Γέννημα θρέμα κορίτσι βορείων προαστίων που κατεβαίνει στα νότια μόνο το καλοκαίρι για να πάει στα παραλιακά κλαμπ της Βούλας.
Εμφανίζεται συνήθως με το τρίπτυχτο αμαξάκι Mini, τσάντα Louis Vuitton, παπούτσια Louboutin, αν και η αλήθεια είναι ότι το καλοκαίρι είναι πιο χαλαρή.
Γενικά είναι το είδος γυναίκας που οι άνδρες εκλαμβάνουν ως sexy bitch. Στην πραγματικότητα δε διαφέρει και τόσο πολύ από τις περισσότερες γυναίκες της ηλικίας.
Απλά, λόγω του μεγάλου κοινωνικού της κύκλου, έχει αποκτήσει ελάχιστη υπομονή προς υποψηφίους κόλακες. Ενώ θα μπορούσε να έχει διαφορετικό άνδρα κάθε μέρα, και από μεγάλη επιλογή ωραίων ανδρών, μετά τους δύο πρώτους της άνδρες (τα στανταράκια: έναν οικογενειακό φίλο από το εξοχικό τους και ένα παιδί από το σχολείο της), άρχισε φυσικά να ψάχνει κάποιον που να την εξιτάρει εγκεφαλικά, καθώς έλεγε.
Κάποια στιγμή λοιπόν γνώρισε τον Ιάκωβο.
Ο Ιάκωβος ήταν μπαρμαν στο αγαπημένο της μπαράκι. Ή μάλλον, για να το θέσουμε ρεαλιστικά, ο Ιάκωβος ήταν μπάρμαν σε αυτό που αμέσως από εκείνη τη βραδιά και μετά έγινε το αγαπημένο της μπαράκι.
Η Λίζα τραβούσε όλη της την παρέα στο Huxley, γιατί της άρεσε η ατμόσφαιρα. Δεν ήθελε και πολύ να καταλάβουν όλοι, Ιάκωβου συμπεριλαμβανομένου, ότι η ατμόσφαιρα της άρεσε κάθε μέρα εκτός από Τρίτη και Τετάρτη που ο Ιάκωβος είχε ρεπό.
Κάθε βράδυ, η Λίζα κρατούσε διακριτική απόσταση από τη μπάρα. Πάνω απ' όλα ήταν μια κιουρία. Κρατούσε διακριτική απόσταση και έριχνε κλεφτιές ματιές μόνο όταν μπορούσε να τις δικαιολογήσει επειδή έλειπε κάποια κοκα κόλα από το τραπέζι της.
Η ιστορία αυτή τράβηξε τρεις μήνες, κατά τους οποίους η Λίζα αγνοούσε κάθε άλλο αρσενικό που προσπαθούσε να την προσεγγίσει. Τα βράδια σκεφτόταν τον Ιάκωβο, σε μια παραλία και μια φωτιά δίπλα στην οποία θα έκαναν έρωτα μέχρι το ξημέρωμα.
Σύντομα θα είχε την ευκαιρία της, γιατί όπως ο βήχας, έτσι και ο έρωτας.
Ένα βράδυ που το μπαράκι ήταν χαλαρό, οι ματιές τους διασταυρώθηκαν δυο-τρεις φορές πριν ο Ιάκωβος βγει από το μπαρ για να φέρει τα κερασμένα σφηνάκια στην κοριτσοπαρέα με τους δύο καληνυχτάκηδες – γκομενοφύλακες για τις δεσμευμένες και ταξιτζήδες για τις υπόλοιπες.
Μαζεύοντας τα σφηνάκια, ανταλλάξανε ονόματα.
Το ίδιο βράδυ, η Λίζα πήγε σπίτι χαρούμενη γυναίκα. Ο Ιάκωβος από κοντά ήταν ακόμα πιο ωραίος, με ωραίο χαμόγελο και σταρένιο δέρμα. Ήταν χειμώνας και δε μπορούσε να διακρίνει το πόσο γυμνασμένος ήταν, αλλά σίγουρα δε θα την απογοήτευε η θεά του σώματός του.
Δύο μέρες αργότερα, η Λίζα είχε γενέθλια, κάλεσε πολύ κόσμο στο μπαράκι και καθότι ήταν το birthday girl, θα μπορούσε να μιλήσει σε οποιονδήποτε χωρίς να καρφωθεί.
Ο Ιάκωβος κατάλαβε ότι αυτή ήταν η ευκαιρία του και χώθηκε. Πολύ εύκολα πήρε τηλεφωνάκι, έστειλε μηνυματάκι, έγινε το κοννέ.
Της είπε ότι επειδή δουλεύει βράδυ, δεν έχουν πολλά ελεύθερα βράδια να βγούνε, μόνο Τρίτη και Τετάρτη. Την Τρίτη εκείνη δε θα μπορούσε, οπότε της πρότεινε να βγούνε Τετάρτη.
Η Λίζα ήδη ένιωθε αρκετά οικεία μαζί του. Τον είχε δει άλλωστε πολλές φορές στο μπαράκι, οπότε δε χρειαζόταν και πολύ.
Πήγε και την πήρε με τη μηχανή, και πήγανε για σινεμά και βάφλα. Ωραίο ραντεβού. Τα πρώτα συνήθως είναι, ειδικά αν ο ενδιαφερόμενος έχει ήδη περάσει κάποια τεστ στο μυαλό της ενδιαφερόμενης και δεν έχει τίποτα να αποδείξει.
Το δεύτερο ραντεβού δόθηκε για μια μέρα που ο Ιάκωβος θα σχολούσε κατά τις 3 το βράδυ.
Εμείς το μάθαμε την άλλη μέρα το σκηνικό, καθώς μας το διηγόταν η Λίζα:
«Έρχεται και με παίρνει από το σπίτι. Είχα πει να μη βαφτώ πολύ αλλά είχα τόση πολλη ώρα στη διάθεση μου που επιτέλους χρησιμοποιήσα κι εκείνα τα γαλακτώματα που μου είχατε πάρει δώρο στα γενέθλιά μου.
Είχα κάνει και αποτρίχωση. Δεύτερο ραντεβού άλλωστε... καταλαβαίνετε.
Πάμε σε αυτή την αηδία, μια τρύπα κάπου στο κέντρο. Ήθελα νά'ξερα πού το βρήκε. Ευτυχώς μόνο ένα ποτό ήπιαμε, και μετά πρότεινε να πάμε για ένα δεύτερο στο σπίτι του. Ε, ήταν που ήταν μαλακία το μέρος, δε μου φάνηκε και τόσο κακή ιδέα.
Με το που μπαίνουμε στο ασανσέρ, αρχίζει να με φιλάει στο λαιμό. Ήταν καλός. Ήξερε τι έκανε ρε παιδί μου. Τον κρατάω σε απόσταση, αλλά όχι πολύ μεγάλη.
- Για ποτό δεν είπαμε;
- Φυσικά μωρό μου, μου λέει και μου χαμογελάει.
Μπαίνουμε σπίτι, μου βάζει ένα ποτό. Μόνο βότκα είχε, τι να κάνω, την ήπια. Μιλούσαμε περί ανέμων και υδάτων μέχρι που με ξαναφίλησε και μετά σταματήσαμε να μιλάμε.
Αρχίσαμε ωραία, αργά, μετά παθιασμένα. Πολύ πάθος. Μου έσκισε το καλτσόν και με άναψε ακόμα περισσότερο.
Αρχίσαμε να γδυνόμαστε. Έχει ένα πολύ ωραίο κορμί, αλλά πού νά'ξερα η γυναίκα, πού νά'ξερα...»
Καθώς ακούμε την ιστορία της Λίζας, κοιτιόμαστε περίεργα. Οι κοπέλες άρχισαν να τσιρίζουν από ανυπομονησία αφού ακούγανε γι αυτό το μπάρμαν για τρεις μήνες τώρα.
«Κορίτσια, καταστροφή. Ήταν μικρός.»Σε απλά λίζικα, αυτό δεν αναφέρεται σε ηλικία. Αναφέρεται σε πόντους.
Ήταν θέμα το οποίο δεν είχε ξαναπέσει στο τραπέζι πρόσφατα, οπότε γρήγορα έγινε φλέγον.
«Και εκτός από μικρός, ήταν και μαλάκας.
Τον φιλούσα και τον χάιδευα στο αυτί μόνο. Με το που βγάζει το μποξεράκι, εγώ ήμουν κυρία. Στάθηκα στο ύψος των περιστάσεων και δε μπορώ να πω το ίδιο και για εκείνον!
Παίρνει το χέρι μου, το βάζει στο επίμαχο σημείο, και πιάνω κάτι. Στην αρχή νόμιζα ότι πιάνω κάτι άλλο. Δε μπορεί, λέω, κάτι λάθος έχω κάνει. Ή έχει τρία αρχίδια ή έχει κάποια τεράστια κρεατοελιά, δε μπορεί!
Αυτό ήταν μισή χούφτα πράμα.
Αρχίζω να τον χαϊδεύω πιο έντονα για να γουστάρει περισσότερο, αλλά δεν είδα αποτέλεσμα. Ξεκινάω να βογκάω, να γρατζουνάω, να δαγκώνω. Τζίφος!
Κάποια στιγμή το κατάλαβε και ο χριστιανός και μου κάνει:
- Μην τρελλαίνεσαι, δεν έχει άλλο, μέχρι εκεί πάει!
Ε, εκεί είναι που τρελλάθηκα!
- Τι μου λες τώρα; Κάθε μέρα επί τρεις μήνες περίμενα αύτη τη στιγμή και τώρα μου λες ότι αυτό είναι όλο! Ποιόν περιμένεις να ικανοποιήσεις με αυτό;
Και εκεί λοιπόν μου απαντάει με ένα ναρκιστικό χαμόγελο:
- ...Εμένα!»
Η ιστορία της, όπως ήταν φυσικό, μας κόλλησε για πολύ καιρό και φυσικά η Λίζα δεν ξαναπάτησε στο Huxley. Για κάποιο λόγο που ακόμα δε μπορούμε να εξηγήσουμε, ακόμα πιστεύει πως ο Ιάκωβος την είχε κερδίσει πρώτα εγκεφαλικά, παρόλο που τον γούσταρε επί τρεις μήνες πριν μιλήσουν για πρώτη φορά.
Εντάξει, καταλαβαίνω ότι οι γυναίκες είναι περίεργα όντα και κάποιες μπορεί να πιστεύουν στην τηλεπάθεια, οπότε δεν ξέρω αν ο Ιάκωβος την κέρδισε εγκεφαλικά, αλλά πάντως σίγουρα δεν την κέρδισε φαλλικά.