσικό, ο Χάρης πήρε με τον καιρό και μερικά από τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων με τους οποίους συναναστρεφόταν, αλλά εμείς δεν μπορούσαμε να το διανοηθούμε αυτό όταν του δώσαμε ένα μικρό ρολάκι σε ένα σκετσάκι που κάναμε για την κοπή της Πίτας. Άλλωστε, είχε δεν είχε ένα μήνα στην ομάδα, φαινόταν ήσυχο παιδί (πολύ ήσυχο) και ο Αρχηγός ήθελε να τον εντάξει στην ομάδα.
Η κοπή της Πίτας είναι ίσως το βασικότερο event της χρονιάς. Επίτηδες το καθυστερούσαμε κάθε χρόνο και το κάναμε μέσα στον Μάρτιο, να μη σου πω Απρίλιο, γιατί είναι και μια ευκαιρία για τους βαθμοφόρους να πλασάρουν στους γονείς το ότι τα παιδιά θα πάνε κατασκήνωση τον Ιούλιο, η οποία θα γίνει στο τάδε μέρος, τι ωραία που θα είναι κλπ.
Οπότε, η κοπή της Πίτας είναι στην πραγματικότητα ένα δημοσιοσχεσίτικο event, αφού είναι απαραίτητο να έχουν μια καλή εντύπωση οι γονείς για το πόσο καλά περνάει το παιδί τους στην Ομάδα, το πόσο καλό κάνει στη διάπλαση του χαρακτήρα του, κλπ.
Η ομάδα μας στεγαζόταν από το 1972 στο βοηθητικό χώρο μιας εκκλησίας, με την οποία είχαμε καλές σχέσεις. Αυτοί μας παραχωρούσανε το χώρο κι εμείς τους βοηθούσαμε Μεγάλη Παρασκευή με την περιφορά του επιταφίου. Μια χαρά ανταλλαγή δηλαδή. Πάντα ήμασταν υποχρεωμένοι στον παπά που κρατούσε την εκκλησία και φυσικά τον καλούσαμε σε κάθε κοπή Πίτας, να φέρει τους ανωτέρους του και να δείξει πως η εκκλησία του έχει αναπτύξει καλές σχέσεις με τη νεολαία, βοηθάει στην ηθικοπλαστική των παιδιών κλπ. Τότε απλά έδειχνε καλός μαζί μας. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, μάλλον απλά ήθελε να πάρει γρήγορα προαγωγή.
Την ημέρα της Πίτας λοιπόν όλοι κάναμε πρόβα τα σκετσάκια για να μην ξεχάσουμε τα λόγια μας, να βάλουμε τους νεότερους στο πνεύμα για να μην έχουν άγχος πάνω στη σκηνή και για να διορθώσουμε τα όποια λάθη. Εν τω μεταξύ, εκτός από το χώρο που μας είχε παραχωρήσει η εκκλησία, κάθε χρόνο παίρναμε και το διπλανό χώρο που ήταν για δεξιώσεις και συνεστιάσεις και είχε πραγματική θεατρική σκηνή μέσα, οπότε για να εκμεταλλευτούμε το γεγονός αυτό είχαμε γίνει άσοι στη σκηνοθεσία, ηθοποιία, απαγγελία ποιημάτων κλπ. (Τα ψώνια γίνονται, δε γεννιούνται)
Ο Χάρης, για να επιστρέψω σ' αυτόν, είχε μόνο μία ατάκα σε ένα σκετσάκι. Κι αυτό ίσα-ίσα για να νιώσει μέρος της ομάδας. Υποτίθεται πως οδηγάει στο δρόμο και παραλίγο να τρακάρει με ένα διερχόμενο αυτοκίνητο οπότε ο Χάρης απλά πρέπει να φωνάξει:
- Εεεε, νύχτα το πήρες το δίπλωμα;
Ενώ βραδιάζει, αρχίζουν να καταφθάνουν οι γονείς. Τους βάζουμε στις θέσεις τους και το γλέντι ξεκινάει.
Να πούμε ένα τραγουδάκι, να παίξουμε ένα παιχνιδάκι, να δείξουμε κι ένα σκετσάκι. Σε μια φάση λοιπόν, έρχεται και η σειρά του σκετσακίου με το Χάρη.
Ανεβαίνουμε στη σκηνή, ξεκινάει η παράσταση και ο Χάρης αισθάνοταν κάπως άβολα μπροστά σε τόσο κόσμο σε μια τόσο μεγάλη θεατρική σκηνή να τον κοιτάει. Έχει αρχίσει να ιδρώνει μόνο και μόνο που απλά βρίσκεται στο σανίδι. Αρχίζει λοιπόν να σφίγγεται, να ιδρώνει, να κομπιάζει, να ανακατεύεται. Προσπαθεί να μην ξεχάσει τα λόγια του και πάνω από όλα να μην ξεχάσει τη στιγμή που πρέπει να τα πει. Είναι άλλωστε το θεατρικό του ντεμπούτο και πρέπει - αν όχι να μας εντυπώσιασει - τουλάχιστον να μην τα κάνει θάλασσα!
Αρχίζει λοιπόν να τρέχει το άλλο "αυτοκίνητο" κατά μήκος της σκηνής και ο Χάρης παθαίνει blackout. Σαστίζει, τα χάνει, δε λέει τίποτα.
Ο Κίμωνας, που έκανε τον άλλο οδηγό, του δίνει άλλη μια ευκαιρία. Κάνει πως στρίβει και ξαναπερνάει από μπροστά του βγάζοντας ήχους μαρσαρισμένης μηχανής για να δείξουμε στους γονείς πως έχει αναπτύξει υπερβολική ταχύτητα.
Ο Χάρης ακόμα δεν έχει ξεμπλοκάρει και οι γονείς αρχίζουν να νιώθουν μια μικρή κοιλιά στο σκετσάκι. Ο Κίμωνας ρίχνει μια ματιά που σκοτώνει στον Χάρη, ο οποίος επιτέλους ξεκολλάει (αν και ακόμα φοβερά αγχωμένος), συνέρχεται, συνειδητοποιεί πως είναι η σειρά του και φωνάζει με όλη του τη δύναμη:
- Ρε μαλααααάκα, νύχτα το πήρες το δίπλωμα, γαμώ το κέρατό μου;
...
Ε, τελικά, εκείνο το καλοκαίρι, δεν πήγαμε κατασκήνωση.
Και ο παπάς, δεν πήρε προαγωγή.
Στην ομάδα μου λοιπόν, είχαμε και το Χάρη. Ο Χάρης, ένα χρόνο μεγαλύτερος από μένα, ήταν λίγο μυστήριος τύπος. Δεν ήταν ιδιαίτερα κοινωνικός και υπήρχαν δύο μόνο πράγματα στον κόσμο που τον ενδιέφεραν σ' εκείνη την ηλικία των περίπου 15 ετών: το ποδηλάτό του και οι νταλίκες.
Ο Χάρης έπαιρνε κάθε μέρα στις τεσσεράμισι το πρωί το ποδήλατό του και από την Καλλιθέα πήγαινε στη λαχαναγορά στου Ρέντη. Τώρα μπορεί η απόσταση να είναι 10 λεπτάκια με το αυτοκίνητο αν δεν έχει κίνηση, αλλά τότε μας φαινόταν πολύ μεγάλη απόσταση. Εγώ προσωπικά δεν είχα ιδέα πού ήταν η λαχαναγορά. Πόσο μάλλον η περιοχή του Ρέντη, αφού δεν υπήρχε τότε το Village Park.
Πού και πού λοιπόν ο Χάρης έκανε κάτι τρελλά ταξίδια μόνος του. Του τη βαρούσε και πήγαινε ας πούμε μέχρι Κόρινθο και γυρνούσε. Και δεν είναι να πεις ότι πήγε για να πιεί καφέ. Απλά πήγε για να πάει, επειδή μπορούσε και σε γενικές γραμμές δεν είχε άλλες ασχολίες. Και φυσικά ο Χάρης είχε κάτι γάμπες σκληρές σαν μάρμαρα και χοντρές σαν ρόπαλα.
Όπως έλεγα λοιπόν, ο Χάρης έβρισκε τρομερά ενδιαφέρουσες τις νταλίκες. Γι αυτό πήγαινε και στο Ρέντη. Τις έβρισκε όλες αραγμένες εκεί, μιλούσε με τους οδηγούς, τις έβλεπε να έρχονται και να φεύγουν.
Φυσικά όλοι οι οδηγοί ήξεραν τότε το Χάρη και πάντα γούσταραν να του λένε τις ιστορίες τους. Ο Χάρης, που είχε μυαλό σαν σφουγγάρι όταν το θέμα είναι οι νταλίκες, άκουγε προσεκτικά και θαύμαζε τους νταλικιέρηδες που είχαν τόσες εμπειρίες από όλη την Ευρώπη. Του λέγανε για γκόμενες, για καυγάδες, για ξενύχτια, για μαλακίες που κάνανε, τα πάντα.
Όπως ήταν φυσικό, ο Χάρης πήρε με τον καιρό και μερικά από τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων με τους οποίους συναναστρεφόταν, αλλά εμείς δεν μπορούσαμε να το διανοηθούμε αυτό όταν του δώσαμε ένα μικρό ρολάκι σε ένα σκετσάκι που κάναμε για την κοπή της Πίτας. Άλλωστε, είχε δεν είχε ένα μήνα στην ομάδα, φαινόταν ήσυχο παιδί (πολύ ήσυχο) και ο Αρχηγός ήθελε να τον εντάξει στην ομάδα.
Η κοπή της Πίτας είναι ίσως το βασικότερο event της χρονιάς. Επίτηδες το καθυστερούσαμε κάθε χρόνο και το κάναμε μέσα στον Μάρτιο, να μη σου πω Απρίλιο, γιατί είναι και μια ευκαιρία για τους βαθμοφόρους να πλασάρουν στους γονείς το ότι τα παιδιά θα πάνε κατασκήνωση τον Ιούλιο, η οποία θα γίνει στο τάδε μέρος, τι ωραία που θα είναι κλπ.
Οπότε, η κοπή της Πίτας είναι στην πραγματικότητα ένα δημοσιοσχεσίτικο event, αφού είναι απαραίτητο να έχουν μια καλή εντύπωση οι γονείς για το πόσο καλά περνάει το παιδί τους στην Ομάδα, το πόσο καλό κάνει στη διάπλαση του χαρακτήρα του, κλπ.
Η ομάδα μας στεγαζόταν από το 1972 στο βοηθητικό χώρο μιας εκκλησίας, με την οποία είχαμε καλές σχέσεις. Αυτοί μας παραχωρούσανε το χώρο κι εμείς τους βοηθούσαμε Μεγάλη Παρασκευή με την περιφορά του επιταφίου. Μια χαρά ανταλλαγή δηλαδή. Πάντα ήμασταν υποχρεωμένοι στον παπά που κρατούσε την εκκλησία και φυσικά τον καλούσαμε σε κάθε κοπή Πίτας, να φέρει τους ανωτέρους του και να δείξει πως η εκκλησία του έχει αναπτύξει καλές σχέσεις με τη νεολαία, βοηθάει στην ηθικοπλαστική των παιδιών κλπ. Τότε απλά έδειχνε καλός μαζί μας. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, μάλλον απλά ήθελε να πάρει γρήγορα προαγωγή.
Την ημέρα της Πίτας λοιπόν όλοι κάναμε πρόβα τα σκετσάκια για να μην ξεχάσουμε τα λόγια μας, να βάλουμε τους νεότερους στο πνεύμα για να μην έχουν άγχος πάνω στη σκηνή και για να διορθώσουμε τα όποια λάθη. Εν τω μεταξύ, εκτός από το χώρο που μας είχε παραχωρήσει η εκκλησία, κάθε χρόνο παίρναμε και το διπλανό χώρο που ήταν για δεξιώσεις και συνεστιάσεις και είχε πραγματική θεατρική σκηνή μέσα, οπότε για να εκμεταλλευτούμε το γεγονός αυτό είχαμε γίνει άσοι στη σκηνοθεσία, ηθοποιία, απαγγελία ποιημάτων κλπ. (Τα ψώνια γίνονται, δε γεννιούνται)
Ο Χάρης, για να επιστρέψω σ' αυτόν, είχε μόνο μία ατάκα σε ένα σκετσάκι. Κι αυτό ίσα-ίσα για να νιώσει μέρος της ομάδας. Υποτίθεται πως οδηγάει στο δρόμο και παραλίγο να τρακάρει με ένα διερχόμενο αυτοκίνητο οπότε ο Χάρης απλά πρέπει να φωνάξει:
- Εεεε, νύχτα το πήρες το δίπλωμα;
Ενώ βραδιάζει, αρχίζουν να καταφθάνουν οι γονείς. Τους βάζουμε στις θέσεις τους και το γλέντι ξεκινάει.
Να πούμε ένα τραγουδάκι, να παίξουμε ένα παιχνιδάκι, να δείξουμε κι ένα σκετσάκι. Σε μια φάση λοιπόν, έρχεται και η σειρά του σκετσακίου με το Χάρη.
Ανεβαίνουμε στη σκηνή, ξεκινάει η παράσταση και ο Χάρης αισθάνοταν κάπως άβολα μπροστά σε τόσο κόσμο σε μια τόσο μεγάλη θεατρική σκηνή να τον κοιτάει. Έχει αρχίσει να ιδρώνει μόνο και μόνο που απλά βρίσκεται στο σανίδι. Αρχίζει λοιπόν να σφίγγεται, να ιδρώνει, να κομπιάζει, να ανακατεύεται. Προσπαθεί να μην ξεχάσει τα λόγια του και πάνω από όλα να μην ξεχάσει τη στιγμή που πρέπει να τα πει. Είναι άλλωστε το θεατρικό του ντεμπούτο και πρέπει - αν όχι να μας εντυπώσιασει - τουλάχιστον να μην τα κάνει θάλασσα!
Αρχίζει λοιπόν να τρέχει το άλλο "αυτοκίνητο" κατά μήκος της σκηνής και ο Χάρης παθαίνει blackout. Σαστίζει, τα χάνει, δε λέει τίποτα.
Ο Κίμωνας, που έκανε τον άλλο οδηγό, του δίνει άλλη μια ευκαιρία. Κάνει πως στρίβει και ξαναπερνάει από μπροστά του βγάζοντας ήχους μαρσαρισμένης μηχανής για να δείξουμε στους γονείς πως έχει αναπτύξει υπερβολική ταχύτητα.
Ο Χάρης ακόμα δεν έχει ξεμπλοκάρει και οι γονείς αρχίζουν να νιώθουν μια μικρή κοιλιά στο σκετσάκι. Ο Κίμωνας ρίχνει μια ματιά που σκοτώνει στον Χάρη, ο οποίος επιτέλους ξεκολλάει (αν και ακόμα φοβερά αγχωμένος), συνέρχεται, συνειδητοποιεί πως είναι η σειρά του και φωνάζει με όλη του τη δύναμη:
- Ρε μαλααααάκα, νύχτα το πήρες το δίπλωμα, γαμώ το κέρατό μου;
...
Ε, τελικά, εκείνο το καλοκαίρι, δεν πήγαμε κατασκήνωση.
Και ο παπάς, δεν πήρε προαγωγή.
3.000 ισπανικά νησιά
Σας κάνω το ρεζουμέ του σημερινού διαλόγου, γιατί άνθρωποι είστε κι εσείς και έχετε δουλειές:
- Τι θα λέγατε τον Ιούλιο για 5 μέρες στη Βαρκελώνη;
...
- Όχι ρε Γιώργο πες μου, έχουν οι Ισπανοί 3.000 νησιά;
Μέσες άκρες, το νόημα το καταλάβατε έτσι; Περάσαμε από το πού θα πάμε διακοπές, στο πάμε Βαρκελώνη, στο γιατί Βαρκελώνη και τελικά στο αιώνιο η Ελλάδα είναι η πιο όμορφη χώρα του κόσμου, όλοι εδώ έρχονται.
Δηλαδή τα υπόλοιπα 6,3 δισ. ανθρώπων του πλανήτη Γη πρέπει να είναι ηλίθιοι. Χάνουν κάτι και δεν το ξέρουν. Και το Traveller της Conde Naste μαλακίζεται που δεν μας έχει κάθε μήνα στο εξώφυλλο.
Ενώ η Βαρκελώνη, που έχω πάει δις, που είναι μια πανέμορφη πόλη με το Gaudi, με τη θάλασσα, με τους κήπους, με τα αξιοθέατα, με το φαγητό της, με την προβλήτα της, με τα κλαμπάκια της, είναι χειρότερη από την Αθήνα; Ε όχι.
Άντε και να παραδεχτώ πως έχουμε κάποιες φυσικές ομορφιές. Έμφαση στο κάποιες γιατί σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο είναι απλά πολύ πολύ λίγες. Και δεύτερη έμφαση στο φυσικές γιατί αν περιμένανε από μας να αναδείξουμε κάτι όμορφο, τότε χέσε μέσα Πολυχρόνη (πάλι στο χέσιμο γύρισε η κουβέντα, δεν ξέρω αν το προσέξατε).
Λοιπόν, η ομορφότερη χώρα στον κόσμο ΔΕΝ είμαστε. Και δε θα κάτσω να μπω στην κουβέντα για το ποιά χώρα μπορεί να είναι, γιατί ο καθένας θεωρεί άλλο ωραίο. Άλλος θέλει παραλίες, άλλος θέλει πράσινο, άλλος θέλει βουνό. Και μη μου πείτε εμείς έχουμε απ' όλα γιατί αυτό δεν σημαίνει πως έχουμε τα καλύτερα από τα τρία. Και σίγουρα δεν είμαστε η μοναδική χώρα που τα έχουμε όλα. Εντάξει; Απλά έχουμε μεσογειακή κλίμα που έχει κάποιες ομορφιές. Άλλες δέκα χώρες έχουν παρόμοιο κλίμα.
Πόσο ξενοφοβικοί είμαστε ρε πούστη μου που δεν βγαίνουμε από τη χώρα μας; Δεν μαθαίνουμε για άλλους πολιτισμούς για να δούμε πως οι Αιγύπτιοι και οι Κινέζοι ήταν πιο παλιοί από το Σωκράτη. Και οι Νοτιοαμερικάνικοι λαοί (Ίνκας, Αζτέκοι και Μάγιας) ήταν επίσης πολύ μπροστά για την εποχή τους. Τι, δηλαδή αυτοί δεν πιάνονται γιατί είναι μακριά; Έλεος.
Λοιπόν και επειδή τα παίρνω με τέτοιους διαλόγους, επιτρέψτε μου να αποσαφηνίσω μερικά πράγματα για τους μύθους της Ελλάδας (και το Live your myth in Greece)
Έχουμε 3.000 νησιά.
Άντε και τα έχουμε. Πόσα από αυτά ξέρεις να μου τα πεις κατ' όνομα; 50; 100; Και σε πόσα από αυτά μπορείς να πας εσύ που δεν έχεις σκάφος; Ε;
Και άντε και πήγες (που δεν πρόκειται να πας ούτε στο 1% αυτών σε όλη σου τη ζωή γιατί 30 νησιά είναι πολλά στην τελική, αλλά εγώ σου λέω ότι πας), τι κατάλαβες; Είδες 100 νησιά με κόσμο και 2.900 βραχονησίδες. Πού είναι η ομορφιά που μου έλεγες;
Όχι γιατί και οι Μαλδίβες είναι ένα σύμπλεγμα 2.000 νησιών αλλά εκεί είναι 2.000 πανέμορφα νησιά με φοίνικες, άσπρη ψιλή άμμο και το καραβάκι σε πάει σε οποιοδήποτε εξ' αυτών θέλεις και λιάζεσαι ολημερίς κι ολονυχτίς με τον δούλο από πάνω να σου φέρνει κοκτέιλ και σαντουιτσάκια με $1 τη μέρα.
Για να μη σου πω πως μπορείς να περπατήσεις από νησί σε νησί μέχρι το απόγευμα λόγω της παλίρροιας (το νερό σου φτάνει μέχρι τη μέση). Και άμα βουτήξεις στα νερά τους βλέπεις κάτι τρελλά εξωτικά ψάρια που ούτε σε screensaver δεν τα έχεις δει. Και πού να περπατήσεις μέχρι τα κορράλια που σχηματίζονται γύρω από κάθε νησί (ή σύμπλεγμα νησιών) και αράξεις εκεί. Θα δεις καρχαρίες να κολυμπάνε στα πέντε μέτρα από σένα (δε μπορούν να περάσουν την κοραλλιογραμμή και είσαι ασφαλής).
Εκεί να δεις ομορφιά. Όχι στα Ίμια και τις άλλες βραχονησίδες.
Όλοι οι ξένοι εδώ έρχονται.
Άλλος μύθος. Τρελλό ψέμα που το λέμε στον εαυτό μας και το πιστεύουμε γιατί έτσι θέλουμε. Ποιοί είναι πρώτα απ' όλα αυτοί οι ξένοι; Μου λένε πχ οι Άγγλοι. Ωραία. Για πήγαινε στην Αγγλία και δες πόσοι πάνε Ελλάδα, πόσοι Τουρκία, πόσοι Ισπανία, πόσοι Τενερίφη, πόσοι ΗΠΑ.
Και αν θες να είσαι δίκαιος, μη μετρήσεις μόνο το καλοκαίρι, έτσι; Γιατί για να μου λες πως είμαστε η πιο όμορφη χώρα στον κόσμο, σημαίνει πως είμαστε όμορφη χώρα χειμώνα-καλοκαίρι, έτσι;
Τότε γιατί έρχονται εδώ οι γαλαζοαίματοι και οι σταρ του κινηματογράφου;
Πάρε τους top 10, top 50, top 500 stars αν θες. Για το παράδειγμά μας, πάρε τους top 100. Βάλε ότι ο καθένας τους πάει διακοπές μόνο σε 10 χώρες κάθε χρόνο (μόνο).
Τώρα μέτρα τις χώρες που είναι μέλη του ΟΗΕ και βγάλε έξω την Αφρική και τις εμπόλεμες, πρόσφατα εμπόλεμες, ασταθείς και φτωχές χώρες.
Κάνε την εξής πράξη: 100 stars επί 10 χώρες ίσον 1000 επιλογές. Πόσοι από αυτούς τους top 100 ήρθαν στην Ελλάδα μέσα στο χρόνο; Τρεις; Πέντε;
Από τις χίλιες επιλογές των top 100 stars, η Ελλάδα είναι οι πέντε επιλογές τους.
Νομίζω πως είμαστε λίγο πιο ψηλά από τη Ρουμανία. Και αυτό επειδή έχουμε θάλασσα και οι star μπορούν να πάρουν το κοτεράκι τους και να πάνε σε ένα από 2.900 νησιά στα οποία εσύ δεν μπορείς να τους δεις. Και σίγουρα η Ελλάδα που βλέπουν αυτοί είναι πολύ διαφορετική από αυτή που βλέπεις εσύ.
Το ηλιοβασίλεμα στην Οία είναι μοναδικό!
Ναι, εδώ πρέπει να το παραδεχτώ. Ο Δήμαρχος της Οίας έχει αποκλειστικό συμβόλαιο συνεργασίας με τον Ήλιο και κάθε σούρουπο ο Ήλιος δίνει ένα μοναδικό ρεσιτάλ μόνο στην Οία. Πουθενά αλλού στον κόσμο ο ήλιος δεν δύει μέσα στη θάλασσα.
Προφανώς η απάντηση είναι η ίδια και άλλες παρατηρήσεις του τύπου:
Ναι, αλλά η τάδε παραλία βγήκε στις top 10/50/100 από το τάδε περιοδικό
Α, πολύ χαίρομαι που το ανέφερες, γιατί γι αυτό έχω πολλά επιχειρήματα:
Είσαι ανθέλληνας / κακός.
Εγώ λέω τα πράγματα όπως ακριβώς τα βλέπω. Έχω πάει και σε δέκα μέρη και δεν νιώθω την ανάγκη να διαφημίσω την Ελλάδα ως την καλύτερη χώρα σε σημεία που απλά δεν είναι (και αν θέλετε να βρείτε τις ομορφότερες γυναίκες, αναρωτηθείτε γιατί οι Βραζιλιάνες και οι Ουκρανέζες προτιμόνται ανά την υφήλιο, εντάξει;)
Όπως τα παίρνω κάθε φορά που βρίζουν τους Άγγλους. Γιατί ρε τους βρίζετε; Επειδή μεθάνε και κάνουν μαλακίες; Σε διακοπές είναι. Η κουλτούρα τους και η νοοτροπία τους είναι να περνάνε καλά όταν βγαίνουν έξω να διασκεδάσουν, όχι να κάθονται με ένα ποτό στο ένα χέρι και το τσιγάρο στο άλλο. Κάθε λαός έχει άλλη κουλτούρα και κάνει διαφορετικά πράγματα. Αυτό δεν σημαίνει πως η ελληνική κουλτούρα είναι καλύτερη.
Και στην τελική, άμα δε θέλετε να έρχονται οι Άγγλοι, δεν είναι καθόλου δύσκολο να μην διαφημιζόμαστε ως χώρα στη Βρετανία. Αλλά μετά ποιός θα σας τα ακουμπάει ρε, που ο τουρισμός είναι το ισχυρότερο industry στην Ελλάδα;
- Τι θα λέγατε τον Ιούλιο για 5 μέρες στη Βαρκελώνη;
...
- Όχι ρε Γιώργο πες μου, έχουν οι Ισπανοί 3.000 νησιά;
Μέσες άκρες, το νόημα το καταλάβατε έτσι; Περάσαμε από το πού θα πάμε διακοπές, στο πάμε Βαρκελώνη, στο γιατί Βαρκελώνη και τελικά στο αιώνιο η Ελλάδα είναι η πιο όμορφη χώρα του κόσμου, όλοι εδώ έρχονται.
Δηλαδή τα υπόλοιπα 6,3 δισ. ανθρώπων του πλανήτη Γη πρέπει να είναι ηλίθιοι. Χάνουν κάτι και δεν το ξέρουν. Και το Traveller της Conde Naste μαλακίζεται που δεν μας έχει κάθε μήνα στο εξώφυλλο.
Ενώ η Βαρκελώνη, που έχω πάει δις, που είναι μια πανέμορφη πόλη με το Gaudi, με τη θάλασσα, με τους κήπους, με τα αξιοθέατα, με το φαγητό της, με την προβλήτα της, με τα κλαμπάκια της, είναι χειρότερη από την Αθήνα; Ε όχι.
Άντε και να παραδεχτώ πως έχουμε κάποιες φυσικές ομορφιές. Έμφαση στο κάποιες γιατί σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο είναι απλά πολύ πολύ λίγες. Και δεύτερη έμφαση στο φυσικές γιατί αν περιμένανε από μας να αναδείξουμε κάτι όμορφο, τότε χέσε μέσα Πολυχρόνη (πάλι στο χέσιμο γύρισε η κουβέντα, δεν ξέρω αν το προσέξατε).
Λοιπόν, η ομορφότερη χώρα στον κόσμο ΔΕΝ είμαστε. Και δε θα κάτσω να μπω στην κουβέντα για το ποιά χώρα μπορεί να είναι, γιατί ο καθένας θεωρεί άλλο ωραίο. Άλλος θέλει παραλίες, άλλος θέλει πράσινο, άλλος θέλει βουνό. Και μη μου πείτε εμείς έχουμε απ' όλα γιατί αυτό δεν σημαίνει πως έχουμε τα καλύτερα από τα τρία. Και σίγουρα δεν είμαστε η μοναδική χώρα που τα έχουμε όλα. Εντάξει; Απλά έχουμε μεσογειακή κλίμα που έχει κάποιες ομορφιές. Άλλες δέκα χώρες έχουν παρόμοιο κλίμα.
Πόσο ξενοφοβικοί είμαστε ρε πούστη μου που δεν βγαίνουμε από τη χώρα μας; Δεν μαθαίνουμε για άλλους πολιτισμούς για να δούμε πως οι Αιγύπτιοι και οι Κινέζοι ήταν πιο παλιοί από το Σωκράτη. Και οι Νοτιοαμερικάνικοι λαοί (Ίνκας, Αζτέκοι και Μάγιας) ήταν επίσης πολύ μπροστά για την εποχή τους. Τι, δηλαδή αυτοί δεν πιάνονται γιατί είναι μακριά; Έλεος.
Λοιπόν και επειδή τα παίρνω με τέτοιους διαλόγους, επιτρέψτε μου να αποσαφηνίσω μερικά πράγματα για τους μύθους της Ελλάδας (και το Live your myth in Greece)
Έχουμε 3.000 νησιά.
Άντε και τα έχουμε. Πόσα από αυτά ξέρεις να μου τα πεις κατ' όνομα; 50; 100; Και σε πόσα από αυτά μπορείς να πας εσύ που δεν έχεις σκάφος; Ε;
Και άντε και πήγες (που δεν πρόκειται να πας ούτε στο 1% αυτών σε όλη σου τη ζωή γιατί 30 νησιά είναι πολλά στην τελική, αλλά εγώ σου λέω ότι πας), τι κατάλαβες; Είδες 100 νησιά με κόσμο και 2.900 βραχονησίδες. Πού είναι η ομορφιά που μου έλεγες;
Όχι γιατί και οι Μαλδίβες είναι ένα σύμπλεγμα 2.000 νησιών αλλά εκεί είναι 2.000 πανέμορφα νησιά με φοίνικες, άσπρη ψιλή άμμο και το καραβάκι σε πάει σε οποιοδήποτε εξ' αυτών θέλεις και λιάζεσαι ολημερίς κι ολονυχτίς με τον δούλο από πάνω να σου φέρνει κοκτέιλ και σαντουιτσάκια με $1 τη μέρα.
Για να μη σου πω πως μπορείς να περπατήσεις από νησί σε νησί μέχρι το απόγευμα λόγω της παλίρροιας (το νερό σου φτάνει μέχρι τη μέση). Και άμα βουτήξεις στα νερά τους βλέπεις κάτι τρελλά εξωτικά ψάρια που ούτε σε screensaver δεν τα έχεις δει. Και πού να περπατήσεις μέχρι τα κορράλια που σχηματίζονται γύρω από κάθε νησί (ή σύμπλεγμα νησιών) και αράξεις εκεί. Θα δεις καρχαρίες να κολυμπάνε στα πέντε μέτρα από σένα (δε μπορούν να περάσουν την κοραλλιογραμμή και είσαι ασφαλής).
Εκεί να δεις ομορφιά. Όχι στα Ίμια και τις άλλες βραχονησίδες.
Όλοι οι ξένοι εδώ έρχονται.
Άλλος μύθος. Τρελλό ψέμα που το λέμε στον εαυτό μας και το πιστεύουμε γιατί έτσι θέλουμε. Ποιοί είναι πρώτα απ' όλα αυτοί οι ξένοι; Μου λένε πχ οι Άγγλοι. Ωραία. Για πήγαινε στην Αγγλία και δες πόσοι πάνε Ελλάδα, πόσοι Τουρκία, πόσοι Ισπανία, πόσοι Τενερίφη, πόσοι ΗΠΑ.
Και αν θες να είσαι δίκαιος, μη μετρήσεις μόνο το καλοκαίρι, έτσι; Γιατί για να μου λες πως είμαστε η πιο όμορφη χώρα στον κόσμο, σημαίνει πως είμαστε όμορφη χώρα χειμώνα-καλοκαίρι, έτσι;
Τότε γιατί έρχονται εδώ οι γαλαζοαίματοι και οι σταρ του κινηματογράφου;
Πάρε τους top 10, top 50, top 500 stars αν θες. Για το παράδειγμά μας, πάρε τους top 100. Βάλε ότι ο καθένας τους πάει διακοπές μόνο σε 10 χώρες κάθε χρόνο (μόνο).
Τώρα μέτρα τις χώρες που είναι μέλη του ΟΗΕ και βγάλε έξω την Αφρική και τις εμπόλεμες, πρόσφατα εμπόλεμες, ασταθείς και φτωχές χώρες.
Κάνε την εξής πράξη: 100 stars επί 10 χώρες ίσον 1000 επιλογές. Πόσοι από αυτούς τους top 100 ήρθαν στην Ελλάδα μέσα στο χρόνο; Τρεις; Πέντε;
Από τις χίλιες επιλογές των top 100 stars, η Ελλάδα είναι οι πέντε επιλογές τους.
Νομίζω πως είμαστε λίγο πιο ψηλά από τη Ρουμανία. Και αυτό επειδή έχουμε θάλασσα και οι star μπορούν να πάρουν το κοτεράκι τους και να πάνε σε ένα από 2.900 νησιά στα οποία εσύ δεν μπορείς να τους δεις. Και σίγουρα η Ελλάδα που βλέπουν αυτοί είναι πολύ διαφορετική από αυτή που βλέπεις εσύ.
Το ηλιοβασίλεμα στην Οία είναι μοναδικό!
Ναι, εδώ πρέπει να το παραδεχτώ. Ο Δήμαρχος της Οίας έχει αποκλειστικό συμβόλαιο συνεργασίας με τον Ήλιο και κάθε σούρουπο ο Ήλιος δίνει ένα μοναδικό ρεσιτάλ μόνο στην Οία. Πουθενά αλλού στον κόσμο ο ήλιος δεν δύει μέσα στη θάλασσα.
Προφανώς η απάντηση είναι η ίδια και άλλες παρατηρήσεις του τύπου:
- Στην Ελλάδα το φαγητό είναι καταπληκτικό
(φάε κεντροευρωπαϊκό κυνήγι ημέρας και έλα πες μου μετά) - Η θέα από τον Όλυμπο είναι μαγευτική
(που να δεις στο τριεθνές των Άλπεων) - Η παραλία με το Ναυάγιο είναι εκπληκτική
(ναι, αλλά θες μια ώρα με το καραβάκι να πας)
Ναι, αλλά η τάδε παραλία βγήκε στις top 10/50/100 από το τάδε περιοδικό
Α, πολύ χαίρομαι που το ανέφερες, γιατί γι αυτό έχω πολλά επιχειρήματα:
- Το top 10/50/100 δεν σημαίνει ομορφότερη από όλες τις άλλες 9/49/99
- Η γνώμη του τάδε περιοδικού δεν σημαίνει πως είναι έγκυρη
- Το ότι το άκουσες ή στο είπανε δεν μετράει αν δε μου φέρεις το περιοδικό να το δω με τα μάτια μου
- Το ότι βγήκε στις top 10/50/100 πριν από πέντε χρόνια και δεν ξαναβγήκε μετά, σου λέει κάτι;
- Και στην τελική η μία παραλία δεν κάνει την χώρα πιο όμορφη στον κόσμο. Άλλωστε, όπως μου είπες κι εσύ, 3.000 νησιά έχουμε, τι να σου κλάσει μια παραλία μόνο;
Είσαι ανθέλληνας / κακός.
Εγώ λέω τα πράγματα όπως ακριβώς τα βλέπω. Έχω πάει και σε δέκα μέρη και δεν νιώθω την ανάγκη να διαφημίσω την Ελλάδα ως την καλύτερη χώρα σε σημεία που απλά δεν είναι (και αν θέλετε να βρείτε τις ομορφότερες γυναίκες, αναρωτηθείτε γιατί οι Βραζιλιάνες και οι Ουκρανέζες προτιμόνται ανά την υφήλιο, εντάξει;)
Όπως τα παίρνω κάθε φορά που βρίζουν τους Άγγλους. Γιατί ρε τους βρίζετε; Επειδή μεθάνε και κάνουν μαλακίες; Σε διακοπές είναι. Η κουλτούρα τους και η νοοτροπία τους είναι να περνάνε καλά όταν βγαίνουν έξω να διασκεδάσουν, όχι να κάθονται με ένα ποτό στο ένα χέρι και το τσιγάρο στο άλλο. Κάθε λαός έχει άλλη κουλτούρα και κάνει διαφορετικά πράγματα. Αυτό δεν σημαίνει πως η ελληνική κουλτούρα είναι καλύτερη.
Και στην τελική, άμα δε θέλετε να έρχονται οι Άγγλοι, δεν είναι καθόλου δύσκολο να μην διαφημιζόμαστε ως χώρα στη Βρετανία. Αλλά μετά ποιός θα σας τα ακουμπάει ρε, που ο τουρισμός είναι το ισχυρότερο industry στην Ελλάδα;
26.6.05
Κοίτα την party σου
Μετά την επιτυχημένη μας έξοδο (για όσους κατάφεραν να βρούνε το Kitchen Bar), πετάχτηκε στο τραπέζι το να κάνουμε και ένα παρτάκι γιατί καλοκαίρι έρχεται τέλος πάντων...
Για να σας δώσουμε περισσότερο χρόνο από 24 ώρες, όπως κάναμε με τη συνάντηση, προτείνω να προτείνουμε ημερομηνίες και τοποθεσίες και αναλόγως πράτουμε.
Οι προτάσεις έχουν ως εξής:
- Σπίτι μου (Μοσχάτο), ένα Σάββατο βράδυ
- Σε παραλία (Άλιμο και παραπέρα), ένα Σάββατο βράδυ
- Εξοχικό (Παιανία), ένα Σάββατο βράδυ
- Ethnic εστιατόριο (είπε η Blogαρισμένη για ένα eat-all-you-can βραζιλιάνικο στην Καλλιθέα), Κυριακή μεσημέρι
Ακούμε σχόλια, άλλες προτάσεις και πάνω από όλα συμμετοχές.
Ποιό Σαββατοκύριακο μπορείτε και ποιό όχι;
Αν μας είστε αντιπαθητικός θα το κάνουμε το σαββατοκύριακο που θα λείπετε :-P
-o-
Φυσικά, μπορείτε να διαφημίσετε αυτό το post στο blog σας, για να φέρετε και τους δικούς σας γνωστούς...
Στην άμμο με ραδιάκι φορητό
Σήμερα κάναμε beach party. Η Έλενα δηλαδή, εγώ απλά της έκανα τη χάρη να πάω. Και ήταν πολύ πολύ όμορφα.
Τι μου λέτε για Balux και για Destijl, για clubbing by the pool κάθε Σαββατόβραδο και μαλακίες τούμπανα... Εδώ είναι όλα τα λεφτά. Άσε που ποτέ δεν το πήγαινε το clubbing (δεν κατάλαβα γιατί πρέπει να είμαι σε ένα τραπέζι και να σηκώνομαι να χορέψω για λίγο και μετά πάλι να κουτοποιώ την διασκέδασή μου σε μια faux-παραλία).
Το σκηνικό στη δική μας παραλία ήταν πολύ καλύτερο. Μία δάδα να μας φωτίζει με τη φλόγα της να τρεμοπαίζει από τον αέρα, ροζέ κρασί σπιτικό από το Πόρτο Χέλι, φουντούνια από το Lidl και καμιά σοκολάτα για να αλλάζουμε γεύσεις. Κάτσαμε στην άμμο και αφήσαμε να παίζει το τρανζίστορ τα αμερικάνικα, τα λατινοαμερικάνικα, τα ελληνικά και ότι άλλο ήθελε η παρέα. Μετά πλατσουρίσαμε τα ποδαράκια μας στην παραλία, πιτσιλιστήκαμε, τραγουδήσαμε, φλερτάραμε.
Μπορεί να μην είχαμε φωτιά, μπορεί να μην είχαμε κιθάρα, μπορεί να μην είχαμε μαγιώ για να κάνουμε νυχτερινό μπανάκι, αλλά είχαμε κέφι, είχαμε κρασί και είχαμε πολλές πολλές ιστορίες να μοιραστούμε.
Χρόνια σου πολλά Ελενάκι, πολύχρωμη και εντοιχισμένη. Και του χρόνου!
Τι μου λέτε για Balux και για Destijl, για clubbing by the pool κάθε Σαββατόβραδο και μαλακίες τούμπανα... Εδώ είναι όλα τα λεφτά. Άσε που ποτέ δεν το πήγαινε το clubbing (δεν κατάλαβα γιατί πρέπει να είμαι σε ένα τραπέζι και να σηκώνομαι να χορέψω για λίγο και μετά πάλι να κουτοποιώ την διασκέδασή μου σε μια faux-παραλία).
Το σκηνικό στη δική μας παραλία ήταν πολύ καλύτερο. Μία δάδα να μας φωτίζει με τη φλόγα της να τρεμοπαίζει από τον αέρα, ροζέ κρασί σπιτικό από το Πόρτο Χέλι, φουντούνια από το Lidl και καμιά σοκολάτα για να αλλάζουμε γεύσεις. Κάτσαμε στην άμμο και αφήσαμε να παίζει το τρανζίστορ τα αμερικάνικα, τα λατινοαμερικάνικα, τα ελληνικά και ότι άλλο ήθελε η παρέα. Μετά πλατσουρίσαμε τα ποδαράκια μας στην παραλία, πιτσιλιστήκαμε, τραγουδήσαμε, φλερτάραμε.
Μπορεί να μην είχαμε φωτιά, μπορεί να μην είχαμε κιθάρα, μπορεί να μην είχαμε μαγιώ για να κάνουμε νυχτερινό μπανάκι, αλλά είχαμε κέφι, είχαμε κρασί και είχαμε πολλές πολλές ιστορίες να μοιραστούμε.
Χρόνια σου πολλά Ελενάκι, πολύχρωμη και εντοιχισμένη. Και του χρόνου!
25.6.05
Μπες μες στο καμπριολέ, πάμε για κανά καφέ
Αύριο, ημέρα Κυριακή, πάμε για καφέ.
Ακόμα όλα είναι ολίγον ρευστά, αλλά μάλλον θα υπερισχύσει κάτι παραλιακό, και μάλλον θα πάμε κατά το απόγευμα. Τώρα 6 θα είναι, 7 θα είναι, 8 θα είναι, δεν ξέρω.
Το βασικό είναι: Όσοι πιστοί προσέλθετε.
Ελλείψει άλλων προτάσεων, εγώ είμαι υπέρ των:
Προς το παρόν έχουν δηλώσει οι: Συνήθης Ύποπτη, Lili, Blogαρισμένη.
Οι φίλοι σας είναι ευπρόσδεκτοι. Οι φίλες σας είναι πιο ευπρόσδεκτες.
Στείλτε mail σχετικά σύντομα μόνο γιατί το βράδυ έχουμε και δουλειά.
Ακόμα όλα είναι ολίγον ρευστά, αλλά μάλλον θα υπερισχύσει κάτι παραλιακό, και μάλλον θα πάμε κατά το απόγευμα. Τώρα 6 θα είναι, 7 θα είναι, 8 θα είναι, δεν ξέρω.
Το βασικό είναι: Όσοι πιστοί προσέλθετε.
Ελλείψει άλλων προτάσεων, εγώ είμαι υπέρ των:
- Kitchen Bar (Άλιμος)
- Acanthus (Γλυφάδα)
- Ιστιοπλοϊκός (Πειραιάς).
Προς το παρόν έχουν δηλώσει οι: Συνήθης Ύποπτη, Lili, Blogαρισμένη.
Οι φίλοι σας είναι ευπρόσδεκτοι. Οι φίλες σας είναι πιο ευπρόσδεκτες.
Στείλτε mail σχετικά σύντομα μόνο γιατί το βράδυ έχουμε και δουλειά.
23.6.05
Ζητείται προσωπικό
Εταιρία catering ζητά για όλο το καλοκαίρι σερβιτόρους και σερβιτόρες για δεξιώσεις. Εργασία μόνο τα ΠαρασκευοΣαββατοΚύριακα. Πληρώνει από 85 ευρώ τη μέρα για Αττική (και παραπάνω για εκτός Αττικής, αρκεί να υπάρχει δεξίωση εκεί) με όλα τα έξοδά σας πληρωμένα συν φαγητό. Προϋπηρεσία δεν είναι απαραίτητη.
Ζητάνε πολλούς, η υπεύθυνη είναι φίλη μου, μη με εκθέσετε.
Όσοι ενδιαφέρονται στείλτε email με όνομα, διαθεσιμότητα, τηλέφωνα και προϋπηρεσία (αν υπάρχει): g@GeorgeIsYourMan.com
Μήπως να άνοιγα ένα HR agency;
Ζητάνε πολλούς, η υπεύθυνη είναι φίλη μου, μη με εκθέσετε.
Όσοι ενδιαφέρονται στείλτε email με όνομα, διαθεσιμότητα, τηλέφωνα και προϋπηρεσία (αν υπάρχει): g@GeorgeIsYourMan.com
Μήπως να άνοιγα ένα HR agency;
22.6.05
Αφιλγκούντ
Whoa-oa-oa! I feel good, I knew that I would, now
I feel good, I knew that I would, now
So good, so good, I got you.
Whoa! I feel nice, like sugar and spice
I feel nice, like sugar and spice
So nice, so nice, I got you.
I feel good, I knew that I would, now
So good, so good, I got you.
Whoa! I feel nice, like sugar and spice
I feel nice, like sugar and spice
So nice, so nice, I got you.
21.6.05
Ραντεβού στα τυφλά
Είμαι με τον Παύλο στα Έβερεστ στο Πασαλιμάνι και τρώμε. Διόρθωση: τρώω, δεν τρώμε, γιατί ο Παύλος τώρα τελευταία επιμένει σπιτικά. Και λέγοντας σπιτικά, εννοώ ότι πηγαίνει σπίτι του και παραγγέλνει απ' έξω.
Το συγκεκριμένο Έβερεστ είναι καταπληκτικό πέρασμα όλες τις ώρες. Κόσμος πάει κι έρχεται, το περίπτερο εκεί μπροστά πρέπει να χέζεται στο τάληρο. Τώρα που το είπα αυτό, έχω μια απορία. Αν ο περιπτεράς χέζεται, τι κάνει; Χμ, μάλλον δεν κάνω για περιπτεράς.
Τέλος πάντων, επανέρχομαι στην παραδοσιακή μπαγκέτα που τρώω. Εμείς, εκμεταλλευόμενοι τη θέση μας, αποφασίσαμε να αφοσιωθούμε στον πλέον αλτρουϊστικό και αγνό σκοπό. Δηλαδή κοιτούσαμε γκόμενες.
Και εκεί που ο Παύλος μου ανέλυε τα τρέχοντα ναυτιλιακά δρώμενα σε κάποια χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας της οποίας την πρωτεύουσα δεν γνωρίζω, περνάει κάποια και οι δείκτες του ρολογιού μου παγώνουν.
Η ομορφότερη γυναίκα που έχω δει δεν ήταν. Ούτε καν η δεύτερη ομορφότερη (εντάξει, Βίκη;). Αλλά ήταν μια κούκλα, ένα ξανθό, λεπτό, γαλανομάτικο, ψηλό, σεμνό και όμορφο κοριτσάκι περί τα 23.
Έμοιαζε να ψάχνεται. Ήρθε από τη μία πλευρά, ανέβηκε λίγο στη Σωτήρος, περίμενε λίγο, μας έκοψε στα γρήγορα, περίμενε άλλο λίγο, μετά ξανάφυγε. Οι δείκτες στο ρολόι μου άρχισαν να ξανακινούνται.
- Ξένη, σίγουρα.
- Ναι.
Και το αφήσαμε εκεί, γιατί όπως είπαμε είχαμε να αναλύσουμε τα ναυτιλιακά δρώμενα. Συνεχίζοντας να τρώω το σαντουιτσάκι μου, ο Παύλος έχει περάσει στο αγαπημένο του ναυτιλιακό θέμα (έχε χάρη που ο ΥΕΝ είναι δίπλα), τις πουστιές του Νιάρχου και του Ωνάση για παγκόσμια κυριαρχία.
Και ενώ μου τα λέει αυτά και εγώ τον ακούω προσεκτικά (έχοντας κρυφά στο μυαλό μου την απορία για το αν πρέπει το σάντουιτς να συνοδευθεί από μηλόπιτα ή από προφιτερόλ), η κοπελιά ξανάρχεται. Κοιτάει το ρολόι της, ξαναχαζεύει λίγο, ξαναφεύγει.
- Πώς φαίνεται η τουρίστρια, ρε παιδί μου.
- Ναι...
Φεύγουμε, πάμε προς το αμάξι και στην επόμενη γωνία βλέπουμε την κοπελιά να μιλάει με έναν τύπο, χοντρούλη, καραφλούλη, λίγο geeky. Σκύβω και κάνω πως δένω τα κορδόνια μου. Και επειδή ήταν ήδη δεμένα, τα έλυσα πρώτα και μετά ξέχασα πώς γίνεται ένας φιόγκος για λίγο. Επιλεκτική αμνησία, που λένε.
Ακούω διάλογο:
- Νόμιζα πως θα με είδες από μακριά και έφυγες.
- Όχι μωρέ απλά άργησα.
- Και έλεγα μήπως επειδή εγώ είχα δει φωτογραφία σου κι εσύ δεν με είχες δει, ίσως να μη σου άρεσα και να μην ενδιαφερόσουν.
- Όχι, εντάξει, δε θα σου το έκανα αυτό.
Ρε κοίτα να δεις, και μετά σου λένε πως δε βγάζεις γκομενα(ρα) από το Internet και μάλιστα με ραντεβού στα τυφλά.
Το συγκεκριμένο Έβερεστ είναι καταπληκτικό πέρασμα όλες τις ώρες. Κόσμος πάει κι έρχεται, το περίπτερο εκεί μπροστά πρέπει να χέζεται στο τάληρο. Τώρα που το είπα αυτό, έχω μια απορία. Αν ο περιπτεράς χέζεται, τι κάνει; Χμ, μάλλον δεν κάνω για περιπτεράς.
Τέλος πάντων, επανέρχομαι στην παραδοσιακή μπαγκέτα που τρώω. Εμείς, εκμεταλλευόμενοι τη θέση μας, αποφασίσαμε να αφοσιωθούμε στον πλέον αλτρουϊστικό και αγνό σκοπό. Δηλαδή κοιτούσαμε γκόμενες.
Και εκεί που ο Παύλος μου ανέλυε τα τρέχοντα ναυτιλιακά δρώμενα σε κάποια χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας της οποίας την πρωτεύουσα δεν γνωρίζω, περνάει κάποια και οι δείκτες του ρολογιού μου παγώνουν.
Η ομορφότερη γυναίκα που έχω δει δεν ήταν. Ούτε καν η δεύτερη ομορφότερη (εντάξει, Βίκη;). Αλλά ήταν μια κούκλα, ένα ξανθό, λεπτό, γαλανομάτικο, ψηλό, σεμνό και όμορφο κοριτσάκι περί τα 23.
Έμοιαζε να ψάχνεται. Ήρθε από τη μία πλευρά, ανέβηκε λίγο στη Σωτήρος, περίμενε λίγο, μας έκοψε στα γρήγορα, περίμενε άλλο λίγο, μετά ξανάφυγε. Οι δείκτες στο ρολόι μου άρχισαν να ξανακινούνται.
- Ξένη, σίγουρα.
- Ναι.
Και το αφήσαμε εκεί, γιατί όπως είπαμε είχαμε να αναλύσουμε τα ναυτιλιακά δρώμενα. Συνεχίζοντας να τρώω το σαντουιτσάκι μου, ο Παύλος έχει περάσει στο αγαπημένο του ναυτιλιακό θέμα (έχε χάρη που ο ΥΕΝ είναι δίπλα), τις πουστιές του Νιάρχου και του Ωνάση για παγκόσμια κυριαρχία.
Και ενώ μου τα λέει αυτά και εγώ τον ακούω προσεκτικά (έχοντας κρυφά στο μυαλό μου την απορία για το αν πρέπει το σάντουιτς να συνοδευθεί από μηλόπιτα ή από προφιτερόλ), η κοπελιά ξανάρχεται. Κοιτάει το ρολόι της, ξαναχαζεύει λίγο, ξαναφεύγει.
- Πώς φαίνεται η τουρίστρια, ρε παιδί μου.
- Ναι...
Φεύγουμε, πάμε προς το αμάξι και στην επόμενη γωνία βλέπουμε την κοπελιά να μιλάει με έναν τύπο, χοντρούλη, καραφλούλη, λίγο geeky. Σκύβω και κάνω πως δένω τα κορδόνια μου. Και επειδή ήταν ήδη δεμένα, τα έλυσα πρώτα και μετά ξέχασα πώς γίνεται ένας φιόγκος για λίγο. Επιλεκτική αμνησία, που λένε.
Ακούω διάλογο:
- Νόμιζα πως θα με είδες από μακριά και έφυγες.
- Όχι μωρέ απλά άργησα.
- Και έλεγα μήπως επειδή εγώ είχα δει φωτογραφία σου κι εσύ δεν με είχες δει, ίσως να μη σου άρεσα και να μην ενδιαφερόσουν.
- Όχι, εντάξει, δε θα σου το έκανα αυτό.
Ρε κοίτα να δεις, και μετά σου λένε πως δε βγάζεις γκομενα(ρα) από το Internet και μάλιστα με ραντεβού στα τυφλά.
19.6.05
Meet the parents
Η Μαρία είναι μια κανονική κοπέλα με τα όλα της. Με τη δουλειά της ως γραμματέας, με τις φίλες της που την αγαπάνε, με το μια-φορά-την-εβδομάδα κομμωτήριό της, με το ροζ αυτοκινητάκι της, με το (σχεδόν) φυσικό ξανθό μαλλί της, με το γέρικο κανίς της που της έκανε δώρο ένας γκόμενος και που μαδάει τόσο πολύ που μπορείς να πλέξεις ένα πουλόβερ την ημέρα με το μαλλί του.
Σε μια φάση η Μαρία γνωρίζει το Θανάση. Ωραίο και καλό παιδί ο Θανάσης. Έκανε λίγο τη δύσκολη η Μαρία γιατί έτσι της είπανε να κάνει όταν κάποιος την ενδιαφέρει πραγματικά. Με τα πολλά, πέφτει η Μαρία, πάνε τις εκδρομούλες τους, κάνουνε τα σέξια τους. Δένονται. Σε μια φάση, ο Θανάσης αποφασίζει πως είναι καιρός να γνωρίσει στους γονείς του τη Μαρία, γιατί τα πράγματα σοβαρεύουν.
Η Μαρία ήθελε πολύ να κάνουν αυτό το μεγάλο βήμα αλλά ήταν διαρκώς αγχωμένη. Οι γονείς του Θανάση την καλέσανε σε δείπνο και όλη την εβδομάδα δεν μπορούσε να αποφασίσει τι να φορέσει για να κάνει την καλύτερη δυνατή εντύπωση. Ο Θανάσης ήταν από καλή οικογένεια και η Μαρία ήθελε να φανεί σοβαρή αλλά όχι και συντηρητική, όμορφη αλλά όχι τσουλάκι, αστεία αλλά όχι λαϊκή, έξυπνη αλλά όχι σνομπ.
Είχε πρήξει λοιπόν τον Θανάση. Και πώς είναι οι γονείς σου; Πού κάνουν συνήθως διακοπές; Τι ομάδα είναι ο πατέρας σου; Έχετε πισίνα στο σπίτι;
Έχοντας συμβουλευθεί τις φίλες της για το τι να βάλει, τι θέματα να συζητήσει για να κάνει καλή εντύπωση και τι θέματα να αποφύγει για να μην την παρεξηγήσουν, η Μαρία πλέον ένιωθε πως ήταν έτοιμη να αντιμετωπίσει τους γονείς του Θανάση.
Έρχεται ο Θανάσης στις οκτώμισι, την παίρνει και την πάει στο σπίτι των γονιών του στον Άγιο Στέφανο. Μεγάλο σπίτι, μέσα στην πρασινάδα, νεόκτιστο μεν αλλά είχε μια αρχοντιά, με τα κρύσταλα, με τις βαριές κουρτίνες, με τα ξύλινα έπιπλα, με τα ψηλά ταβάνια.
Γνωρίζει τους γονείς του Θανάση και ήταν όλοι μέσα στα χαμόγελα. Ο πατέρας του Θανάση φάνηκε υπερήφανος που ο γιος του χτύπησε τόσο όμορφο γκομενάκι. Η μητέρα που ήταν πιο πολύ ψύρρα σε κάτι τέτοια, άρχισε τις ερωτήσεις, και η Μαρία τα πήγαινε μια χαρα.
Όταν ήταν έτοιμο το φαγητό για σερβίρισμα, η Μαρία ένιωσε τη φύση να την καλεί:
- Πού είναι το μπάνιο σας... για να πλύνω τα χέρια μου πριν το φαγητό;
- Μπορείς να πας εδώ κορίτσι μου, για να μην τρέχεις μέσα.
Και ο πατέρας την έστειλε στο μικρό μπάνιο, το οποίο είχε μόνο ένα νεροχύτη και μια ντουλάπα με καθαριστικά και σφουγγαρίστρες.
Με το πού μπήκε στο μπάνιο, η Μαρία έκανε ένα βήμα πίσω, γιατί ήθελε να κατουρήσει. Και ενώ το λογικότερο πράγμα που θα έπρεπε να κάνει ήταν να πει πως θα ήθελε να χρησιμοποιήσει και την τουαλέτα, αποφάσισε πως δεν άξιζε να ξαναγυρίσει στο τραπέζι και να ανακοινώσει μπροστά σε όλους πως εννοούσε πως ήθελε να κατουρήσει. Άλλωστε είχε καταχαρεί γιατί οι γονείς του Θανάση φαινόντουσαν κατενθουσιασμένοι μαζί της και δεν ήθελε να ψεγαδιάσει την πρώτη τους φορά με κάτι τόσο αστείο που οι γονείς του Θανάση θα λένε στα εγγόνια τους μετά από 20 χρόνια.
Οπότε βάζοντας το μυαλό της να δουλέψει στα γρήγορα, αποφασίσει να χρησιμοποιήσει το νεροχύτη σαν τουαλέτα. Άλλωστε, όλα στην ίδια αποχέτευση καταλήγουν. Θα ρίξω και λίγο νερό και δε καταλάβουν τίποτα.
Για το εγχείρημα αυτό, και επειδή ήθελε να είναι πολύ προσεκτική, έβγαλε τελείως τη φούστα της και την άπλωσε μαζί με τις πετσέτες. Σήκωσε ψηλά τη μπλούζα της και την κράτησε με τα δόντια της από την άκρη. Γύρισε την πλάτη της στο νεροχύτη και άρχισε να τον σκαρφαλώνει με την όπισθεν.
Το τελευταίο πράγμα που θυμάται ήταν την ανακούφιση τη στιγμή που άρχισε να κατουράει.
Οι γονείς του Θανάση, ο Θανάσης, η αδερφή του Θανάση, ο άνδρας της αδερφής του Θανάση και η οικιακή βοηθός (η οποία κανονικά τα βράδια εξαφανιζόταν, αλλά έχε χάρη που σήμερα ήταν σημαντική μέρα για την οικογένεια και έμεινε λόγω της Μαρίας) ήταν όλοι στην τραπεζαρία όταν ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος από το μικρό μπάνιο.
Η συζήτηση σταμάτησε, όλοι πάγωσαν και κοιταχτήκανε μεταξύ τους. Ο Θανάσης πετάχτηκε πρώτος να πάει να δει τι ήταν αυτός ο θόρυβος. Ακολούθησε η μητέρα του που ανησύχησε τρομερά γιατί δεν έχει ξανακούσει τέτοιο πάταγο μέσα στο σπίτι. Ο πατέρας του, ενώ συνήθως κρατάει μια διακριτική απόσταση, είδε πως μάλλον θα τον χαρακτηρίζανε ανεύθυνο αν δεν έδειχνε λίγο ενδιαφέρον και έτσι ακολούθησε. Τέλος η αδερφή και ο άνδρας της, ακολουθήσανε για να μην μείνουνε μόνοι στο τραπέζι. Και η οικιακή βοηθός πήγε για να δει αν χρειάζονται κάτι, γιατί όταν κάτι σπάει, αυτή τα μαζεύει.
Ο Θανάσης φώναξε το όνομα της Μαρίας έξω από το μπάνιο, αλλά απάντηση δεν πήρε. Μπρατσωμένος όπως ήταν, έδωσε μία και έσπασε την πόρτα (είναι πιο εύκολο από ότι φαίνεται, μάθαμε αργότερα). Εγώ δεν παίρνω όρκο πως την έσπασε με την πρώτη, αλλά δεν είναι εκεί το θέμα.
Το θέμα είναι στο θέαμα.
Ανοίγοντας την πόρτα ο Θανάσης βρίσκει μια Μαρία αναίσθητη και πεσμένη μπρούμυτα στο πάτωμα χωρίς φούστα, χωρίς κυλοτάκι, και με τη μπλούζα της μαζεμένη στο σβέρκο της και με γρατζουνιές, κοψίματα και αίματα σε όλο της το σώμα.
Κάτω από τη Μαρία, ένας νεροχύτης σπασμένος σε δύο μεγάλα κομμάτια και πολλά πολλά μικρότερα κομματάκια. Και δίπλα στο νεροχύτη μια μικρή λιμνούλα από ούρα.
Μέσα στο πανικό, όλοι είδαν φυσικά το θέαμα. Καλέσανε το ασθενοφόρο, συνεφέρανε τη Μαρία και μάθανε πως τελικά τα σενάρια που βγάλανε (χωρίς να το πούνε στο Θανάση) περί του ότι ίσως η κοπέλα να ήθελε να πλύνει τον κώλο της πριν το φαγητό ή πως ίσως να ήθελε να εκτονωθεί σεξουαλικά ήταν λίγο τραβηγμένα. Όχι πως δεν τους φάνηκε κάπως η ιστορία που μάθανε από το Θανάση για το τι πραγματικά έγινε, αλλά δεν δώσανε συνέχεια.
Ευχηθήκανε περαστικά στη Μαρία μέσω του Θανάση, γιατί η Μαρία κόντευε να πεθάνει από τη ντροπή της και δεν ήθελε να δει κανέναν, και φύγανε.
Το θέμα φυσικά ήταν το ανέκδοτο του μήνα στην παρέα του Θανάση, της Μαρίας, στο κομμωτήριο της μαμάς, της εταιρίας που είχε ο πατέρας, του ορόφου που δούλευε η αδερφή και όλων των πελατών που είχε ο άνδρας της αδερφής στο φαρμακείο (γιατί πλέον πάλιωσαν τα αστεία για αυτούς που αγοράζουν Viagra και Cialis).
Και πολύ πιθανόν να ήταν και το ανέκδοτο και όλων των νότιων Φιλιππίνων, κρίνοντας από το ότι η οικιακή βοηθός δεν είναι γνωστή για την εχεμύθειά της με το μισθό που παίρνει.
-ο-
Όταν το θέμα έκλεισε, τα ράμματα της Μαρίας βγήκαν και τα αστεία στην παρέα της μπαγιατέψανε, ο Θανάσης είπε στη Μαρία πως πρέπει οπωσδήποτε κάποια στιγμή (δεν είπε το παιδί και αύριο) να την ξαναπάει στους γονείς του, οι οποίοι φυσικά είναι άνθρωποι με κατανόηση και ούτως ή άλλως από καιρό θέλανε να τον ξεφορτωθούνε αυτό τον νιπτήρα γιατί τους χαλούσε την αισθητική. Η Μαρία αναρωτήθηκε προς στιγμήν πώς γίνεται να τους χαλούσε ο νιπτήρας όταν είχανε μια κακόγουστη ντουλάπα με σφουγγαρίστες στο μπάνιο των καλεσμένων, αλλά είπε να μην πει τίποτα.
Η Μαρία ήταν ανένδοτη... στην αρχή. Μετά από 6 μήνες όμως και αφού είχε μιλήσει μια φορά με τη μητέρα του Θανάση στο τηλέφωνο, άλλαξε γνώμη. Το τηλεφώνημα των δύο λεπτών ήταν απλά μια προσέγγιση της μητέρας προς τη Μαρία για να ξαναμιλήσουνε με κάποια άλλη αφορμή. Και έτσι όταν η μητέρα πήρε ένα μωρό κανίς, τηλέφωνησε στον Θανάση όταν ήξερε πως θα ήταν μαζί του η Μαρία για να ρωτήσει τι να το ταΐζει. Φυσικά, ήταν και ο Θανάσης μέσα στο κόλπο, αφού ήθελε να αρχίσουνε να ξαναμιλάνε τα δυο μέτωπα. Της Μαρίας της φάνηκε λίγο περίεργο το ότι πήρανε κοτζάμ κανίς και δεν ξέρανε τι να το ταΐζουνε (τι στο διάολο, διαφημίσεις δεν βλέπουνε σ' αυτό το σπίτι;), αλλά και πάλι τήρησε σιγή ιχθύος.
Η Μαρία, τώρα που είχε περάσει καιρός και πήρε θάρρος καθώς η μητέρα του Θανάση δεν αναφέρθηκε στο επισόδειο, είπε πως πρέπει όντως να κάνει μια προσπάθεια γιατί ο Θανάσης είναι πολύ καλό παιδί και δεν είναι δυνατόν να μην προχωρήσει η σχέση τους για κάτι τόσο χαζό.
Φυσικά αυτή τη φορά, το πρόβλημά της δεν ήταν τι θα φορέσει και τι θα πρέπει να πει. Φόρεσε το αγαπημένο της τζινάκι. Δεν είχε λόγο να φορέσει κάτι παραπάνω από casual για να δείξει πως είναι όμορφη, αφού η μόνη στην οικογένεια που δεν την είχε δει γυμνή ήταν η Φιλιππινέζα. Και γι αυτήν ακόμη δεν ήταν ιδιαίτερα σίγουρη, παρόλο που ο Θανάσης τη διαβεβαιώσε πως "δεν είδε κανείς τίποτα, σε έντυσα πριν σε δούνε".
Από το άγχος της, και προκειμένου να μην ξανασυμβεί τίποτα τέτοιο, η Μαρία πήγε 6 φορές για κατούρημα πριν έρθει ο Θανάσης να την πάρει και απεύφεγε να πίνει υγρά όλη τη μέρα. Αν καείς στο χυλό, φυσάς και το γιαούρτι.
Αντί για συγγνώμη, προκειμένου να μην αναφερθεί κανείς στο συμβάν με το νεροχύτη, η Μαρία έφτιαξε μια σπιτική μηλόπιτα, γλυκό το οποίο ήταν το αγαπημένο του μπαμπά. Και φρόντισε να το φτιάξει όπως της είπε ο Θανάσης, με μπόλικη άχνη ζάχαρη και ώριμα μήλα, για να το εκτιμήσει και η μητέρα του.
Ένας Θεός ξέρει τι τρακ είχε η Μαρία όταν ξαναπήγε στο σπίτι των γονιών του Θανάση. Αυτή τη φορά, για κάτι πιο ελαφρύ από δείπνο, απλά κανονίσανε να βρεθούνε για να γιορτάσουνε τον πρώτο χρόνο της επιτυχούς λειτουργίας του φαρμακείου του Θανάση. Στην πραγματικότητα, το φαρμακείο είχε μπει μέσα (και το ξέρανε όλοι), αλλά καμιά φορά είναι καλό να κάνουμε τα στραβά μάτια για να πετύχουμε κάποιο ανώτερο στόχο.
Η πόρτα άνοιξε, τους γονείς τους ξαναχαιρέτησε και όπως διαπίστωσε, δεν ήρθε η συντέλεια του κόσμου. Προσέφερε τη μηλόπιτα, ο πατέρας έκανε ένα αστείο στο Θανάση για το ότι παίρνει κοπέλα για σπίτι (εκεί όλοι σίγουρα φάγανε μια φλασιά με το συμβάν του νεροχύτη, αλλά κανείς δεν είπε τίποτα) και πήγανε οι μεν γυναίκες στην κουζίνα για να φέρουνε τα γλυκά και οι μεν άνδρες στο σαλόνι για να τα πούνε.
Η Μαρία ένιωθε πολύ άβολα που ξαναρχόταν στο σπίτι και ενώ έκανε μηχανικά διάλογο με τη μητέρα του Θανάση, άρχισε να αγχώνεται για το τι μπορεί να συμβεί. Το άγχος της μεγάλωνε ολοένα και περισσότερο, ιδιαίτερα τώρα που ο Θανάσης ήταν σε άλλο δωμάτιο και ένιωσε ξαφνικά την ανάγκη να πάει να καθίσει δίπλα του για να νιώσει καλύτερα.
Ζήτησε βιαστικά συγγνώμη από τη μητέρα του, έτρεξε στο σαλόνι και έκατσε βιαστικά και ατσούμπαλα δίπλα του στον καναπέ, νιώθοντας αμέσως λίγο καλύτερα που ήταν κοντά του, άσχετα με το ότι έβρισκε τον καναπέ λίγο άβολο και σκληρό.
Δεν είχε περάσει ένα δευτερόλεπτο (αν και της φάνηκε παραπάνω) όταν συνειδητοποίησε πως πατέρας και γιος την κοιτούσανε με τρόμο στα μάτια τους. Άρχισε να σκέφτεται μέσα σε δέκατα δευτερολέπτα και να επεξεργάζεται τις κινήσεις της, προσπαθώντας να δει μην έριξε κάνα βάζο μπαίνοντας στο σαλόνι.
Και τότε συνειδητοποίησε πως τη στιγμή που κάθισε στον καναπέ, σαν κάτι να ακούστηκε. Πέταχτηκε από τη θέση της και είδε γιατί το μαξιλαράκι δεν ήταν τόσο άνετο.
Και ο λόγος ήταν πως το μαξιλαράκι ήταν ο Γούντυ, το δύο μηνών κανισάκι, το οποίο τη στγμή που το χάιδευε ο Θανάσης, βρήκε τα 60 κιλά της Μαρίας να είναι πολλά για τα γούστα του και έσκασε το ζωντανό.
Ήταν πλέον επίσημο: Η Μαρία είναι γκαντέμω.
Σε μια φάση η Μαρία γνωρίζει το Θανάση. Ωραίο και καλό παιδί ο Θανάσης. Έκανε λίγο τη δύσκολη η Μαρία γιατί έτσι της είπανε να κάνει όταν κάποιος την ενδιαφέρει πραγματικά. Με τα πολλά, πέφτει η Μαρία, πάνε τις εκδρομούλες τους, κάνουνε τα σέξια τους. Δένονται. Σε μια φάση, ο Θανάσης αποφασίζει πως είναι καιρός να γνωρίσει στους γονείς του τη Μαρία, γιατί τα πράγματα σοβαρεύουν.
Η Μαρία ήθελε πολύ να κάνουν αυτό το μεγάλο βήμα αλλά ήταν διαρκώς αγχωμένη. Οι γονείς του Θανάση την καλέσανε σε δείπνο και όλη την εβδομάδα δεν μπορούσε να αποφασίσει τι να φορέσει για να κάνει την καλύτερη δυνατή εντύπωση. Ο Θανάσης ήταν από καλή οικογένεια και η Μαρία ήθελε να φανεί σοβαρή αλλά όχι και συντηρητική, όμορφη αλλά όχι τσουλάκι, αστεία αλλά όχι λαϊκή, έξυπνη αλλά όχι σνομπ.
Είχε πρήξει λοιπόν τον Θανάση. Και πώς είναι οι γονείς σου; Πού κάνουν συνήθως διακοπές; Τι ομάδα είναι ο πατέρας σου; Έχετε πισίνα στο σπίτι;
Έχοντας συμβουλευθεί τις φίλες της για το τι να βάλει, τι θέματα να συζητήσει για να κάνει καλή εντύπωση και τι θέματα να αποφύγει για να μην την παρεξηγήσουν, η Μαρία πλέον ένιωθε πως ήταν έτοιμη να αντιμετωπίσει τους γονείς του Θανάση.
Έρχεται ο Θανάσης στις οκτώμισι, την παίρνει και την πάει στο σπίτι των γονιών του στον Άγιο Στέφανο. Μεγάλο σπίτι, μέσα στην πρασινάδα, νεόκτιστο μεν αλλά είχε μια αρχοντιά, με τα κρύσταλα, με τις βαριές κουρτίνες, με τα ξύλινα έπιπλα, με τα ψηλά ταβάνια.
Γνωρίζει τους γονείς του Θανάση και ήταν όλοι μέσα στα χαμόγελα. Ο πατέρας του Θανάση φάνηκε υπερήφανος που ο γιος του χτύπησε τόσο όμορφο γκομενάκι. Η μητέρα που ήταν πιο πολύ ψύρρα σε κάτι τέτοια, άρχισε τις ερωτήσεις, και η Μαρία τα πήγαινε μια χαρα.
Όταν ήταν έτοιμο το φαγητό για σερβίρισμα, η Μαρία ένιωσε τη φύση να την καλεί:
- Πού είναι το μπάνιο σας... για να πλύνω τα χέρια μου πριν το φαγητό;
- Μπορείς να πας εδώ κορίτσι μου, για να μην τρέχεις μέσα.
Και ο πατέρας την έστειλε στο μικρό μπάνιο, το οποίο είχε μόνο ένα νεροχύτη και μια ντουλάπα με καθαριστικά και σφουγγαρίστρες.
Με το πού μπήκε στο μπάνιο, η Μαρία έκανε ένα βήμα πίσω, γιατί ήθελε να κατουρήσει. Και ενώ το λογικότερο πράγμα που θα έπρεπε να κάνει ήταν να πει πως θα ήθελε να χρησιμοποιήσει και την τουαλέτα, αποφάσισε πως δεν άξιζε να ξαναγυρίσει στο τραπέζι και να ανακοινώσει μπροστά σε όλους πως εννοούσε πως ήθελε να κατουρήσει. Άλλωστε είχε καταχαρεί γιατί οι γονείς του Θανάση φαινόντουσαν κατενθουσιασμένοι μαζί της και δεν ήθελε να ψεγαδιάσει την πρώτη τους φορά με κάτι τόσο αστείο που οι γονείς του Θανάση θα λένε στα εγγόνια τους μετά από 20 χρόνια.
Οπότε βάζοντας το μυαλό της να δουλέψει στα γρήγορα, αποφασίσει να χρησιμοποιήσει το νεροχύτη σαν τουαλέτα. Άλλωστε, όλα στην ίδια αποχέτευση καταλήγουν. Θα ρίξω και λίγο νερό και δε καταλάβουν τίποτα.
Για το εγχείρημα αυτό, και επειδή ήθελε να είναι πολύ προσεκτική, έβγαλε τελείως τη φούστα της και την άπλωσε μαζί με τις πετσέτες. Σήκωσε ψηλά τη μπλούζα της και την κράτησε με τα δόντια της από την άκρη. Γύρισε την πλάτη της στο νεροχύτη και άρχισε να τον σκαρφαλώνει με την όπισθεν.
Το τελευταίο πράγμα που θυμάται ήταν την ανακούφιση τη στιγμή που άρχισε να κατουράει.
-o-
Οι γονείς του Θανάση, ο Θανάσης, η αδερφή του Θανάση, ο άνδρας της αδερφής του Θανάση και η οικιακή βοηθός (η οποία κανονικά τα βράδια εξαφανιζόταν, αλλά έχε χάρη που σήμερα ήταν σημαντική μέρα για την οικογένεια και έμεινε λόγω της Μαρίας) ήταν όλοι στην τραπεζαρία όταν ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος από το μικρό μπάνιο.
Η συζήτηση σταμάτησε, όλοι πάγωσαν και κοιταχτήκανε μεταξύ τους. Ο Θανάσης πετάχτηκε πρώτος να πάει να δει τι ήταν αυτός ο θόρυβος. Ακολούθησε η μητέρα του που ανησύχησε τρομερά γιατί δεν έχει ξανακούσει τέτοιο πάταγο μέσα στο σπίτι. Ο πατέρας του, ενώ συνήθως κρατάει μια διακριτική απόσταση, είδε πως μάλλον θα τον χαρακτηρίζανε ανεύθυνο αν δεν έδειχνε λίγο ενδιαφέρον και έτσι ακολούθησε. Τέλος η αδερφή και ο άνδρας της, ακολουθήσανε για να μην μείνουνε μόνοι στο τραπέζι. Και η οικιακή βοηθός πήγε για να δει αν χρειάζονται κάτι, γιατί όταν κάτι σπάει, αυτή τα μαζεύει.
Ο Θανάσης φώναξε το όνομα της Μαρίας έξω από το μπάνιο, αλλά απάντηση δεν πήρε. Μπρατσωμένος όπως ήταν, έδωσε μία και έσπασε την πόρτα (είναι πιο εύκολο από ότι φαίνεται, μάθαμε αργότερα). Εγώ δεν παίρνω όρκο πως την έσπασε με την πρώτη, αλλά δεν είναι εκεί το θέμα.
Το θέμα είναι στο θέαμα.
Ανοίγοντας την πόρτα ο Θανάσης βρίσκει μια Μαρία αναίσθητη και πεσμένη μπρούμυτα στο πάτωμα χωρίς φούστα, χωρίς κυλοτάκι, και με τη μπλούζα της μαζεμένη στο σβέρκο της και με γρατζουνιές, κοψίματα και αίματα σε όλο της το σώμα.
Κάτω από τη Μαρία, ένας νεροχύτης σπασμένος σε δύο μεγάλα κομμάτια και πολλά πολλά μικρότερα κομματάκια. Και δίπλα στο νεροχύτη μια μικρή λιμνούλα από ούρα.
Μέσα στο πανικό, όλοι είδαν φυσικά το θέαμα. Καλέσανε το ασθενοφόρο, συνεφέρανε τη Μαρία και μάθανε πως τελικά τα σενάρια που βγάλανε (χωρίς να το πούνε στο Θανάση) περί του ότι ίσως η κοπέλα να ήθελε να πλύνει τον κώλο της πριν το φαγητό ή πως ίσως να ήθελε να εκτονωθεί σεξουαλικά ήταν λίγο τραβηγμένα. Όχι πως δεν τους φάνηκε κάπως η ιστορία που μάθανε από το Θανάση για το τι πραγματικά έγινε, αλλά δεν δώσανε συνέχεια.
Ευχηθήκανε περαστικά στη Μαρία μέσω του Θανάση, γιατί η Μαρία κόντευε να πεθάνει από τη ντροπή της και δεν ήθελε να δει κανέναν, και φύγανε.
Το θέμα φυσικά ήταν το ανέκδοτο του μήνα στην παρέα του Θανάση, της Μαρίας, στο κομμωτήριο της μαμάς, της εταιρίας που είχε ο πατέρας, του ορόφου που δούλευε η αδερφή και όλων των πελατών που είχε ο άνδρας της αδερφής στο φαρμακείο (γιατί πλέον πάλιωσαν τα αστεία για αυτούς που αγοράζουν Viagra και Cialis).
Και πολύ πιθανόν να ήταν και το ανέκδοτο και όλων των νότιων Φιλιππίνων, κρίνοντας από το ότι η οικιακή βοηθός δεν είναι γνωστή για την εχεμύθειά της με το μισθό που παίρνει.
-ο-
Όταν το θέμα έκλεισε, τα ράμματα της Μαρίας βγήκαν και τα αστεία στην παρέα της μπαγιατέψανε, ο Θανάσης είπε στη Μαρία πως πρέπει οπωσδήποτε κάποια στιγμή (δεν είπε το παιδί και αύριο) να την ξαναπάει στους γονείς του, οι οποίοι φυσικά είναι άνθρωποι με κατανόηση και ούτως ή άλλως από καιρό θέλανε να τον ξεφορτωθούνε αυτό τον νιπτήρα γιατί τους χαλούσε την αισθητική. Η Μαρία αναρωτήθηκε προς στιγμήν πώς γίνεται να τους χαλούσε ο νιπτήρας όταν είχανε μια κακόγουστη ντουλάπα με σφουγγαρίστες στο μπάνιο των καλεσμένων, αλλά είπε να μην πει τίποτα.
Η Μαρία ήταν ανένδοτη... στην αρχή. Μετά από 6 μήνες όμως και αφού είχε μιλήσει μια φορά με τη μητέρα του Θανάση στο τηλέφωνο, άλλαξε γνώμη. Το τηλεφώνημα των δύο λεπτών ήταν απλά μια προσέγγιση της μητέρας προς τη Μαρία για να ξαναμιλήσουνε με κάποια άλλη αφορμή. Και έτσι όταν η μητέρα πήρε ένα μωρό κανίς, τηλέφωνησε στον Θανάση όταν ήξερε πως θα ήταν μαζί του η Μαρία για να ρωτήσει τι να το ταΐζει. Φυσικά, ήταν και ο Θανάσης μέσα στο κόλπο, αφού ήθελε να αρχίσουνε να ξαναμιλάνε τα δυο μέτωπα. Της Μαρίας της φάνηκε λίγο περίεργο το ότι πήρανε κοτζάμ κανίς και δεν ξέρανε τι να το ταΐζουνε (τι στο διάολο, διαφημίσεις δεν βλέπουνε σ' αυτό το σπίτι;), αλλά και πάλι τήρησε σιγή ιχθύος.
Η Μαρία, τώρα που είχε περάσει καιρός και πήρε θάρρος καθώς η μητέρα του Θανάση δεν αναφέρθηκε στο επισόδειο, είπε πως πρέπει όντως να κάνει μια προσπάθεια γιατί ο Θανάσης είναι πολύ καλό παιδί και δεν είναι δυνατόν να μην προχωρήσει η σχέση τους για κάτι τόσο χαζό.
Φυσικά αυτή τη φορά, το πρόβλημά της δεν ήταν τι θα φορέσει και τι θα πρέπει να πει. Φόρεσε το αγαπημένο της τζινάκι. Δεν είχε λόγο να φορέσει κάτι παραπάνω από casual για να δείξει πως είναι όμορφη, αφού η μόνη στην οικογένεια που δεν την είχε δει γυμνή ήταν η Φιλιππινέζα. Και γι αυτήν ακόμη δεν ήταν ιδιαίτερα σίγουρη, παρόλο που ο Θανάσης τη διαβεβαιώσε πως "δεν είδε κανείς τίποτα, σε έντυσα πριν σε δούνε".
Από το άγχος της, και προκειμένου να μην ξανασυμβεί τίποτα τέτοιο, η Μαρία πήγε 6 φορές για κατούρημα πριν έρθει ο Θανάσης να την πάρει και απεύφεγε να πίνει υγρά όλη τη μέρα. Αν καείς στο χυλό, φυσάς και το γιαούρτι.
Αντί για συγγνώμη, προκειμένου να μην αναφερθεί κανείς στο συμβάν με το νεροχύτη, η Μαρία έφτιαξε μια σπιτική μηλόπιτα, γλυκό το οποίο ήταν το αγαπημένο του μπαμπά. Και φρόντισε να το φτιάξει όπως της είπε ο Θανάσης, με μπόλικη άχνη ζάχαρη και ώριμα μήλα, για να το εκτιμήσει και η μητέρα του.
Ένας Θεός ξέρει τι τρακ είχε η Μαρία όταν ξαναπήγε στο σπίτι των γονιών του Θανάση. Αυτή τη φορά, για κάτι πιο ελαφρύ από δείπνο, απλά κανονίσανε να βρεθούνε για να γιορτάσουνε τον πρώτο χρόνο της επιτυχούς λειτουργίας του φαρμακείου του Θανάση. Στην πραγματικότητα, το φαρμακείο είχε μπει μέσα (και το ξέρανε όλοι), αλλά καμιά φορά είναι καλό να κάνουμε τα στραβά μάτια για να πετύχουμε κάποιο ανώτερο στόχο.
Η πόρτα άνοιξε, τους γονείς τους ξαναχαιρέτησε και όπως διαπίστωσε, δεν ήρθε η συντέλεια του κόσμου. Προσέφερε τη μηλόπιτα, ο πατέρας έκανε ένα αστείο στο Θανάση για το ότι παίρνει κοπέλα για σπίτι (εκεί όλοι σίγουρα φάγανε μια φλασιά με το συμβάν του νεροχύτη, αλλά κανείς δεν είπε τίποτα) και πήγανε οι μεν γυναίκες στην κουζίνα για να φέρουνε τα γλυκά και οι μεν άνδρες στο σαλόνι για να τα πούνε.
Η Μαρία ένιωθε πολύ άβολα που ξαναρχόταν στο σπίτι και ενώ έκανε μηχανικά διάλογο με τη μητέρα του Θανάση, άρχισε να αγχώνεται για το τι μπορεί να συμβεί. Το άγχος της μεγάλωνε ολοένα και περισσότερο, ιδιαίτερα τώρα που ο Θανάσης ήταν σε άλλο δωμάτιο και ένιωσε ξαφνικά την ανάγκη να πάει να καθίσει δίπλα του για να νιώσει καλύτερα.
Ζήτησε βιαστικά συγγνώμη από τη μητέρα του, έτρεξε στο σαλόνι και έκατσε βιαστικά και ατσούμπαλα δίπλα του στον καναπέ, νιώθοντας αμέσως λίγο καλύτερα που ήταν κοντά του, άσχετα με το ότι έβρισκε τον καναπέ λίγο άβολο και σκληρό.
Δεν είχε περάσει ένα δευτερόλεπτο (αν και της φάνηκε παραπάνω) όταν συνειδητοποίησε πως πατέρας και γιος την κοιτούσανε με τρόμο στα μάτια τους. Άρχισε να σκέφτεται μέσα σε δέκατα δευτερολέπτα και να επεξεργάζεται τις κινήσεις της, προσπαθώντας να δει μην έριξε κάνα βάζο μπαίνοντας στο σαλόνι.
Και τότε συνειδητοποίησε πως τη στιγμή που κάθισε στον καναπέ, σαν κάτι να ακούστηκε. Πέταχτηκε από τη θέση της και είδε γιατί το μαξιλαράκι δεν ήταν τόσο άνετο.
Και ο λόγος ήταν πως το μαξιλαράκι ήταν ο Γούντυ, το δύο μηνών κανισάκι, το οποίο τη στγμή που το χάιδευε ο Θανάσης, βρήκε τα 60 κιλά της Μαρίας να είναι πολλά για τα γούστα του και έσκασε το ζωντανό.
Ήταν πλέον επίσημο: Η Μαρία είναι γκαντέμω.
Everest Καλλιθέας, 19 Ιουνίου, 04:30
Ήρθες με μια φίλη σου με το αυτοκινητάκι σου, ένα μικρό Peugeot, νομίζω το 206 πρέπει να ήταν.
Σταμάτησες μπροστά στα Everest, έβαλες πρόχειρα το αυτοκίνητό σου πίσω από το δικό μου, έδωσες την παραγγελία σου στη φίλη σου και την ξαμόλυσες να πάει να σου φέρει κάτι να φας.
Όσην ώρα η φίλη σου περίμενε στην ουρά, σε κοίταζα γιατί ήσουν πανέμορφη. Το κατάμαυρο γυαλιστερό μαλλί σου μπλεκόταν στα κρεμαστά σκουλαρίκια σου, εσύ έμοιαζες να ήθελες να κοιμηθείς. Χασμουρήθηκες. Μετά τεντώθηκες. Και όταν κατάλαβες πως κάποιος από τα τραπεζάκια σε κοιτάζει, καρφώθηκες για λίγο. Για πέντε δευτερόλεπτα. Για να δεις αν θα με έκανες να γυρίσω το βλέμμα μου αλλού.
Δεν ξέρεις όμως με ποιον έχεις να κάνεις. Σχεδόν με απέχθεια σταμάτησες να κοιτάζεις και μετά επιδεικτικά κοιτούσες προς όλες τις κατευθύνσεις εκτός από εκεί που ήμουν εγώ. Σε είδα να ανάβεις τσιγάρο και μετά γύρισα το βλέμμα μου στη φίλη σου για να δω αν έχει ήδη παραγγείλει. Και τότε αμέσως με κάρφωσες. Έπιασα το βλέμα σου. Με κοίταξες τώρα για περισσότερη ώρα. Με περιέργεια στο βλέμμα.
Μου άρεσες πολύ. Το στυλ σου, το μπλουζάκι, το πρόσωπό σου, το δέρμα σου. Σχεδόν μπορούσα να μυρίσω το άρωμά σου.
Τελειώνοντας το χυμό μου και μη έχοντας δώσει την παραμικρή σημασία σε ότι μου έλεγε ο Παύλος τα τελευταία δύο λεπτά (κάτι για κάποιο κλαμπ νομίζω), μπήκα στο αμάξι. Έβαλα τη ζώνη και κοίταξα τον καθρέφτη μου για να σε δω για μια ακόμη φορά πριν φύγω.
Αλλά είχες αναμμένα τα φώτα σου και δεν έβλεπα τίποτα. Τσαντίστηκα. Βγήκα από το αμάξι, ήρθα σε σένα:
- Σε κοιτάζω τόση ώρα και απλά ήθελα να σου πω πως είσαι μια κούκλα.
- Σ' ευχαριστώ.
Μπήκα στο αμάξι, έκανα αναστροφή και σε είδα με την άκρη του ματιού μου να με καρφώνεις και να αναρωτιέσαι τί μόλις έγινε. Γύρισα, σε κοίταξα και μου έριξες ένα καταπληκτικό χαμόγελο. Όχι χαμόγελο αμηχανίας, σαν αυτό που μου έριξες λέγοντας το ευχαριστώ, αλλά ένα χαμόγελο οικειότητας, ένα χαμόγελο γεμάτο ζεστασιά.
Και εγώ απλά έφυγα οδηγώντας αργά.
Βέβαια, είμαι σίγουρος πως δεν ταιριάζουμε γιατί τα δικά σου ενδιαφέροντα θα είναι το πλέξιμο και το τάβλι, ψάχνεις να παντρευτείς σε 3 μήνες και σ' αρέσουν τα κρύσταλλα και τα σερβίτσια, είσαι ψυχάκιας με το κάθε-τί και θέλεις κάποιον που να σε πηγαίνει πρώτο τραπέζι πίστα στα μπουζουξίδικα για να ξεδίνεις.
Αλλά ξέρεις κάτι; Εκείνη τη στιγμή, μου έκανες κλικ.
Γι αυτό, αν, κατά κάποιο περίεργο τρόπο, το σύμπαν συνόμωτεί υπέρ μας και βρέθηκες κατά λάθος στη σελίδα αυτή και το διαβάζεις τώρα αυτό, βρες τρόπο να επικοινωνήσεις γιατί το επόμενο Σάββατο βράδυ δεν θα είμαι στα Everest μετά την έξοδο.
Σταμάτησες μπροστά στα Everest, έβαλες πρόχειρα το αυτοκίνητό σου πίσω από το δικό μου, έδωσες την παραγγελία σου στη φίλη σου και την ξαμόλυσες να πάει να σου φέρει κάτι να φας.
Όσην ώρα η φίλη σου περίμενε στην ουρά, σε κοίταζα γιατί ήσουν πανέμορφη. Το κατάμαυρο γυαλιστερό μαλλί σου μπλεκόταν στα κρεμαστά σκουλαρίκια σου, εσύ έμοιαζες να ήθελες να κοιμηθείς. Χασμουρήθηκες. Μετά τεντώθηκες. Και όταν κατάλαβες πως κάποιος από τα τραπεζάκια σε κοιτάζει, καρφώθηκες για λίγο. Για πέντε δευτερόλεπτα. Για να δεις αν θα με έκανες να γυρίσω το βλέμμα μου αλλού.
Δεν ξέρεις όμως με ποιον έχεις να κάνεις. Σχεδόν με απέχθεια σταμάτησες να κοιτάζεις και μετά επιδεικτικά κοιτούσες προς όλες τις κατευθύνσεις εκτός από εκεί που ήμουν εγώ. Σε είδα να ανάβεις τσιγάρο και μετά γύρισα το βλέμμα μου στη φίλη σου για να δω αν έχει ήδη παραγγείλει. Και τότε αμέσως με κάρφωσες. Έπιασα το βλέμα σου. Με κοίταξες τώρα για περισσότερη ώρα. Με περιέργεια στο βλέμμα.
Μου άρεσες πολύ. Το στυλ σου, το μπλουζάκι, το πρόσωπό σου, το δέρμα σου. Σχεδόν μπορούσα να μυρίσω το άρωμά σου.
Τελειώνοντας το χυμό μου και μη έχοντας δώσει την παραμικρή σημασία σε ότι μου έλεγε ο Παύλος τα τελευταία δύο λεπτά (κάτι για κάποιο κλαμπ νομίζω), μπήκα στο αμάξι. Έβαλα τη ζώνη και κοίταξα τον καθρέφτη μου για να σε δω για μια ακόμη φορά πριν φύγω.
Αλλά είχες αναμμένα τα φώτα σου και δεν έβλεπα τίποτα. Τσαντίστηκα. Βγήκα από το αμάξι, ήρθα σε σένα:
- Σε κοιτάζω τόση ώρα και απλά ήθελα να σου πω πως είσαι μια κούκλα.
- Σ' ευχαριστώ.
Μπήκα στο αμάξι, έκανα αναστροφή και σε είδα με την άκρη του ματιού μου να με καρφώνεις και να αναρωτιέσαι τί μόλις έγινε. Γύρισα, σε κοίταξα και μου έριξες ένα καταπληκτικό χαμόγελο. Όχι χαμόγελο αμηχανίας, σαν αυτό που μου έριξες λέγοντας το ευχαριστώ, αλλά ένα χαμόγελο οικειότητας, ένα χαμόγελο γεμάτο ζεστασιά.
Και εγώ απλά έφυγα οδηγώντας αργά.
Βέβαια, είμαι σίγουρος πως δεν ταιριάζουμε γιατί τα δικά σου ενδιαφέροντα θα είναι το πλέξιμο και το τάβλι, ψάχνεις να παντρευτείς σε 3 μήνες και σ' αρέσουν τα κρύσταλλα και τα σερβίτσια, είσαι ψυχάκιας με το κάθε-τί και θέλεις κάποιον που να σε πηγαίνει πρώτο τραπέζι πίστα στα μπουζουξίδικα για να ξεδίνεις.
Αλλά ξέρεις κάτι; Εκείνη τη στιγμή, μου έκανες κλικ.
Γι αυτό, αν, κατά κάποιο περίεργο τρόπο, το σύμπαν συνόμωτεί υπέρ μας και βρέθηκες κατά λάθος στη σελίδα αυτή και το διαβάζεις τώρα αυτό, βρες τρόπο να επικοινωνήσεις γιατί το επόμενο Σάββατο βράδυ δεν θα είμαι στα Everest μετά την έξοδο.
17.6.05
Ρωσίδα πουτάνα
Περπατάω στο δρόμο με μια φίλη, τη Λίλιαν. Περνάει μια κουκλάρα, που έμοιαζε να μην είναι Ελληνίδα. Μέχρι να γυρίσω το κεφάλι μου από την στροφή 180 μοιρών που είχε κάνει πάνω στο σβέρκο μου, η Λίλιαν είχε βγάλει το συμπέρασμα:
- Τι κοιτάς; Ρωσίδα είναι.
- Ε και;
- Οι Ρωσίδες είναι πουτάνες.
- Γιατί;
- Τι πα να πει γιατί ρε Γιώργο; Επειδή είναι πουτάνες!
Απορώ με τον εαυτό μου ώρες-ώρες πως μπορώ και αντιστέκομαι σε τόσο λογικά συμπεράσματα όταν μου τα παρουσιάζουν με τόσο δυνατά επιχειρήματα.
- Μα δεν την ξέρεις την κοπελίτσα.
- Πουτάνα είναι, δεν την είδες πώς κυκλοφορεί;
- Γιατί τι είχε;
- Είχε έναν αέρα εγώ είμαι και άλλη δεν είναι.
- Μα άμα η κοπέλα είναι κουκλάρα και εμείς είμαστε μαλάκες και πέφτουμε πάνω σε κολώνες επειδή την κοιτάμε όταν περνάει, τι φταίει αυτή; Ίσα-ίσα, που δεν φορούσε και τίποτα προκλητικό.
- Εμ βέβαια, τι να το κάνει το προκλητικό, αφού κι έτσι πουτάνα είναι.
Το θέμα είναι πως η Λίλιαν σοβαρολογεί.
- Ρε συ, μπας και η τελευταία σου σχέση, ο Άρης, σε παράτησε για καμια Ρωσίδα;
- Τι λες τώρα; Τι έχει να κάνει ο Άρης; Πού τον θυμήθηκες αυτόν; Καλά, δεν είπαμε ότι δε θα μου τον ξαναναφέρεις ποτέ αυτόν τον μαλάκα; Δεν σου είπα πως δεν θέλω να μιλάω γι αυτόν;
Μετά από ένα μικρό φραστικό σχόλιο για το ότι ο Άρης ήταν ο τέλειος γκόμενος, αλλά πού τον θυμήθηκα τον παλιομαλάκα, και εγώ δεν θέλω να μιλάω για τον Άρη, είχε περάσει τόση ώρα που η κοπέλα θα μπορούσε κάλιστα να έχει φτάσει στη Ρωσία με τα πόδια και να πίνει καφέ στην Κόκκινη Πλατεία.
- Δηλαδή, η κοπέλα γιατί ήταν πουτάνα;
- Καλά, πάλι θα τα λέμε;
Έχω μνήμη χρυσόψαρου και ξεχνάω εύκολα, προφανώς κάποια στιγμή, πριν πιάσουμε τον Άρη, συμφωνήσαμε και κατάληξαμε σε ένα λογικό, συνετό και επιχειρηματολογημένο συμπέρασμα και εγώ απλά το ξέχασα.
- Μα...
- Άκου να δεις. Αυτή η κοπέλα ήρθε από τη Ρωσία.
- Βασικά, εγώ για Ουκρανέζα την έκοψα, είχε πολύ ψηλά ζυγωματικά, υποδηλώνει σλάβικα γονίδια.
Σε αυτό το σημείο, η Λίλιαν, με κοιτάει με βλέμμα που σκοτώνει μέχρι και Ουκρανό πρωταθλητή στο άθλημα της κατάποσης βότκας. Συγγνώμη, Ρώσο, ήθελα να πω. Προφανώς.
- Ήρθε λοιπόν από Ρωσία με ένα μόνο σκοπό. Να γίνει πουτάνα εδώ, να φάει τα λεφτά κάτι τύπων σαν κι εσένα, να παντρευτεί κάναν μεγαλύτερο μαλάκα και μετά να του πάρει και το σπίτι, το αμάξι, την επιχείρηση.
- Μα δεν την ξέρεις. Μπορεί να βγαίνει με ένα παληκάρι δυο μέτρα, πλην όμως απένταρο, και να ζούνε τον έρωτά τους.
- Καλά πας καλά;
Προφανώς δεν πήγαινα καλά. Οι Ουκρ... Ρωσίδες είναι ρομποτάκια τα οποία έχουν έρθει στον πλανήτη μας για να μας πιουν το αίμα. Κάτι σαν τον Κόμη Δράκουλα, αλλά με βυζιά.
Το ξανασκέφτομαι, μπας και την άγχωσε το γεγονός πως μπορεί η Ουκρανέζα αντί να τρώει τα λεφτά κάποιου πλούσιου, χοντρού και καράφλα, να της τρώει τον δίμετρο γκόμενο. Μπα, όχι, η Λίλιαν τέτοιο πράγμα...
- Δηλαδή ρε Λίλιαν, γιατί είναι πουτάνα η κοπέλα;
- Καλά, δεν είδες τι φορούσε;
- Τι φορούσε;
- Φούστα.
- Δηλαδή όποια φοράει φούστα είναι πουτάνα;
- Όχι, αλλά αυτή ήταν.
- Μα κι εσύ φοράς φούστα.
- Ναι, αλλά εγώ δεν είμαι πουτάνα.
Έχετε καταλάβει τι τραβάω, έτσι; Αλλά λέω αφού μπήκα στο χορό θα χορέψω.
- Άρα λοιπόν, η φούστα δεν είναι κριτήριο. Για να μη σου πω ότι η δικιά σου φούστα είναι πολύ πιο κοντή από της κοπέλας.
- Το μήκος της φούστας δεν έχει να κάνει. Αυτή είναι πουτάνα.
Σε αυτό το σημείο είμαστε στο φανάρι και περιμένουμε να ανάψει πράσινο για να περάσουμε απέναντι. Δίπλα μας, ένας περαστικός ακούει τη συζήτηση αλλά κάνει πως είναι πιο ενδιαφέρον να κοιτάζει για 2 λεπτά τους αρμούς στις πλάκες του πεζοδρομίου (ενώ έχει ευθυγραμμίσει το αυτί του με τη συζήτησή μας).
- Δηλαδή είναι πουτάνα για ποιό λόγο;
- Δεν υπάρχει ένας λόγος. Είναι πουτάνα για πολλούς λόγους!
- Πες μου μερικούς από αυτούς.
- Είναι πουτάνα γιατί βρίσκει άνδρες.
(Είναι πουτάνα γιατί βρίσκει άνδρες. Μάλιστα.)
- Εσύ δεν βρίσκεις άνδρες;
- Τι λες τώρα! Εγώ έναν έχω!
- Ναι αλλά πριν από αυτόν τον ένα είχες άλλον.
- Ναι αλλά είχα έναν τη φορά.
- Κάτσε, γιατί αν θυμάμαι καλά σε ένα διάστημα πριν 3 μήνες, είχες και τους δύο μαζί.
- Ναι αλλά εμένα ήταν ο πρώην μου!
- Αααααα! Ε πες το έτσι ρε Λίλιαν. Ήταν ο πρώην σου. Ενώ της κοπελίτσας ήταν και οι δύο νυν, αυτό θες να μου πεις;
- Ποιά κοπελίτσα; Την πουτάνα λες;
Έχω ήδη αρχίσει να δαγκώνομαι.
- Δηλαδή πόσους άνδρες πρέπει να είχε τον τελευταίο χρόνο για να είναι πουτάνα; Τέσσερις;
- Ου, καραπουτανάρα είναι, δε το συζητάω.
- Επειδή στους τελευταίους δώδεκα μήνες έκανε σεξ με τέσσερις;
- Φυσικά.
- Εσύ Λίλιαν με πόσους έκανες σεξ τους τελευταίους δώδεκα μήνες;
- Με δύο.
- Ποιούς δύο ρε Λίλιαν; Πλάκα μου κάνεις; Ο Μάκης, ο Τάκης, ο Σάκης, ο Λάκης, ο Βάκης και ο Άκης είναι δύο;
- Φυσικά. Οι τέσσερις τελευταίοι δεν μετράνε.
- Γιατί δε μετράνε;
- Γιατί αυτή είναι πουτάνα.
Προσέχτε τη μεγαλοφυΐα του ισχυρισμού. Οι κ.κ. Σάκης ως Άκης δεν μετράνε γιατί η κοπελίτσα στο δρόμο είναι πουτάνα.
- Εγώ ρε Λίλιαν δηλαδή τι είμαι;
- Πουτάνα είσαι κι εσύ.
- Γιατί είμαι εγώ πουτάνα;
- Γιατί κι εσύ γάμησες πάνω από 4 τον τελευταίο χρόνο.
- Οκ. Μα κι εσύ...
- Οι δικοί μου δε μετράνε!
- Οι δικές μου μετράνε όλες δηλαδή;
- Ε, η Δήμητρα δε μετράει.
- Γιατί δε μετράει η Δήμητρα;
- Γιατί ήταν πουτάνα! (προφανώς).
- Γιατί ήταν πουτάνα η Δήμητρα;
- Ήταν από Ρωσία.
- Δεν ήταν από Ρωσία. Πόντια στην καταγωγή ήταν.
- Ρωσία είναι κι εκεί.
- Λίλιαν, τι λες; Ο Πόντος είναι ένα από τα μέρη που έχει κρατήσει τον ελληνισμό πιο καθαρό από ότι εμείς. Η γλώσσα τους έχει μεγαλύτερη σχέση με την lingua pura των αρχαίων Ελλήνων από ότι η δική μας.
- Δε με νοιάζει τι γλώσσα μιλούσε, ήταν πουτάνα. Και είχε στραβά δόντια!
- Τι κοιτάς; Ρωσίδα είναι.
- Ε και;
- Οι Ρωσίδες είναι πουτάνες.
- Γιατί;
- Τι πα να πει γιατί ρε Γιώργο; Επειδή είναι πουτάνες!
Απορώ με τον εαυτό μου ώρες-ώρες πως μπορώ και αντιστέκομαι σε τόσο λογικά συμπεράσματα όταν μου τα παρουσιάζουν με τόσο δυνατά επιχειρήματα.
- Μα δεν την ξέρεις την κοπελίτσα.
- Πουτάνα είναι, δεν την είδες πώς κυκλοφορεί;
- Γιατί τι είχε;
- Είχε έναν αέρα εγώ είμαι και άλλη δεν είναι.
- Μα άμα η κοπέλα είναι κουκλάρα και εμείς είμαστε μαλάκες και πέφτουμε πάνω σε κολώνες επειδή την κοιτάμε όταν περνάει, τι φταίει αυτή; Ίσα-ίσα, που δεν φορούσε και τίποτα προκλητικό.
- Εμ βέβαια, τι να το κάνει το προκλητικό, αφού κι έτσι πουτάνα είναι.
Το θέμα είναι πως η Λίλιαν σοβαρολογεί.
- Ρε συ, μπας και η τελευταία σου σχέση, ο Άρης, σε παράτησε για καμια Ρωσίδα;
- Τι λες τώρα; Τι έχει να κάνει ο Άρης; Πού τον θυμήθηκες αυτόν; Καλά, δεν είπαμε ότι δε θα μου τον ξαναναφέρεις ποτέ αυτόν τον μαλάκα; Δεν σου είπα πως δεν θέλω να μιλάω γι αυτόν;
Εδώ, παρένθεση:
Ο Άρης, κατά τα λεγόμενα της Λίλιαν, ήταν ο πιο τέλειος γκόμενος που θα μπορούσε να έχει. Όταν δεν έβγαινε μαζί της, δηλαδή τις 29 από τις 30 μέρες του μήνα, απλά έβγαινε με τους φίλους του. Και πάντα έκλεινε το κινητό του, είτε ήταν με τη Λίλιαν, είτε με τους φίλους του. Δεν κοιτούσε ποτέ άλλες γκόμενες. Ούτε καν στην τηλεόραση. Και δεν του άρεσε να βλέπει τσόντες. Δεν είχε δει ποτέ του τσόντα. Και δεν είχε τραβήξει ποτέ του μαλακία. Και οι μαλακίες είναι κάτι το (μπρρρρ...) ανατριχιαστικό για τον Άρη, έτσι Λίλιαν;
Καταλαβαίνετε τι τραβάω, έτσι;
Μετά από ένα μικρό φραστικό σχόλιο για το ότι ο Άρης ήταν ο τέλειος γκόμενος, αλλά πού τον θυμήθηκα τον παλιομαλάκα, και εγώ δεν θέλω να μιλάω για τον Άρη, είχε περάσει τόση ώρα που η κοπέλα θα μπορούσε κάλιστα να έχει φτάσει στη Ρωσία με τα πόδια και να πίνει καφέ στην Κόκκινη Πλατεία.
- Δηλαδή, η κοπέλα γιατί ήταν πουτάνα;
- Καλά, πάλι θα τα λέμε;
Έχω μνήμη χρυσόψαρου και ξεχνάω εύκολα, προφανώς κάποια στιγμή, πριν πιάσουμε τον Άρη, συμφωνήσαμε και κατάληξαμε σε ένα λογικό, συνετό και επιχειρηματολογημένο συμπέρασμα και εγώ απλά το ξέχασα.
- Μα...
- Άκου να δεις. Αυτή η κοπέλα ήρθε από τη Ρωσία.
- Βασικά, εγώ για Ουκρανέζα την έκοψα, είχε πολύ ψηλά ζυγωματικά, υποδηλώνει σλάβικα γονίδια.
Σε αυτό το σημείο, η Λίλιαν, με κοιτάει με βλέμμα που σκοτώνει μέχρι και Ουκρανό πρωταθλητή στο άθλημα της κατάποσης βότκας. Συγγνώμη, Ρώσο, ήθελα να πω. Προφανώς.
- Ήρθε λοιπόν από Ρωσία με ένα μόνο σκοπό. Να γίνει πουτάνα εδώ, να φάει τα λεφτά κάτι τύπων σαν κι εσένα, να παντρευτεί κάναν μεγαλύτερο μαλάκα και μετά να του πάρει και το σπίτι, το αμάξι, την επιχείρηση.
- Μα δεν την ξέρεις. Μπορεί να βγαίνει με ένα παληκάρι δυο μέτρα, πλην όμως απένταρο, και να ζούνε τον έρωτά τους.
- Καλά πας καλά;
Προφανώς δεν πήγαινα καλά. Οι Ουκρ... Ρωσίδες είναι ρομποτάκια τα οποία έχουν έρθει στον πλανήτη μας για να μας πιουν το αίμα. Κάτι σαν τον Κόμη Δράκουλα, αλλά με βυζιά.
Το ξανασκέφτομαι, μπας και την άγχωσε το γεγονός πως μπορεί η Ουκρανέζα αντί να τρώει τα λεφτά κάποιου πλούσιου, χοντρού και καράφλα, να της τρώει τον δίμετρο γκόμενο. Μπα, όχι, η Λίλιαν τέτοιο πράγμα...
- Δηλαδή ρε Λίλιαν, γιατί είναι πουτάνα η κοπέλα;
- Καλά, δεν είδες τι φορούσε;
- Τι φορούσε;
- Φούστα.
- Δηλαδή όποια φοράει φούστα είναι πουτάνα;
- Όχι, αλλά αυτή ήταν.
- Μα κι εσύ φοράς φούστα.
- Ναι, αλλά εγώ δεν είμαι πουτάνα.
Έχετε καταλάβει τι τραβάω, έτσι; Αλλά λέω αφού μπήκα στο χορό θα χορέψω.
- Άρα λοιπόν, η φούστα δεν είναι κριτήριο. Για να μη σου πω ότι η δικιά σου φούστα είναι πολύ πιο κοντή από της κοπέλας.
- Το μήκος της φούστας δεν έχει να κάνει. Αυτή είναι πουτάνα.
Σε αυτό το σημείο είμαστε στο φανάρι και περιμένουμε να ανάψει πράσινο για να περάσουμε απέναντι. Δίπλα μας, ένας περαστικός ακούει τη συζήτηση αλλά κάνει πως είναι πιο ενδιαφέρον να κοιτάζει για 2 λεπτά τους αρμούς στις πλάκες του πεζοδρομίου (ενώ έχει ευθυγραμμίσει το αυτί του με τη συζήτησή μας).
- Δηλαδή είναι πουτάνα για ποιό λόγο;
- Δεν υπάρχει ένας λόγος. Είναι πουτάνα για πολλούς λόγους!
- Πες μου μερικούς από αυτούς.
- Είναι πουτάνα γιατί βρίσκει άνδρες.
(Είναι πουτάνα γιατί βρίσκει άνδρες. Μάλιστα.)
- Εσύ δεν βρίσκεις άνδρες;
- Τι λες τώρα! Εγώ έναν έχω!
- Ναι αλλά πριν από αυτόν τον ένα είχες άλλον.
- Ναι αλλά είχα έναν τη φορά.
- Κάτσε, γιατί αν θυμάμαι καλά σε ένα διάστημα πριν 3 μήνες, είχες και τους δύο μαζί.
- Ναι αλλά εμένα ήταν ο πρώην μου!
- Αααααα! Ε πες το έτσι ρε Λίλιαν. Ήταν ο πρώην σου. Ενώ της κοπελίτσας ήταν και οι δύο νυν, αυτό θες να μου πεις;
- Ποιά κοπελίτσα; Την πουτάνα λες;
Έχω ήδη αρχίσει να δαγκώνομαι.
- Δηλαδή πόσους άνδρες πρέπει να είχε τον τελευταίο χρόνο για να είναι πουτάνα; Τέσσερις;
- Ου, καραπουτανάρα είναι, δε το συζητάω.
- Επειδή στους τελευταίους δώδεκα μήνες έκανε σεξ με τέσσερις;
- Φυσικά.
- Εσύ Λίλιαν με πόσους έκανες σεξ τους τελευταίους δώδεκα μήνες;
- Με δύο.
- Ποιούς δύο ρε Λίλιαν; Πλάκα μου κάνεις; Ο Μάκης, ο Τάκης, ο Σάκης, ο Λάκης, ο Βάκης και ο Άκης είναι δύο;
- Φυσικά. Οι τέσσερις τελευταίοι δεν μετράνε.
- Γιατί δε μετράνε;
- Γιατί αυτή είναι πουτάνα.
Προσέχτε τη μεγαλοφυΐα του ισχυρισμού. Οι κ.κ. Σάκης ως Άκης δεν μετράνε γιατί η κοπελίτσα στο δρόμο είναι πουτάνα.
- Εγώ ρε Λίλιαν δηλαδή τι είμαι;
- Πουτάνα είσαι κι εσύ.
- Γιατί είμαι εγώ πουτάνα;
- Γιατί κι εσύ γάμησες πάνω από 4 τον τελευταίο χρόνο.
- Οκ. Μα κι εσύ...
- Οι δικοί μου δε μετράνε!
- Οι δικές μου μετράνε όλες δηλαδή;
- Ε, η Δήμητρα δε μετράει.
- Γιατί δε μετράει η Δήμητρα;
- Γιατί ήταν πουτάνα! (προφανώς).
- Γιατί ήταν πουτάνα η Δήμητρα;
- Ήταν από Ρωσία.
- Δεν ήταν από Ρωσία. Πόντια στην καταγωγή ήταν.
- Ρωσία είναι κι εκεί.
- Λίλιαν, τι λες; Ο Πόντος είναι ένα από τα μέρη που έχει κρατήσει τον ελληνισμό πιο καθαρό από ότι εμείς. Η γλώσσα τους έχει μεγαλύτερη σχέση με την lingua pura των αρχαίων Ελλήνων από ότι η δική μας.
- Δε με νοιάζει τι γλώσσα μιλούσε, ήταν πουτάνα. Και είχε στραβά δόντια!
15.6.05
Εγένετο φω...τιστικό
Πήγα σήμερα να κοιτάξω νέα φωτιστικά για το σπίτι. Εδώ κοντά μου έχει ένα δρόμο με καμιά δεκαριά φωτιστικάδικα, το ένα δίπλα στο άλλο.
Σε ένα από αυτά που μπήκα, είδα μια κοπέλα που μ' άρεσε. Όχι όμως σαν τις άλλες. Δεν είχε φτιαγμένο το μαλλί, δεν είχε τις διαστάσεις ούτε της Bibibo, ούτε τις δικές μου προτιμόμενες, αυτές τις μινιατούρες. Δεν φορούσε τίποτα το ιδιαίτερο. Δε μου έδωσε καν ιδιαίτερη σημασία.
Αλλά μου άρεσε, γιατί είχε ένα χαμόγελο μέχρι τ' αυτιά.
Και μου άρεσε που μου άρεσε κάποια διαφορετική.
Σε ένα από αυτά που μπήκα, είδα μια κοπέλα που μ' άρεσε. Όχι όμως σαν τις άλλες. Δεν είχε φτιαγμένο το μαλλί, δεν είχε τις διαστάσεις ούτε της Bibibo, ούτε τις δικές μου προτιμόμενες, αυτές τις μινιατούρες. Δεν φορούσε τίποτα το ιδιαίτερο. Δε μου έδωσε καν ιδιαίτερη σημασία.
Αλλά μου άρεσε, γιατί είχε ένα χαμόγελο μέχρι τ' αυτιά.
Και μου άρεσε που μου άρεσε κάποια διαφορετική.
13.6.05
Λάθος ατάκα
(Παλιά ιστορία)
Portsmouth, England.
Background: Είμαι με μια κοπέλα (ονόματα δε λέμε γιατί όπου νά'ναι παντρεύεται) της οποίας η φίλη της κάνει δώρο ένα από αυτά τα εσώρουχα που τρώγονται. Κι επειδή κι εγώ τότε δεν είχα ιδέα πώς ήταν αυτά, να σου κάνω την περιγραφή: είναι ένα λαστιχάκι στο οποίο είναι περασμένα διάφορα ζαχαρωτά από αυτά τα ζελοειδή που πουλάνε στα Village με το κιλό. Τα εσώρουχα αυτά έχουν αφεθεί για αρκετό καιρό στο συρτάρι με τα προφυλακτικά, για να χρησιμοποιηθούν την κατάλληλη στιγμή.
Fast forward στό τώρα (τότε):
Είμαι στο σαλόνι, βλέποντας σαν αποχαυνωμένος Ally McBeal, μια χλιαρή ρομαντική σειρά με μια χαζογκόμενα δικηγόρο (όποιος μαντέψει το πλήρες όνομα του κεντρικού χαρακτήρα κερδίζει πριβέ τραγούδι από μένα) που αναζητά την αγάπη και ονειροπολεί όλη την ώρα.
Έχοντας αποχαυνωθεί για 40 λεπτά περιμένοντας να δω ποια αδίστακτη σκύλλα θα της φάει τον γκόμενο αυτή τη φορά (και πιστέψτε με, η σειρά είναι γεμάτη από δαύτες με την Lucy Liu και την Porti de Rossi να παίζουν τις κάλτσες τους), κατεβαίνει το μωρό μου από πάνω.
Φοράει το baby doll της, το οποίο εγώ απλά θεωρώ πως το φοράει γιατί θα πάει για ύπνο. Κινείται, αργά, νωχελικά, έρχεται από πίσω μου, με χαϊδεύει, την κοιτάω, και μου λέει:
Και εκεί κάνω ένα μικρό λάθος. Ένα τόσο δα λαθάκι, που δεν έχω ξανακάνει σε ολόκληρη τη σχέση.
Τεντώνομαι, χασμουριέμαι και χτυπάω την κοιλιά μου 3 φορές:
Απλά φέτος που την ξαναείδα σε μια φάση, πήγαμε για φαγητό, ανταλλάξαμε τα νέα μας, φάγαμε σαλάτα, κυρίως πιάτο και μεζεδάκια, όταν ήρθε η ώρα για το επιδόρπιο, μου κάνει:
Portsmouth, England.
Background: Είμαι με μια κοπέλα (ονόματα δε λέμε γιατί όπου νά'ναι παντρεύεται) της οποίας η φίλη της κάνει δώρο ένα από αυτά τα εσώρουχα που τρώγονται. Κι επειδή κι εγώ τότε δεν είχα ιδέα πώς ήταν αυτά, να σου κάνω την περιγραφή: είναι ένα λαστιχάκι στο οποίο είναι περασμένα διάφορα ζαχαρωτά από αυτά τα ζελοειδή που πουλάνε στα Village με το κιλό. Τα εσώρουχα αυτά έχουν αφεθεί για αρκετό καιρό στο συρτάρι με τα προφυλακτικά, για να χρησιμοποιηθούν την κατάλληλη στιγμή.
Fast forward στό τώρα (τότε):
Είμαι στο σαλόνι, βλέποντας σαν αποχαυνωμένος Ally McBeal, μια χλιαρή ρομαντική σειρά με μια χαζογκόμενα δικηγόρο (όποιος μαντέψει το πλήρες όνομα του κεντρικού χαρακτήρα κερδίζει πριβέ τραγούδι από μένα) που αναζητά την αγάπη και ονειροπολεί όλη την ώρα.
Έχοντας αποχαυνωθεί για 40 λεπτά περιμένοντας να δω ποια αδίστακτη σκύλλα θα της φάει τον γκόμενο αυτή τη φορά (και πιστέψτε με, η σειρά είναι γεμάτη από δαύτες με την Lucy Liu και την Porti de Rossi να παίζουν τις κάλτσες τους), κατεβαίνει το μωρό μου από πάνω.
Φοράει το baby doll της, το οποίο εγώ απλά θεωρώ πως το φοράει γιατί θα πάει για ύπνο. Κινείται, αργά, νωχελικά, έρχεται από πίσω μου, με χαϊδεύει, την κοιτάω, και μου λέει:
Γιατί δεν έρχεσαι λίγο επάνω;
(παύση)
Θα φορέσω και το στριγκάκι που τρώγεται.
Και εκεί κάνω ένα μικρό λάθος. Ένα τόσο δα λαθάκι, που δεν έχω ξανακάνει σε ολόκληρη τη σχέση.
Τεντώνομαι, χασμουριέμαι και χτυπάω την κοιλιά μου 3 φορές:
Μπα, όχι μωρέ, μόλις έφαγα κάτι πατατάκια!Όσο κι αν απέδωσα τη ζαβλακομάρα μου στην Ally McBeal, δεν κατάφερα τίποτα. Και δεν είναι να πεις πως δεν ήταν και καμιά λογική. Όοοοοοοχι.
Απλά φέτος που την ξαναείδα σε μια φάση, πήγαμε για φαγητό, ανταλλάξαμε τα νέα μας, φάγαμε σαλάτα, κυρίως πιάτο και μεζεδάκια, όταν ήρθε η ώρα για το επιδόρπιο, μου κάνει:
Έχεις χώρο για γλυκό ή μήπως έφαγες πατατάκια;Άλλωστε είναι γνωστό πως επιλέγω τις πιο λογικές γκόμενες.
10.6.05
Μήπως ψάχνετε για βοηθό;
Μην πάει το μυαλό σας στο πονηρό (όπως ξέρω πως γίνεται συνήθως όταν διαβάζετε το blog μου). Για δουλειά μιλάω.
Μία φίλη, τελειόφοιτος ψυχολογίας, ψάχνει για δουλειά. Έχει καλή προϋπηρεσία ως βοηθός/κειμενογράφος full time σε πολύ μεγάλη εταιρία. Αναζητά δουλειά είτε εξ' ολοκλήρου απογευματινή, είτε με βάρδιες πρωί-απόγευμα ή άλλη δουλειά απογεύματα ή σαββατοκύριακα.
Ο λόγος που δεν μπορεί να είναι συνεχώς με πρωινό ωράριο είναι πως έχει κάποια μαθήματα στη σχολή της τα οποία απαιτούν κάποιες ώρες να βρίσκεται εκεί.
Εκτός του ότι είναι πανέξυπνη, έχει τρόπους και είναι επαγγελματίας στη δουλειά της. Επίσης, είναι κουκλάρα. Και μόνο αυτό το τελευταίο μετράει για πολλά: ανεβασμένο ηθικό στο γραφείο, αυξημένη ψυχολογία του αφεντικού, σταμπάρισμα στο υποσυνείδητο του πελάτη. Μην αρχίσω, ε;
Αν κάποιος έχει να προσφέρει κάποια δουλειά ή ξέρει κάποιον που ψάχνει γραμματέα, βοηθό, κειμενογράφο, τηλεφωνήτρια, ρεσεψιόν ή κάτι άλλο, ας ρίξει ένα email: g@GeorgeIsYourMan.com
9.6.05
Κωλόπαιδα
Πάρκαρα το αμάξι μου στην Καλλιθέα και το βρήκα, για δεύτερη φορά, βανδαλισμένο.
Την πρώτη φορά το βρήκα με ένα τσιγάρο σβησμένο στην κουκούλα του αμαξιού (και με το τσιγάρο ακόμα πάνω, ως το κεράσακι στην τούρτα που έλεγε άντε γαμήσου). Τώρα, το βρήκα χαραγμένο απ' άκρη σ' άκρη με κλειδί.
Είτε κάποιος με έχει βάλει στο μάτι, είτε κάποιοι μεγαλώνουν κομπλεξικά κωλόπαιδα.
Με τσάντισαν. Τα πήρα. Τους έβρισα. Και μετά το αποδέχθηκα.
Την πρώτη φορά το βρήκα με ένα τσιγάρο σβησμένο στην κουκούλα του αμαξιού (και με το τσιγάρο ακόμα πάνω, ως το κεράσακι στην τούρτα που έλεγε άντε γαμήσου). Τώρα, το βρήκα χαραγμένο απ' άκρη σ' άκρη με κλειδί.
Είτε κάποιος με έχει βάλει στο μάτι, είτε κάποιοι μεγαλώνουν κομπλεξικά κωλόπαιδα.
Με τσάντισαν. Τα πήρα. Τους έβρισα. Και μετά το αποδέχθηκα.
8.6.05
Θερμή παράκληση
Παρακαλούνται οι κύριοι οδηγοί που κορνάρουν σε περαστικές γκόμενες, να σταματήσουν να το κάνουν πάραυτα, γιατί παίρνουν τα μυαλά των γυναικών αέρα και μετά δυσκολευόμαστε να τις ρίξουμε.
Ευχαριστώ.
Ευχαριστώ.
5.6.05
Μια ιστορία θα σας πω #2
Για όσους χάσανε την πρώτη ιστορία της ιδίας σειράς, τους παραπέμπω να τη διαβάσουν τώρα, για να ξέρουν τι να περιμένουνε.
Σεπτέμβριος 2004.
Κάποιοι καλοί μου φίλοι κάνουν τα εγκαίνια των νέων τους γραφείων στην Αγία Παρασκευή. Δε θυμάμαι μέρα, η ώρα ήταν η 8η βραδινή. Μία ώρα πιο πριν έφτανε στο αεροδρόμιο ο φίλος μου ο Παύλος και του είπα ότι θα πάω να τον πάρω και μετά θα πάμε σούμπιτοι στη δεξίωση.
Φτάσαμε λοιπόν πρώτοι-πρώτοι. Εγώ καθώς ένιωθα ένα κενό στο στομάχι μου, να να εκεί κάτω δεξιά δίπλα στο εκλεράκι, πήρα από ένα σάντουιτς από το δρόμο.
Το σάντουιτς όμως είχε μείνει κάποιες ώρες στη βιτρίνα του μαγαζιού και εγώ τότε δεν το ήξερα. Και καθότι κατά βάθος είμαι ένας γατούλης έξυπνος κι ευαισθητούλης, με ιδιαίτερη ευαισθησία στο στομάχι, σε κάποια φάση με το που έχουμε φτάσει, σαν να ένιωσα κάτι.
Όχι τίποτα πολύ. Ένα ανεπαίσθητο ανθυπορεψιματάκι. Καλού κακού, πήγα και πήρα μια κοκακολίτσα, καθότι είναι γνωστό γιατροσόφι για περιστάσεις όπου το σκατό είναι πιο γρήγορο από το φως και από τη σκέψη (βλέπε γνωστό αέκδοτο με Αμερικάνο, Κινέζο και Πόντιο).
Δεν προλαβαίνω να ρουφήξω μία τζούρα κοκακόλας και βλέπω τον Παύλο να πάει να ανάψει τσιγάρο.
Πάμε έξω, ανάβει ο Παύλος.
Πάμε και πιο κει.
Πάω στην τουαλέτα και πετυχαίνω τον Γιάννη, τον ένα εκ των δύο φίλων. Είχε όρεξη για κουβεντούλα και η τουαλέτα δεν ήταν και καμιά μεγάλη. Ήταν νιπτήρας-λεκάνη σε ένα δωματιάκι, όλο κι όλο.
Αλλά δεν είχα χρόνο για πολύ αγνάντι και μέλια με την τουαλέτα. Στην τελική, χεσμένη την έχω. Ξεκουμπώνω παντελόνια, σηκώνω πουκάμισα (ενώ γενικότερα κυκλοφορώ σένιος, σε εκείνα τα εγκαίνια φορούσα ένα παντελόνια τριών τετάρτων, T-shirt και χαβανέζικο πουκαμισάκι από πάνω, ένα όνειρο ήμουν) και κάθομαι.
Γεμάτος αγωνία για το τι μέλλει γενέσθαι, αφήνω τον εαυτό μου να χαλαρώσει για να απολαύσει αυτή την εμπειρία, η οποία όμως δεν ήταν καθόλου παραγωγική. Αν εξαιρέσεις κάποιους βροντερούς ήχους (και ως γνωστόν, αυτές που ακούγονται, δεν μυρίζουν), τίποτα στερεό ή έστω υγρό δεν βγήκε.
Για κάτσε, να το φιλοσοφήσουμε ρε παιδιά, καμιά φορά, δεν ξέρεις, μπορεί το σκατό να θέλει λίγη ώρα να κατέβει. Μπορεί να έχασε το δρόμο, να σταμάτησε κάπου για να ρωτήσει.
Μετά από κάνα τρίλεπτο νιώθω πως έχω πλέον δώσει άπλετο χρόνο στο σκατό για να ρωτησει για οδηγίες, να βγάλει χάρτη και πυξίδα. Και για να μην το βλέπω να πλησιάζει, αυτό μπορεί να σημαίνει μόνο ένα πράγμα. Μ' έστησε.
Καλού κακού, σκουπίζομαι κιόλας, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι ύπουλο πράγμα είναι το κόψιμο. Μπορεί να έχεσες και να μην το πήρες χαμπάρι.
Βγαίνω έξω, πλένομαι και κάνω να βρω και πάλι τον Παύλο. Παρατηρώ πως εκεί που ήμασταν εμείς κι εμείς όταν μπήκα στην τουαλέτα, τώρα τα εγκαίνια είχαν αρχίσει να αποκτάνε ενδιαφέρον.
Φυσικά, με χαβανέζικη μπλούζα και ψαράδικο παντελόνι, η φράση dress code αναρριχήθηκε στο μυαλό μου, αλλά δε γαμείς, λέω, πάντα ντύνομαι έτσι ώστε να ξεχωρίζω, και αυτό δεν είναι κάτι το διαφορετικό.
Γυρνάει λοιπόν, άνετος ο δικός σου, πάω και βρίσκω τον Παύλο.
Δεν ξέρω αν το σκατό έβγαλε GPS και γιατί τελικά εμφανίσθη καθυστερημένο αλλά τώρα η μόνο σκέψη που περνάει από το μυαλό μου, ενώ κάνω γρήγορα και μεγάλα βήματα προς την τουαλετίτσα, είναι:
Η τουαλέτα με περίμενε σαν πουτάνα στην πιάτσα της. Μυρωδάτη και διαθέσιμη.
Μπαίνω μέσα, κλείνω την πόρτα και αμολιέμαι.
Ξέχασα να σας πω εδώ, πως η τουαλετίτσα, μικρή όπως είναι, δεν είχε ακόμα κλειδί. Όπερ σημαίνει πως ενώ ήμουν καθισμένος στη λεκάνη κάνοντας δίετα (δύο κιλά σε μισή ώρα έχασα, τι καλά!), με ένα πόδι μπλόκαρα την πόρτα από το να ανοίξει, με το ένα χέρι κρατούσα το χερούλι της πόρτα για να μην με πιάσει κανείς στον ύπνο, και με το άλλο χέρι κάλυπτα την κλειδαρότρυπα (ποτέ δεν ξέρεις).
I'll spare you the details, αλλά θα σας δώσω κάποια γρήγορα στατιστικά για το session μου με την τουαλέτα:
Άνοιξα τη βρύση, πλύθηκα, καθάρισα τον ιδρώτα από το πρόσωπό μου, έφτιαξα τη χωρίστρα, ξανάπλυνα τα χέρια μου με υγρό σαπούνι, χαλάρωσα λίγο.
Και πάνω στη χαλάρωση και ενώ ήμουν έτοιμος να ξαναενταχθώ στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο που απάρτιζε αυτή τη μικρή - 150 ατόμων - δεξίωση εγκαινίων, το μυαλό μου άρχισε να τρέχει, ή μάλλον να κάνει catch up
Μου έκανε εντύπωση το ότι τόοοοση ώρα και ενώ υπάρχει μία μόνο τουαλέτα στα γραφεία, κανένας δεν ήρθε να με ενοχλήσει. Ούτε καν να χτυπήσει την πόρτα. Ούτε καν ο Παύλος ο οποίος σε κάτι τέτοια συνήθως έρχεται να δει αν είμαι καλά ή αν έπεσα στην τρύπα, ας πούμε.
Και τώρα που το ξανασκέφτομαι, δεν ακούω πλέον τη μουσική που άκουγα πριν. Τι έγινε; Μπας και τελείωσαν τα εγκαίνια νωρίτερα; Ρε συ, μπας και έπιασε καμιά φωτιά το κτίριο και βγήκαν όλοι έξω και θα μπουκάρει από στιγμή σε στιγμή κάνας πυροσβέστης με τσεκούρι και θα γίνω βούκινο στο πανελλήνιο με τις κάμερες από τα κανάλια;
Μπα, αν έπιανε φωτιά, θα μύριζα καπνό, κι εγώ δεν μυρίζω τίποτα. Σνιφ σνιφ. Χμ...
Όμως κάτι δεν πάει καλά εδώ γιατί ούτε ζέστη νιώθω, ούτε καπνό βλέπω να μπαίνει από τη χαραμάδα της πόρτας, ούτε με έκαιγε το χερούλι που το έπιανα τόση ώρα προσπαθώντας να μπλοκάρω τον κάθε πιθανό παρείσακτο.
Το σκέφτομαι λίγο πριν ανοίξω και αποφασίζω - από περιέργεια περισσότερο - να κοιτάξω από την κλειδαρότρυπα. Χωρίς όμως να θέλω να καρφωθώ, ρίχνω μια ματιά στα γρήγορα και βλέπω ένα μαύρο πράγμα, που δε μπορούσα να καταλάβω τι είναι.
Προσπαθώ να συγκεντρωθώ στο να ακούσω κάτι απ' έξω, αλλά δε μπορούσα γιατί το ανεμιστηράκι πάνω από την τουαλέτα έκανε αρκετό θόρυβο ούτως ώστε να καλύπτει ένα μεγάλο φάσμα ήχων. Αλλά με λίγη περισσότερη συγκεντρωση, άκουσα ένα μονότονο ήχο, ένα συνεχόμενο "μμμμμμμμμμμμμ", το οποίο μάλιστα φαινόταν να μην το βγάζει κάποιο μηχάνημα, αλλά κάποια φωνή.
Μη μπορώντας να καταλάβω τι γίνεται και αν υπάρχει κάτι έκτακτο ή αν απλά κάποιος μου κάνει πλάκα, ανοίγω την πόρτα αποφασιστικά και έτοιμος για όλα: από φωτιά μέχρι φάρσα.
Αλλά αυτό που είδα δεν το περίμενα με την καμία.
Ακριβώς δίπλα από την πορτούλα της τουαλέτας, είχαν βάλει ένα τραπέζι, στο οποίο είχαν απλώσει ένα άσπρο τραπεζομάντηλο με διάφορα τσιμπράγκαλα εκκλησιαστικής φύσης (αγιαστούρες, θυμιατά, σταυρούς).
Ακριβώς μπροστά από την πόρτα της τουαλέτας ήταν ένας παπάς (το μαύρο πράγμα που έβλεπα από την κλειδαρότρυπα), ο οποίος είχε πάρει την Αγία Γραφή και έλεγε προσευχές.
Το μμμμμμμμμμμμμ που άκουγα δεν ήταν τίποτα άλλο από τον ψάλτη που είχε φέρει ο παπάς μαζί του (φέρνουνε και ψάλτη στον αγιασμό; δε το ήξερα!).
Αλλά ο παπάς και ο ψάλτης ήταν το μικρότερο από τα προβλήματά μου.
Το μεγαλύτερο μου πρόβλημα ήταν το ότι απέναντι μου, είχα παραταγμένα 150 άτομα τα οποία παρακολουθούσαν τον παπά, τα οποία όλα προσπαθούσαν (χωρίς καμία επιτυχία) να κρύψουν το γέλιο τους γιατί χωρίς μουσική ακούγανε το καθένα από έξι καζανάκια μου και επί 45 λεπτά περιμένανε πώς και πώς τη στιγμή που αυτός ο δύστυχος που είχε κλειδαμπαρωθεί μέσα στην τουαλέτα θα έκανε την εμφάνισή του.
Και φαντάζεστε τώρα τη δική μου αμηχανία όταν περίμενα να δω φωτιά ή κάνα κουβά νερό να έρχεται στο κεφάλι μου, να βλέπω 150 άτομα να με κοιτάνε, να σκουντιούνται συνομωτικά και να δακρύζουν από τα γέλια.
Και ανάμεσά τους, φυσικά, ο Παύλος.
...
...
Η μικρή μου ιστορία θα τελείωνε εδώ, αλλά επειδή μου αρέσουν πάρα πολύ οι ταινίες που κατά τη διάρκεια των τίτλων τέλους δείχνουν κάτι παραπάνω, σας την συνεχίζω:
Προσπαθώντας να ξεφύγω διακριτικά από τα βλέματα όλων (φαντάσου να είσαι σε μία γωνία και όπου και να πηγαίνεις να σε ακολουθεί ένας προβολέας) καταφέρνω να συρθώ μέχρι την έξοδο.
Ο Παύλος με ακολουθεί, πάμε στο αμάξι και φεύγουμε, δίχως δεύτερη κουβέντα. Κατεβαίνω τη Μεσογείων οδευόμενος προς το σπίτι μου, αλλά νιώθω να μου επιφυλάσει κι άλλα η κοιλιά μου.
Σταματάω μπροστά από το νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν (τι καλός άνθρωπος αυτός ο Ντυνάν, και ποτέ δεν τον είχα σε εκτίμηση τον Ερυθρό Σταυρό), βρίσκω πάρκινγκ με τη μία (η κωλοφαρδία στο χέσιμο έχει και τα πλεονεκτήματά της) και αλλόφρων ξεχύνομαι στο νοσοκομείο να βρω μια τουαλέτα.
Με τα πολλά βρίσκω μία. Κάνω να την ανοίξω αλλά -γμτ- ήταν κλειδωμένη! Ψάχνω για άλλες στο ισόγειο και δεν βρίσκω. Αλλά βρήκα μια καθαρίστρια με ένα μάτσο κλειδιά περασμένα στη ζώνη της.
Και φαντάσω τώρα εμένα να προσπαθώ να κρατηθώ για να μη χέσω τον Ερρίκο Ντυνάν, να συνεννοηθώ με την καθαρίστρια η οποία μόλις είχε καθαρίσει τις τουαλέτες αυτές και δεν ήθελε να τις ανοίξει γιατί μετά θα έπρεπε να τις ξανακαθαρίσει.
Oh god! Τόσο όμορφες τοαυλέτες, ντιζαϊνάτες, με μαύρο μάρμαρο. Μια όαση στα μάτια μου!
Νά'στε καλά κυρία μου!
Σεπτέμβριος 2004.
Κάποιοι καλοί μου φίλοι κάνουν τα εγκαίνια των νέων τους γραφείων στην Αγία Παρασκευή. Δε θυμάμαι μέρα, η ώρα ήταν η 8η βραδινή. Μία ώρα πιο πριν έφτανε στο αεροδρόμιο ο φίλος μου ο Παύλος και του είπα ότι θα πάω να τον πάρω και μετά θα πάμε σούμπιτοι στη δεξίωση.
Φτάσαμε λοιπόν πρώτοι-πρώτοι. Εγώ καθώς ένιωθα ένα κενό στο στομάχι μου, να να εκεί κάτω δεξιά δίπλα στο εκλεράκι, πήρα από ένα σάντουιτς από το δρόμο.
Το σάντουιτς όμως είχε μείνει κάποιες ώρες στη βιτρίνα του μαγαζιού και εγώ τότε δεν το ήξερα. Και καθότι κατά βάθος είμαι ένας γατούλης έξυπνος κι ευαισθητούλης, με ιδιαίτερη ευαισθησία στο στομάχι, σε κάποια φάση με το που έχουμε φτάσει, σαν να ένιωσα κάτι.
Όχι τίποτα πολύ. Ένα ανεπαίσθητο ανθυπορεψιματάκι. Καλού κακού, πήγα και πήρα μια κοκακολίτσα, καθότι είναι γνωστό γιατροσόφι για περιστάσεις όπου το σκατό είναι πιο γρήγορο από το φως και από τη σκέψη (βλέπε γνωστό αέκδοτο με Αμερικάνο, Κινέζο και Πόντιο).
Δεν προλαβαίνω να ρουφήξω μία τζούρα κοκακόλας και βλέπω τον Παύλο να πάει να ανάψει τσιγάρο.
Παυλάρα, ρε συ, μπορεί να μην επιτρέπεται το κάπνισμα εδώ μέσα, δεν πάμε έξω να το ανάψεις;
Πάμε έξω, ανάβει ο Παύλος.
Να σου πω ρε Παυλάρα, δεν πάμε λίγο πιο κει μωρέ, να μου πεις τα νέα σου από το Λονδίνο;
Πάμε και πιο κει.
Α, και πού'σαι Παυλάρα, αν μυρίσεις τίποτα περίεργο ή ακούσεις κάνα περίεργο ήχο, δεν τρέχει τίποτα, μην ανησυχήσεις. Νομίζω ακόμα φτιάχνουνε το κτίριο, μπορεί να σπάσει κάνας αγωγός.Δεν προλαβαίνω να δώσω στον Παύλο να υπογράψει ένα disclaimer πως ότι κι αν πάθει, όσο ρεζίλι κι αν γίνει λόγω της στομαχικής μου ευαισθησίας, εγώ δε φέρω καμία ευθύνη και νάτο το πρώτο.
Παυλάρα, πάω να δω κάτι κι έρχομαι.Τώρα, ο Παύλος δεν είναι κανένας χθεσινός. Με ξέρει σ' αυτά. Αν δει τίποτα ύποπτο, ξέρει τι να περιμένει. Μια φορά στο εξάμηνο όλο και κάτι θα φάω που θα με πειράξει.
Πάω στην τουαλέτα και πετυχαίνω τον Γιάννη, τον ένα εκ των δύο φίλων. Είχε όρεξη για κουβεντούλα και η τουαλέτα δεν ήταν και καμιά μεγάλη. Ήταν νιπτήρας-λεκάνη σε ένα δωματιάκι, όλο κι όλο.
Γιαννάκη, για ένα κατουρηματάκι μπαίνω και έρχομαι να τα πούμε.Μπαίνω και θαυμάζω. Ξέρεις τι χαρά σου δίνει μια ολοκαίνουρια τουαλέτα σε μια κατάσταση ανάγκης και πανικού; Αγαλιάζει η ψυχή σου ρε παιδί μου. Αστραφτερή, πεντακάθαρη, να μοσχοβολάει, να γυαλίζει το άσπρο το πλακάκι στο πάτωμα και στον τοίχο. Να τρέχουν τα νερά της σαν τα γάργαρα νερά του Νιαγάρα.
Αλλά δεν είχα χρόνο για πολύ αγνάντι και μέλια με την τουαλέτα. Στην τελική, χεσμένη την έχω. Ξεκουμπώνω παντελόνια, σηκώνω πουκάμισα (ενώ γενικότερα κυκλοφορώ σένιος, σε εκείνα τα εγκαίνια φορούσα ένα παντελόνια τριών τετάρτων, T-shirt και χαβανέζικο πουκαμισάκι από πάνω, ένα όνειρο ήμουν) και κάθομαι.
Γεμάτος αγωνία για το τι μέλλει γενέσθαι, αφήνω τον εαυτό μου να χαλαρώσει για να απολαύσει αυτή την εμπειρία, η οποία όμως δεν ήταν καθόλου παραγωγική. Αν εξαιρέσεις κάποιους βροντερούς ήχους (και ως γνωστόν, αυτές που ακούγονται, δεν μυρίζουν), τίποτα στερεό ή έστω υγρό δεν βγήκε.
Για κάτσε, να το φιλοσοφήσουμε ρε παιδιά, καμιά φορά, δεν ξέρεις, μπορεί το σκατό να θέλει λίγη ώρα να κατέβει. Μπορεί να έχασε το δρόμο, να σταμάτησε κάπου για να ρωτήσει.
Μετά από κάνα τρίλεπτο νιώθω πως έχω πλέον δώσει άπλετο χρόνο στο σκατό για να ρωτησει για οδηγίες, να βγάλει χάρτη και πυξίδα. Και για να μην το βλέπω να πλησιάζει, αυτό μπορεί να σημαίνει μόνο ένα πράγμα. Μ' έστησε.
Καλού κακού, σκουπίζομαι κιόλας, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι ύπουλο πράγμα είναι το κόψιμο. Μπορεί να έχεσες και να μην το πήρες χαμπάρι.
Βγαίνω έξω, πλένομαι και κάνω να βρω και πάλι τον Παύλο. Παρατηρώ πως εκεί που ήμασταν εμείς κι εμείς όταν μπήκα στην τουαλέτα, τώρα τα εγκαίνια είχαν αρχίσει να αποκτάνε ενδιαφέρον.
Φυσικά, με χαβανέζικη μπλούζα και ψαράδικο παντελόνι, η φράση dress code αναρριχήθηκε στο μυαλό μου, αλλά δε γαμείς, λέω, πάντα ντύνομαι έτσι ώστε να ξεχωρίζω, και αυτό δεν είναι κάτι το διαφορετικό.
Γυρνάει λοιπόν, άνετος ο δικός σου, πάω και βρίσκω τον Παύλο.
Καλά ρε Παύλο, ανησύχησες; False alarm ήταν, δεν τρέχει τίποτα. Τζούφιος ήμουν.Δεν προλαβαίνω να πιω μισή γουλίτσα κοκακόλα και νιώθω να ενεργοποιείται το στομαχοεντερικό μου υποσύστημα και να πιάνει μηδέν-εκατό σε 2 δευτερόλεπτα.
Δεν ξέρω αν το σκατό έβγαλε GPS και γιατί τελικά εμφανίσθη καθυστερημένο αλλά τώρα η μόνο σκέψη που περνάει από το μυαλό μου, ενώ κάνω γρήγορα και μεγάλα βήματα προς την τουαλετίτσα, είναι:
όχιρεπούστημουκαιναδειςπουθαέχειάλλος τώραστηντουαλέτακαιθαχέζειμετιςώρες!
Η τουαλέτα με περίμενε σαν πουτάνα στην πιάτσα της. Μυρωδάτη και διαθέσιμη.
Μπαίνω μέσα, κλείνω την πόρτα και αμολιέμαι.
Ξέχασα να σας πω εδώ, πως η τουαλετίτσα, μικρή όπως είναι, δεν είχε ακόμα κλειδί. Όπερ σημαίνει πως ενώ ήμουν καθισμένος στη λεκάνη κάνοντας δίετα (δύο κιλά σε μισή ώρα έχασα, τι καλά!), με ένα πόδι μπλόκαρα την πόρτα από το να ανοίξει, με το ένα χέρι κρατούσα το χερούλι της πόρτα για να μην με πιάσει κανείς στον ύπνο, και με το άλλο χέρι κάλυπτα την κλειδαρότρυπα (ποτέ δεν ξέρεις).
I'll spare you the details, αλλά θα σας δώσω κάποια γρήγορα στατιστικά για το session μου με την τουαλέτα:
Συνολικός χρόνος: 45 λεπτάΑφού λοιπόν τελείωσα μετά από 6 καζανάκια, τα χέρια μου και το πόδι μου είχαν πιαστεί από την περίεργη θέση που τα είχα βάλει για να μην εισβάλει κανένας παρείσακτος. Σηκώθηκα, αυτοκαθαρίστηκα, ανασυντάχθηκα, τεντώθηκα.
Συνολικοί γύροι: 4
Συνολικά τραβήγματα καζανακίου: 6
Χαρτί που καταναλώθηκε: μισό ρολό
Χρυσός χορηγός: Softex
Άνοιξα τη βρύση, πλύθηκα, καθάρισα τον ιδρώτα από το πρόσωπό μου, έφτιαξα τη χωρίστρα, ξανάπλυνα τα χέρια μου με υγρό σαπούνι, χαλάρωσα λίγο.
Και πάνω στη χαλάρωση και ενώ ήμουν έτοιμος να ξαναενταχθώ στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο που απάρτιζε αυτή τη μικρή - 150 ατόμων - δεξίωση εγκαινίων, το μυαλό μου άρχισε να τρέχει, ή μάλλον να κάνει catch up
Μου έκανε εντύπωση το ότι τόοοοση ώρα και ενώ υπάρχει μία μόνο τουαλέτα στα γραφεία, κανένας δεν ήρθε να με ενοχλήσει. Ούτε καν να χτυπήσει την πόρτα. Ούτε καν ο Παύλος ο οποίος σε κάτι τέτοια συνήθως έρχεται να δει αν είμαι καλά ή αν έπεσα στην τρύπα, ας πούμε.
Και τώρα που το ξανασκέφτομαι, δεν ακούω πλέον τη μουσική που άκουγα πριν. Τι έγινε; Μπας και τελείωσαν τα εγκαίνια νωρίτερα; Ρε συ, μπας και έπιασε καμιά φωτιά το κτίριο και βγήκαν όλοι έξω και θα μπουκάρει από στιγμή σε στιγμή κάνας πυροσβέστης με τσεκούρι και θα γίνω βούκινο στο πανελλήνιο με τις κάμερες από τα κανάλια;
Μπα, αν έπιανε φωτιά, θα μύριζα καπνό, κι εγώ δεν μυρίζω τίποτα. Σνιφ σνιφ. Χμ...
Για κάτσε! Σνιφ σνιφ!Σαν κάτι να μυρίζει, και δεν εννοώ κάτι που έχω παράγει εγώ στο τελευταίο 45-λεπτο. Κάτι μυρίζει σαν - σνιφ σνιφ - καμένο!
Fuuuuuuck!Μία ανθυποεκπαίδευση που έχω κάνει σαν εθελοντής πυροσβέστης μου λέει πως αν ας πούμε έχει πιάσει φωτιά απ' έξω από την πόρτα, τότε δεν πρέπει να πιάσω το χερούλι γιατί από την φωτιά θα έχει πυρακτώσει και θα μου κάψει το χέρι.
Όμως κάτι δεν πάει καλά εδώ γιατί ούτε ζέστη νιώθω, ούτε καπνό βλέπω να μπαίνει από τη χαραμάδα της πόρτας, ούτε με έκαιγε το χερούλι που το έπιανα τόση ώρα προσπαθώντας να μπλοκάρω τον κάθε πιθανό παρείσακτο.
Το σκέφτομαι λίγο πριν ανοίξω και αποφασίζω - από περιέργεια περισσότερο - να κοιτάξω από την κλειδαρότρυπα. Χωρίς όμως να θέλω να καρφωθώ, ρίχνω μια ματιά στα γρήγορα και βλέπω ένα μαύρο πράγμα, που δε μπορούσα να καταλάβω τι είναι.
Προσπαθώ να συγκεντρωθώ στο να ακούσω κάτι απ' έξω, αλλά δε μπορούσα γιατί το ανεμιστηράκι πάνω από την τουαλέτα έκανε αρκετό θόρυβο ούτως ώστε να καλύπτει ένα μεγάλο φάσμα ήχων. Αλλά με λίγη περισσότερη συγκεντρωση, άκουσα ένα μονότονο ήχο, ένα συνεχόμενο "μμμμμμμμμμμμμ", το οποίο μάλιστα φαινόταν να μην το βγάζει κάποιο μηχάνημα, αλλά κάποια φωνή.
Μη μπορώντας να καταλάβω τι γίνεται και αν υπάρχει κάτι έκτακτο ή αν απλά κάποιος μου κάνει πλάκα, ανοίγω την πόρτα αποφασιστικά και έτοιμος για όλα: από φωτιά μέχρι φάρσα.
Αλλά αυτό που είδα δεν το περίμενα με την καμία.
Ακριβώς δίπλα από την πορτούλα της τουαλέτας, είχαν βάλει ένα τραπέζι, στο οποίο είχαν απλώσει ένα άσπρο τραπεζομάντηλο με διάφορα τσιμπράγκαλα εκκλησιαστικής φύσης (αγιαστούρες, θυμιατά, σταυρούς).
Ακριβώς μπροστά από την πόρτα της τουαλέτας ήταν ένας παπάς (το μαύρο πράγμα που έβλεπα από την κλειδαρότρυπα), ο οποίος είχε πάρει την Αγία Γραφή και έλεγε προσευχές.
Το μμμμμμμμμμμμμ που άκουγα δεν ήταν τίποτα άλλο από τον ψάλτη που είχε φέρει ο παπάς μαζί του (φέρνουνε και ψάλτη στον αγιασμό; δε το ήξερα!).
Αλλά ο παπάς και ο ψάλτης ήταν το μικρότερο από τα προβλήματά μου.
Το μεγαλύτερο μου πρόβλημα ήταν το ότι απέναντι μου, είχα παραταγμένα 150 άτομα τα οποία παρακολουθούσαν τον παπά, τα οποία όλα προσπαθούσαν (χωρίς καμία επιτυχία) να κρύψουν το γέλιο τους γιατί χωρίς μουσική ακούγανε το καθένα από έξι καζανάκια μου και επί 45 λεπτά περιμένανε πώς και πώς τη στιγμή που αυτός ο δύστυχος που είχε κλειδαμπαρωθεί μέσα στην τουαλέτα θα έκανε την εμφάνισή του.
Και φαντάζεστε τώρα τη δική μου αμηχανία όταν περίμενα να δω φωτιά ή κάνα κουβά νερό να έρχεται στο κεφάλι μου, να βλέπω 150 άτομα να με κοιτάνε, να σκουντιούνται συνομωτικά και να δακρύζουν από τα γέλια.
Και ανάμεσά τους, φυσικά, ο Παύλος.
...
...
Η μικρή μου ιστορία θα τελείωνε εδώ, αλλά επειδή μου αρέσουν πάρα πολύ οι ταινίες που κατά τη διάρκεια των τίτλων τέλους δείχνουν κάτι παραπάνω, σας την συνεχίζω:
Προσπαθώντας να ξεφύγω διακριτικά από τα βλέματα όλων (φαντάσου να είσαι σε μία γωνία και όπου και να πηγαίνεις να σε ακολουθεί ένας προβολέας) καταφέρνω να συρθώ μέχρι την έξοδο.
Ο Παύλος με ακολουθεί, πάμε στο αμάξι και φεύγουμε, δίχως δεύτερη κουβέντα. Κατεβαίνω τη Μεσογείων οδευόμενος προς το σπίτι μου, αλλά νιώθω να μου επιφυλάσει κι άλλα η κοιλιά μου.
Σταματάω μπροστά από το νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν (τι καλός άνθρωπος αυτός ο Ντυνάν, και ποτέ δεν τον είχα σε εκτίμηση τον Ερυθρό Σταυρό), βρίσκω πάρκινγκ με τη μία (η κωλοφαρδία στο χέσιμο έχει και τα πλεονεκτήματά της) και αλλόφρων ξεχύνομαι στο νοσοκομείο να βρω μια τουαλέτα.
Με τα πολλά βρίσκω μία. Κάνω να την ανοίξω αλλά -γμτ- ήταν κλειδωμένη! Ψάχνω για άλλες στο ισόγειο και δεν βρίσκω. Αλλά βρήκα μια καθαρίστρια με ένα μάτσο κλειδιά περασμένα στη ζώνη της.
Και φαντάσω τώρα εμένα να προσπαθώ να κρατηθώ για να μη χέσω τον Ερρίκο Ντυνάν, να συνεννοηθώ με την καθαρίστρια η οποία μόλις είχε καθαρίσει τις τουαλέτες αυτές και δεν ήθελε να τις ανοίξει γιατί μετά θα έπρεπε να τις ξανακαθαρίσει.
- Σας παρακαλώ, είναι ανάγκη να μου ανοίξετε.Με τα πολλά, μου άνοιξε.
- Λυπάμαι δε μπορώ, μετά τις 9 κλειδώνουμε.
- Υπάρχουν κάπου αλλού τουαλέτες;
- Για τους ασθενείς και το προσωπικό μόνο.
- Μα είναι ανάγκη! ΧΕΖΟΜΑΙ ΣΑΣ ΛΕΩ!
Oh god! Τόσο όμορφες τοαυλέτες, ντιζαϊνάτες, με μαύρο μάρμαρο. Μια όαση στα μάτια μου!
Νά'στε καλά κυρία μου!
4.6.05
Εδώ τα καλά γκομενάκια
Μην πάει το μυαλό σας στο πονηρό (όπως ξέρω πως γίνεται συνήθως). Για δουλειά μιλάω.
Έχω τέσσερα γκομενάκια (η μία είναι λίγο από σπόντα, αλλά είναι καλό κορίτσι και την συμπεριλαμβάνω) που ψάχνουν για δουλειά. Οπότε αν ακούσετε κάτι ή ψάχνουν κάτι εκεί που εργάζεστε, στείλτε ένα email.
Αμ τι, τόσο καιρό που μπαίνετε και διαβάζετε τζάμπα, καλά ήταν; :-)
Λοιπόν έχουμε και λέμε:
(Updates με bold)
Έχω τέσσερα γκομενάκια (η μία είναι λίγο από σπόντα, αλλά είναι καλό κορίτσι και την συμπεριλαμβάνω) που ψάχνουν για δουλειά. Οπότε αν ακούσετε κάτι ή ψάχνουν κάτι εκεί που εργάζεστε, στείλτε ένα email.
Αμ τι, τόσο καιρό που μπαίνετε και διαβάζετε τζάμπα, καλά ήταν; :-)
Λοιπόν έχουμε και λέμε:
(Updates με bold)
- Νεοαποφοιτήσασα με πτυχίο σε business με logistics. Μεταπτυχιακό σε marketing με public relations. Προϋπηρεσία part-time σε δουλειά γραφείου, είχε και κάποια επικοινωνία με πελάτες. (Αθήνα) -- any time now.
- Τελειόφοιτος ψυχολογίας με προϋπηρεσία ως κειμενογράφος full time σε μεγάλη εταιρία και ως barowman. Αναζητά δουλειά γραφείου απογευματινή ή άλλη δουλειά απογεύματα ή σαββατοκύριακα. (Αθήνα) -- την αποκαταστήσαμε προς το παρόν με κάτι εποχιακό, ότι άλλο βρείτε καλό είναι.
- Κουκλάρα με πτυχίο σε business, προϋπηρεσία σε business development και sales. Πολύ καλή στην επαφή με παιδιά. Αναζητά σταθερή δουλειά. (Θεσσαλονίκη) -- βρήκε, βρήκε, είμαι πολύ χαρούμενος για πάρτη της.
- Γουεμπντιζαϊνερού με πολλά προσόντα, γνώσεις, εμπειρία, προϋπηρεσία, σεμινάρια και ήθος στο δουλειά της, αναζητά δουλειά στο web design, flash και συναφείς δραστηριότητες. (Αθήνα) -- οδεύει προς αποκατάσταση.
- Χημικός με οξυδέρκεια, παρατηριτηκότητα και σταθερό χαρακτήρα, αναζητά κάτι στο αντικείμενό της. Μεταπτυχιακό δεν έχει μεν, αλλά στην τελική δεν της χρειάζεται κιόλας, τα στοιχεία τα ξέρει όλα, εγγυημένα. (Αθήνα, αλλά μην τη βάζετε να τρέχει μακριά γιατί χάνεται) -- σε καλό δρόμο.
- Απόφοιτος ΤΕΙ Τουριστικών με προϋπηρεσία σε διάφορες θέσεις service-orientated, συμπεριλαμβανομένης της Ολυμπιακής, ψάχνει για κάτι μόνιμο (Αθήνα).
Το καλό είναι πως σχεδόν όλα τα γκομενάκια είναι άμεσα διαθέσιμα, βολέψιμα από οικονομική άποψη (για τη χημικό δεν παίρνω όρκο, δε θέλω να με πάρει με τα H2SO4μετά) και είναι πανέμορφα και ευγενικότατα.
Και μόνο αυτό το τελευταίο μετράει για πολλά: ανεβασμένο ηθικό στο γραφείο, ψυχολογία του αφεντικού, σταμπάρισμα στο υποσυνείδητο του πελάτη. Μην αρχίσω, ε;
Soixante neuf
Βράδυ.
Μέσα στο μεγάλο σπίτι, ακούγονται κάτι πνιχτοί ήχοι από την κρεβατοκάμαρα. Ο πιτσιρίκος, ξυπνάει και πάει να εξευρενήσεις. Γρήγορα ανακαλύπτει πως οι ήχοι ακούγονται από το δωμάτιο των γονιών του.
Ανοίγει την πόρτα και τους βλέπει να κάνουν 69. Τον πιάνει το παράπονο (φαντάσου τώρα, παιδική μυξοκλαψιάρικη φωνή):
Μέσα στο μεγάλο σπίτι, ακούγονται κάτι πνιχτοί ήχοι από την κρεβατοκάμαρα. Ο πιτσιρίκος, ξυπνάει και πάει να εξευρενήσεις. Γρήγορα ανακαλύπτει πως οι ήχοι ακούγονται από το δωμάτιο των γονιών του.
Ανοίγει την πόρτα και τους βλέπει να κάνουν 69. Τον πιάνει το παράπονο (φαντάσου τώρα, παιδική μυξοκλαψιάρικη φωνή):
Καλά ρε, και θέλατε να πάτε εμένα στον ψυχολόγο που τρώω τα νύχια μου;
3.6.05
Worldview
Θυμάμαι πως μέχρι σχετικά πρόσφατα θεωρούσα πως ήμουν πολύ καλός στο να μπορώ να πείσω κάποιον για κάτι.
Κάποια στιγμή κατάλαβα πως έκανα λάθος.
Πρέπει να ήταν περίπου η 12η φορά που έστειλα στη Λένα ένα email του τύπου
Αρχικά η απάντηση της Λένας (και της κάθε Λένας, γιατί υπήρξαν πολλές) ήταν "και πού το ξέρεις εσύ;". Και φυσικά εγώ έπρεπε τώρα να αποδείξω κάτι που ήταν - για μένα - ηλίου φαεινότερο. Της έδωσα links πως πρόκειται για μύθο που ανακυκλώνεται συνέχεια, της έστειλα άρθρα εφημερίδων, της απέδειξα πως δεν μπορεί κάποια εταιρία να παρακουλουθεί όλα τα μηνύματα σε όλο το Internet για να δει πόσα έστειλε ο καθένας στους φίλους του.
Φυσικά δεν την έπεισα. Δεν το ξανασυζήτησε το θέμα, μέχρι που κάποια στιγμή, άρχισε να μου ξαναστέλνει κάτι τέτοιες αηδίες. Αυτή τη φορά θα κέρδιζε $100 αν έστελνε το email σε 200 άτομα, μισό δολλάριο το κεφάλι.
Ρε χρυσή μου, κατάλαβέ το, γαμώ το φελέκι μου, δεν γίνεται αυτό που πιστεύεις. Αυτή εκεί. Να το στείλει, να το ξαναστείλει, με τη δικαιολόγια "τι έχω να χάσω;".
Κάποια στιγμή δεν άντεξα. Την έβρισα χωρίς links: Λένα, είσαι ήλιθια που τα πιστεύεις.
Και τι μου είπε; Μου είπε ότι δε χρειάζεται να γίνομαι σκληρός.
Και συ ρε Λένα, δε χρειάζεται να γίνεσαι ηλίθια, αλλά γίνεσαι. Γιατί αν ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου, αν σου έβαζε κάποιος ένα πιστόλι στον κρόταφο και σε ρωτούσε τι πραγματικά πιστεύεις για το αν είναι αληθινά αυτά τα emails, θα έλεγες πως δεν είναι, γιατί το ένστικτο της επιβίωσης θα σου έλεγε πως πρέπει να απαντήσεις με βάση τη λογική και όχι το συναίσθημα.
Άρα λοιπόν, αφού το ξέρεις στην πραγματικότητα, γιατί ενοχλείς κάθε φορά 63 άτομα (πολλά από τα οποία ενοχλούν άλλα 63, και πάει λέγοντας) πιστεύοντας κάτι που δεν ισχύει;
Γι αυτό σε είπα ηλίθια. Γι αυτό έκανες ένα χρόνο να μου ξαναμιλήσεις, και για αυτό - πίστεψε με - δε μου έλειψες καθόλου αυτό τον ένα χρόνο.
Αλλα είχα την εντύπωση πως παρόλα αυτά, ήταν ένας διαξιφισμός που κέρδισα. Ήταν κάτι στο οποίο τελικά παραδέχτηκες το λάθος σου και απλά δεν το άντεξε ο εγωισμός σου και πειράχτηκες.
Αλλά έκανα λάθος. Παρατηρώντας, βλέπω πως δεν παίζουν ρόλο τα γεγονότα, αλλά οι ιστορίες που επιλέγουμε να πιστέψουμε.
Αν θέλεις, Λένα, να πιστέψεις πως στέλνοντας αυτό το email κάνεις το χρέος σου, κάνεις την καλή πράξη της ημέρας και συνεισφέρεις στο να σωθεί η ζωή ενός παιδιού, τότε κάντο. Θα μπορούσες να μου το είχες πει βέβαια ότι προτιμάς να μην ξέρεις ότι ζεις ένα ψέμα, αλλά αν μου το έλεγες βέβαια αυτό, θα έχανε και το ψέμα την αξία του.
Για να γενικεύσω το παράδειγμα της Λένας, το δίδαγμα είναι απλό: Αν μια ιστορία αντιπροσωπεύει την άποψη που έχεις εσύ για το τι γίνεται στον κόσμο, τότε θα την πιστέψεις σαν να είναι πραγματική. Όταν μια ιστορία ταιριάζει στο worldview σου, δεν χρειάζεσαι τα γεγονότα για να την πιστέψεις.
Κάποια στιγμή κατάλαβα πως έκανα λάθος.
Πρέπει να ήταν περίπου η 12η φορά που έστειλα στη Λένα ένα email του τύπου
"Λένα ξεκόλλα, επειδή το email αυτό λέει πως αν δε το στείλεις σε 20 γνωστούς σου, θα πεθάνεις σε μια βδομάδα, δε σημαίνει πως είναι έτσι!"
ή
"Λένα ξύπνα! Δεν υπάρχει κανένα παιδάκι που θα πάρει 2 cents από κάθε email που μου κάνεις forward και θα σωθεί έτσι από λευχαιμία."
Αρχικά η απάντηση της Λένας (και της κάθε Λένας, γιατί υπήρξαν πολλές) ήταν "και πού το ξέρεις εσύ;". Και φυσικά εγώ έπρεπε τώρα να αποδείξω κάτι που ήταν - για μένα - ηλίου φαεινότερο. Της έδωσα links πως πρόκειται για μύθο που ανακυκλώνεται συνέχεια, της έστειλα άρθρα εφημερίδων, της απέδειξα πως δεν μπορεί κάποια εταιρία να παρακουλουθεί όλα τα μηνύματα σε όλο το Internet για να δει πόσα έστειλε ο καθένας στους φίλους του.
Φυσικά δεν την έπεισα. Δεν το ξανασυζήτησε το θέμα, μέχρι που κάποια στιγμή, άρχισε να μου ξαναστέλνει κάτι τέτοιες αηδίες. Αυτή τη φορά θα κέρδιζε $100 αν έστελνε το email σε 200 άτομα, μισό δολλάριο το κεφάλι.
Ρε χρυσή μου, κατάλαβέ το, γαμώ το φελέκι μου, δεν γίνεται αυτό που πιστεύεις. Αυτή εκεί. Να το στείλει, να το ξαναστείλει, με τη δικαιολόγια "τι έχω να χάσω;".
Κάποια στιγμή δεν άντεξα. Την έβρισα χωρίς links: Λένα, είσαι ήλιθια που τα πιστεύεις.
Και τι μου είπε; Μου είπε ότι δε χρειάζεται να γίνομαι σκληρός.
Και συ ρε Λένα, δε χρειάζεται να γίνεσαι ηλίθια, αλλά γίνεσαι. Γιατί αν ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου, αν σου έβαζε κάποιος ένα πιστόλι στον κρόταφο και σε ρωτούσε τι πραγματικά πιστεύεις για το αν είναι αληθινά αυτά τα emails, θα έλεγες πως δεν είναι, γιατί το ένστικτο της επιβίωσης θα σου έλεγε πως πρέπει να απαντήσεις με βάση τη λογική και όχι το συναίσθημα.
Άρα λοιπόν, αφού το ξέρεις στην πραγματικότητα, γιατί ενοχλείς κάθε φορά 63 άτομα (πολλά από τα οποία ενοχλούν άλλα 63, και πάει λέγοντας) πιστεύοντας κάτι που δεν ισχύει;
Γι αυτό σε είπα ηλίθια. Γι αυτό έκανες ένα χρόνο να μου ξαναμιλήσεις, και για αυτό - πίστεψε με - δε μου έλειψες καθόλου αυτό τον ένα χρόνο.
Αλλα είχα την εντύπωση πως παρόλα αυτά, ήταν ένας διαξιφισμός που κέρδισα. Ήταν κάτι στο οποίο τελικά παραδέχτηκες το λάθος σου και απλά δεν το άντεξε ο εγωισμός σου και πειράχτηκες.
Αλλά έκανα λάθος. Παρατηρώντας, βλέπω πως δεν παίζουν ρόλο τα γεγονότα, αλλά οι ιστορίες που επιλέγουμε να πιστέψουμε.
Αν θέλεις, Λένα, να πιστέψεις πως στέλνοντας αυτό το email κάνεις το χρέος σου, κάνεις την καλή πράξη της ημέρας και συνεισφέρεις στο να σωθεί η ζωή ενός παιδιού, τότε κάντο. Θα μπορούσες να μου το είχες πει βέβαια ότι προτιμάς να μην ξέρεις ότι ζεις ένα ψέμα, αλλά αν μου το έλεγες βέβαια αυτό, θα έχανε και το ψέμα την αξία του.
Για να γενικεύσω το παράδειγμα της Λένας, το δίδαγμα είναι απλό: Αν μια ιστορία αντιπροσωπεύει την άποψη που έχεις εσύ για το τι γίνεται στον κόσμο, τότε θα την πιστέψεις σαν να είναι πραγματική. Όταν μια ιστορία ταιριάζει στο worldview σου, δεν χρειάζεσαι τα γεγονότα για να την πιστέψεις.
- Αν τα πας καλά με την εξουσία, τότε πιστεύεις πως οι αστυνομικοί έλεγχοι στις πλατείες είναι καλό πράγμα και είναι ένας σημαντικός τρόπος καταστολής του εγκλήματος, παρόλο που ξέρεις πως η ταυτότητα κανενός δεν αναγράφει αν είναι εγκληματίας ή όχι.
- Αν δεν τα πας καλά με την εξουσία, οι αστυνομικοί που σε σταματάνε για αλκοτέστ είναι κωλόμπατσοι και καλά θα κάνουν να μη σε γράψουν γιατί εσύ ξέρεις ότι μπορείς να οδηγήσεις εξίσου καλά και μετά από 7 ουισκάκια.
- Αν πιστεύεις σε κάποια θρησκεία, τότε αυτό σου κάνει καλό, είτε η θρησκεία σου είναι αληθινή είτε όχι. Ούτε αν οι επι γης αντιπρόσωποι της θρησκείας σου κάνουν αλλαξοκωλιές.
- Αν δεν πιστεύεις σε μία θρησκεία, τότε δεν υπάρχει περίπτωση να μην βρεις τον Κώδικα DaVinci να περιγράφει σε μεγάλο ποσοστό πραγματικά γεγονότα, ακόμα και αν ο συγγραφέας του λέει παντού πως είναι ένα μυθιστόρημα.
- Αν πιστεύεις πως η Coca Cola είναι καλύτερη, τότε θα χαλαστείς στο εστιατόριο που θα σου πούνε πως έχουνε μόνο Pepsi. Ακόμη και αν στα double blind tests, η Pepsi βγαίνει πάντα καλύτερη.
- Αν είσαι Αμερικάνος και ο Bush σου πει πως κινδυνεύεις από τον υπόλοιπο πλανήτη, τότε δε θα ακούσεις τον Kerry που θα δείξει τα γεγονότα και θα σου πει πως εσύ με τις επιλογές σου είσαι αυτός που κάνει τον υπόλοιπο πλανήτη να σε μισεί.
- Αν πιστεύεις πως το ΚΚΕ είναι μια επιλογή που δεν σε εκφράζει παρόλο που υπόσχεται 1.100 ευρώ βασικό μισθό και εσύ τώρα παίρνεις 600, τότε ποτέ δεν πρόκειται να θέλεις να ξαναδείς την Παπαρήγα.
- Αν πιστεύεις πως ότι γράφει η αγαπημένη σου εφημερίδα είναι αληθινό, αυτό θα συνεχίσεις να πιστεύεις, ακόμα και αν κάποιος σου δείξει πως στα τελευταία χρόνια τα μισά πράγματα που η εφημερίδα είπε πως θα γίνουν, δεν έχουν γίνει!
- Αν πιστεύεις πως μια μαύρη γάτα φέρνει ατυχία, περίμενε να δεις τι ατυχία φέρνει ένας μαύρος πάνθηρας.
- Αν πας στο τάδε προπατζίδικο να παίξεις γιατί την προηγούμενη βδομάδα εκεί παίχτηκε ένα τυχερό δεκατριάρι και πιστεύεις ότι αυτό έχει κάτι να κάνει με το ότι ας πούμε το μέρος αυτό είναι τυχερό, τότε καλωσήρθες στην ουρά μεγάλε!
- Αν πιστεύεις πως τα άστρα επηρρεάζουν τη ζωή σου, τότε δε σε ενδιαφέρει το πόσες φορές θα πέσει έξω ο αστρολόγος στο περιοδικό, αλλά σε ενδιαφέρει το πόσες φορές θα πέσει μέσα. Γι αυτό και εγώ άνοιξα μια γραμμή αστρολογίας για όσους παίρνουν στα 090, η οποία κονομάει λέγοντας αρλούμπες.
- Αν πιστεύεις πως το λαγοπόδαρο θα σου φέρει τύχη, τότε θα αγνοήσεις τις 100 φορές που θα αγοράσεις λαχείο και θα χάσεις, ενώ πολύ εύκολα θα αποδώσεις τη μία νίκη σου στο λαγοπόδαρο. Μεταξύ μας, αν το λαγοπόδαρο είναι τόσο τυχερό, ο λαγός που είχε τέσσερα, γιατί τώρα είναι στην κατσαρόλα;
Κάθε μέρα, μένω έκπληκτος με την επιμονή των ανθρώπων να υποστηρίζουν αυτό και όχι εκείνο, γιατί πιστεύουν πως απλά είναι το καλύτερο ή το σωστότερο.
Πλέον έχω υιοθετήσει άλλη τακτική:
Εφόσον με ρώτησες, η γνώμη μου είναι αυτή. Αν θες να την εμπιστευτείς, καλώς.
Αν πάλι όχι, έχω ένα πολύ καλό αστρολόγο στο 90 11 ...
2.6.05
Εργάρες #2
Τό 'πα και τό 'καναν...
Το Yahoo έβγαλε μία υπηρεσία που σου προτείνει ταινίες ανάλογα με τη βαθμολογία που έχεις βάλει σε ταινίες που έχεις ήδη δει.
Αν σου άρεσε το Lock, Stock and Two Smoking Barrels δε μπορεί να μη σου αρέσει και το Snatch. Αν σου άρεσε η Έκτη Αίσθηση, αποκλείεται να μη σου κάνει αίσθηση το Οι Άλλοι.
Κάτι τέτοιο, αλλά πιο πολύπλοκο.
Το μοντέλο του Yahoo δεν είναι το καλύτερο γιατί προς το παρόν προτείνει λίγες ταινίες και για να είμαι απολύτως ειλικρινής, ο αλγόριθμος που χρησιμοποιεί αποδίδει μόνο 2 στις 3 φορές. Δηλαδή για κάθε τρεις ταινίες που μου προτείνει, μόνο οι δύο θα μου αρέσουνε.
Αναμένω την απάντηση του IMDb γιατί εκτιμώ αρκετά το χρόνο μου για να τον χάνω σε ταινίες που δεν μου αρέσουν.
Το Yahoo έβγαλε μία υπηρεσία που σου προτείνει ταινίες ανάλογα με τη βαθμολογία που έχεις βάλει σε ταινίες που έχεις ήδη δει.
Αν σου άρεσε το Lock, Stock and Two Smoking Barrels δε μπορεί να μη σου αρέσει και το Snatch. Αν σου άρεσε η Έκτη Αίσθηση, αποκλείεται να μη σου κάνει αίσθηση το Οι Άλλοι.
Κάτι τέτοιο, αλλά πιο πολύπλοκο.
Το μοντέλο του Yahoo δεν είναι το καλύτερο γιατί προς το παρόν προτείνει λίγες ταινίες και για να είμαι απολύτως ειλικρινής, ο αλγόριθμος που χρησιμοποιεί αποδίδει μόνο 2 στις 3 φορές. Δηλαδή για κάθε τρεις ταινίες που μου προτείνει, μόνο οι δύο θα μου αρέσουνε.
Αναμένω την απάντηση του IMDb γιατί εκτιμώ αρκετά το χρόνο μου για να τον χάνω σε ταινίες που δεν μου αρέσουν.
1.6.05
Killing me softly
Ήμουν έτοιμος για ένα ήρεμο βράδυ της Τρίτης. Ήδη στις 11 είχα πιτζαμωθεί και είπα να παίξω CS. Σημάδι απραγίας και ξεπεσμού, επειδή απλά δεν ήθελα να αντιμετωπίσω τις όποιες πραγματικές καταστάσεις βρισκόντουσαν μπροστά μου. Η πραγματικότητα άλλωστε είναι για αυτούς που δεν μπορούν να την αποφύγουν.
Ντριν το κινητό. Πετάγομαι από την κουζίνα (όπου χαλβάδιζα κάτι νέες γεύσεις Haagen Dazs) και το σηκώνω. Η Ελευθερία, κολλητή 8 χρόνια τώρα, θέλει να βγούμε. Τώρα.
Εχμ, ξέρεις, δεν είμαι και πολύ... Άσε που είμαι σχεδόν για ύπνο... Και είναι και καθημερινή, που να πηγαίνουμε; Και θυμάμαι πως είναι Τρίτη και πως η Λίλη μου είχε πει να κατέβω στο Mike's για Karaoke.
Βρωμούσα και έζεχνα γιατί είχα κάνει δουλειές κοπιαστικές (πότισα το τριφύλλι μου στον κήπο) και δεν ήμουν για να δω άνθρωπο βραδιάτικα. Αλλά να που κάτι τέτοια χρειάζονται για να ξεφύγεις.
Βάζω ένα σκισμένο τζιν και ξεσκισμένο δερμάτινο μπουφάν πάνω από ένα χιλιοφορεμένο T. Δε με ένοιαζε αν οι κάλτσες μου ταιριάζανε μεταξύ τους (πόσο μάλλον με το υπόλοίπο σύνολο) και κατέβηκα στο Mike's.
Η Λίλη με την παρέα της ήταν εκεί και η Ελευθερία είχε ήδη φτάσει και είχε πιάσει ένα τραπεζοβαρελάκι άκρη Θεού. Την πιάνω, τη συστήνω και τη φέρνω πρώτο τραπέζι πίστα. Μετά ήρθε και η Συνήθως Ύποπτη στο τραπέζι με την παρέα της.
Το γλέντι άρχισε και άναψε πολύ γρήγορα. Είχα 10 μέρες να πιω οτιδήποτε αλκοολικό. Όχι για κανένα ψαγμένο λόγο, απλά είχε παπαριάσει η γλώσσα μου από τις πολλές καϊπιρίνιες των τελευταίων ημερών και ήθελα να δω αν μπορούσα να μείνω για λίγο μακρια ή αν είχα γίνει αλκοολικός χωρίς να το πάρω χαμπάρι. Τελικά, την αποτοξίνωση μάλλον τη γλύτωσα για φέτος.
Η Λίλη κάτι είχε αναφέρει για ένα demo CD που είχε κάνει, αλλά σιγά μη μπορείς να εμπιστευτείς γυναίκα που δείχνει 10 χρόνια μικρότερη από ότι είναι. Άσε που όταν μιλάει γκαρίζει, δεν υπάρχει περίπτωση να μπορεί να τραγουδ...
Και ενώ τα σκέφτομαι αυτά, η σκέψη μου διακόπτεται από μια φωνή που με αφήνει ΜΑ-ΛΑ-ΚΑ. Με την έκφραση τι'πες τώρα και με το Southern Comfort να με πνίγει γιατί δεν περίμενα τέτοιο θαύμα ο άπιστος, έχω μείνει να την παρακολουθώ. Να την ακούω.
Ένα ξανθό πραγματάκι, με 1002 διαφορετικές εμπειρίες, που όταν μιλάει σε πρήηηηηηηηζει και δε βάζει γλώσσα μέσα, βγάζει μια φωνή που γυρνάει όλο το bar και κοιτάζει.
Γκλουπ.
Ακολούθησαν αρκετοί. Μερικές φωνάρες. Έλενα, Δήμητρα, Ναταλία, Μπέττυ. Άλλοι less so αλλά χαβαλέδες ή με καταπληκτρική σκηνική παρουσία. Γιατρός, Μάγειρας και Ζαχαρίας.
Τα Southern Comforts έφευγαν το ένα μετά το άλλο. Εφτά στο σύνολο. Πέρασα καλά. Η Ελευθερία, εργαζόμενο νιάτο, έφυγε κατά τη μία. Εγώ συνέχισα να χτυπιέμαι στους ροκ ρυθμούς το κάθε τραγουδιού.
Και άκουσα και μερικά που δεν περίμενα. Big Spender. Je t' aime (ζήτημα να το έχω ακούσει 3 φορές στη ζωή μου, που μου θύμισε πόσο φτωχός είμαι). La Bamba (ξελαρρυγγιάστικα).
Είχα ένα εξάμηνο να πάω στο Mike's και μου άρεσε πολύ. Η ατμόσφαιρα, το international, το ότι έμοιαζε και μύριζε σαν το Bootleggers που τα πίναμε φοιτητές στην Ουαλλία.
Και μη με ρωτήσετε πως οδήγησα μέχρι σπίτι. Κουνουπίδι.
Φτάνοντας σπίτι, στον Galaxy, έπαιζε Fugees. Killing me softly. Πάρκαρα στην πυλωτή, έσβησα τα φώτα και παρόλο που κατουριόμουν ελεϊνά, κάθισα και το άκουσα όλο, τραγουδώντας κι εγώ σαν παράφωνη γάτα που ψάχνεται για ένα γρήγορο.
Ήμουν σε άλλο πλανήτη.
Thanks for the invite.
Ντριν το κινητό. Πετάγομαι από την κουζίνα (όπου χαλβάδιζα κάτι νέες γεύσεις Haagen Dazs) και το σηκώνω. Η Ελευθερία, κολλητή 8 χρόνια τώρα, θέλει να βγούμε. Τώρα.
Εχμ, ξέρεις, δεν είμαι και πολύ... Άσε που είμαι σχεδόν για ύπνο... Και είναι και καθημερινή, που να πηγαίνουμε; Και θυμάμαι πως είναι Τρίτη και πως η Λίλη μου είχε πει να κατέβω στο Mike's για Karaoke.
Ελευθερίτσα, σε τρία τέταρτα στο Mike's.
Βρωμούσα και έζεχνα γιατί είχα κάνει δουλειές κοπιαστικές (πότισα το τριφύλλι μου στον κήπο) και δεν ήμουν για να δω άνθρωπο βραδιάτικα. Αλλά να που κάτι τέτοια χρειάζονται για να ξεφύγεις.
Βάζω ένα σκισμένο τζιν και ξεσκισμένο δερμάτινο μπουφάν πάνω από ένα χιλιοφορεμένο T. Δε με ένοιαζε αν οι κάλτσες μου ταιριάζανε μεταξύ τους (πόσο μάλλον με το υπόλοίπο σύνολο) και κατέβηκα στο Mike's.
Η Λίλη με την παρέα της ήταν εκεί και η Ελευθερία είχε ήδη φτάσει και είχε πιάσει ένα τραπεζοβαρελάκι άκρη Θεού. Την πιάνω, τη συστήνω και τη φέρνω πρώτο τραπέζι πίστα. Μετά ήρθε και η Συνήθως Ύποπτη στο τραπέζι με την παρέα της.
Το γλέντι άρχισε και άναψε πολύ γρήγορα. Είχα 10 μέρες να πιω οτιδήποτε αλκοολικό. Όχι για κανένα ψαγμένο λόγο, απλά είχε παπαριάσει η γλώσσα μου από τις πολλές καϊπιρίνιες των τελευταίων ημερών και ήθελα να δω αν μπορούσα να μείνω για λίγο μακρια ή αν είχα γίνει αλκοολικός χωρίς να το πάρω χαμπάρι. Τελικά, την αποτοξίνωση μάλλον τη γλύτωσα για φέτος.
Η Λίλη κάτι είχε αναφέρει για ένα demo CD που είχε κάνει, αλλά σιγά μη μπορείς να εμπιστευτείς γυναίκα που δείχνει 10 χρόνια μικρότερη από ότι είναι. Άσε που όταν μιλάει γκαρίζει, δεν υπάρχει περίπτωση να μπορεί να τραγουδ...
Και ενώ τα σκέφτομαι αυτά, η σκέψη μου διακόπτεται από μια φωνή που με αφήνει ΜΑ-ΛΑ-ΚΑ. Με την έκφραση τι'πες τώρα και με το Southern Comfort να με πνίγει γιατί δεν περίμενα τέτοιο θαύμα ο άπιστος, έχω μείνει να την παρακολουθώ. Να την ακούω.
Ένα ξανθό πραγματάκι, με 1002 διαφορετικές εμπειρίες, που όταν μιλάει σε πρήηηηηηηηζει και δε βάζει γλώσσα μέσα, βγάζει μια φωνή που γυρνάει όλο το bar και κοιτάζει.
Γκλουπ.
Ακολούθησαν αρκετοί. Μερικές φωνάρες. Έλενα, Δήμητρα, Ναταλία, Μπέττυ. Άλλοι less so αλλά χαβαλέδες ή με καταπληκτρική σκηνική παρουσία. Γιατρός, Μάγειρας και Ζαχαρίας.
Τα Southern Comforts έφευγαν το ένα μετά το άλλο. Εφτά στο σύνολο. Πέρασα καλά. Η Ελευθερία, εργαζόμενο νιάτο, έφυγε κατά τη μία. Εγώ συνέχισα να χτυπιέμαι στους ροκ ρυθμούς το κάθε τραγουδιού.
Και άκουσα και μερικά που δεν περίμενα. Big Spender. Je t' aime (ζήτημα να το έχω ακούσει 3 φορές στη ζωή μου, που μου θύμισε πόσο φτωχός είμαι). La Bamba (ξελαρρυγγιάστικα).
Είχα ένα εξάμηνο να πάω στο Mike's και μου άρεσε πολύ. Η ατμόσφαιρα, το international, το ότι έμοιαζε και μύριζε σαν το Bootleggers που τα πίναμε φοιτητές στην Ουαλλία.
Και μη με ρωτήσετε πως οδήγησα μέχρι σπίτι. Κουνουπίδι.
Φτάνοντας σπίτι, στον Galaxy, έπαιζε Fugees. Killing me softly. Πάρκαρα στην πυλωτή, έσβησα τα φώτα και παρόλο που κατουριόμουν ελεϊνά, κάθισα και το άκουσα όλο, τραγουδώντας κι εγώ σαν παράφωνη γάτα που ψάχνεται για ένα γρήγορο.
Ήμουν σε άλλο πλανήτη.
Thanks for the invite.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)