23.12.10

A little less than perfect

Έχει πλάκα.

Όταν μπαίνεις σε άλλους ρυθμούς, όταν ξυπνάς βίαια από μια πραγματικότητα την οποία εσύ ο ίδιος δημιουργείς για τον εαυτό σου και συντηρείς. Αλλά έτσι είναι όταν βρεις αυτό που σου κάνει κλικ.

Δε σε ενδιαφέρει κάτι άλλο. Βρίσκεις όλα τα άλλα βαρετά και ανούσια. Γιατί αυτό είναι εκεί και όχι μόνο σου πηδάει τον εγκέφαλο αλλά σου κάνει και ένα roleplaying σενάριο στο οποίο ο εγκέφαλός σου βιάζεται από μια ορδή από [insert desired creatures].

Και δε βρίσκεις χρόνο για κάτι άλλο. Οι φίλοι σου δε σε καταλαβαίνουν, δε σε βλέπουν άλλωστε σχεδόν καθόλου. Ακόμα και στο τηλέφωνο δε μπορείς να βγεις όλες τις ώρες. Και είναι δύσκολο να το καταλάβεις αυτός που σε καλεί αν είναι λίγο πιο χαλαρός, λίγο πιο λάιτ, λίγο σε άλλη φάση.

Αλλά συνεχίζεις να τρέχεις. Γιατί σ' αρέσει, γιατί μπορείς, γιατί θες να δεις πού μπορείς να φτάσεις.

Ώρες-ώρες μάλιστα νιώθεις σαν να είσαι σε μία από αυτές τις ταινίες τύπου Indiana Jones όπου τρέχεις εσύ μπροστά και σε ακολουθεί κατά πόδας κάτι. Ένα τσουνάμι, ένας σεισμός που γκρεμίζει το έδαφος κάτω από τα πόδια σου, μια ορδή από πεινασμένους σκορπιούς-ζόμπι που έχουν να φάνε από την εποχή των Φαραώ.

Πού και πού βγάζεις το κεφάλι έξω να ανασάνεις. Σήμερα ένα πάρτυ, αύριο ένα ποτό, μεθαύριο ένα PlayStation. Αλλά το πάρτυ είναι μιας συνεργάτιδας εταιρείας, το ποτό είναι σε πελάτη σου, το PlayStation το πήρες χωρίς παιχνίδια για να δεις τι δυνατότητες έχει για να το αξιοποιήσεις για μια δουλειά.

Πονάει, αλλά σ' αρέσει.

Περίεργο.

13.9.10

Η δεύτερη ευκαιρία..



Πάνε εικόσι χρόνια.

Εγώ την ήθελα σαν τρελλός. Εκείνης απλά δεν της ήμουν τελείως αδιάφορος.

Όταν την είχα γνωρίσει ήμασταν οκτώ χρονών. Το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να με κεράσει ο θείος της κάνα παγωτό από το ψιλικατζίδικο.

Πόσο είχαν αλλάξει τα πράγματα...

Το μυαλό μου κολλούσε όποτε ήμουν μαζί της. Δεν ξέρω αν ήταν ο τρόπος που τα κατάμαυρα μαλλιά της πέφτανε μπροστά από τα μάτια της όταν έπαιρνε παραγγελίες ή ο ιδρώτας που σχηματιζόταν στο λαιμό της ή το ειλικρινές χαμόγελό της, αλλά κάτι απλά με παρέλυε.

Χαιρόμουν μόνο και μόνο που την έκανα να γελάει. Ξεκινούσε με το να μεγαλώνει τα μάτια της, να σχηματίζει λακάκια και στα δυο της μάγουλα και μετά να ανοίγει το στόμα της και να γελάει δυνατά. Αν και μόνο 20 χρονών, γελούσε σαν γυναίκα, όχι σαν κοριτσάκι.

Ένα βράδυ πήγα στο μπαράκι που δούλευε. Δεν υπήρχαν κινητά τότε, οπότε ένα λάθος στη συνεννόηση με τα φιλαράκια σήμαινε ότι θα έμενα μόνος όλο το βράδυ.

Πλησίασα το μπαρ. Εκείνη ήρθε αμέσως και με ρώτησε αν θέλω να πιω κάτι. Της απάντησα «Ναι, εσένα!» σαν να είχα εφεύρει την πιο έξυπνη ατάκα.

Εκείνη έβγαλε ένα μεγάλο ποτήρι, έβαλε μέσα το χέρι της και μου έγνεψε. Εγώ δεν κατάλαβα τι εννοούσε.

«Να με πιείς δεν ήθελες; Ορίστε, είμαι στο ποτήρι.», μου απάντησε κάνοντας τα μάτια της προς τα πάνω αποδοκιμάζοντας το ότι δεν την έπιασα με την πρώτη.

Και εγώ φυσικά, έμεινα με το στόμα ανοιχτό με τη σπιρτάδα της.

«Σχολάω στις 4,» μου λέει, «θα με περιμένεις;»

...

[Η συνέχεια στο Amstel-Eco Trash Stories, όπου θα ήθελα και την πράσινη ψήφο σας στο τέλος.]

27.4.10

Stolen

Είναι μερικές φορές να σε θέλει.

Η μέρα μου ξεκινάει με ραντεβού σε πελάτη στο Μαρούσι, μια ώρα δρόμος από το Φάληρο. Κατεβαίνω στο γκαράζ, ψάχνω το αμάξι, πουθενά το αμάξι.

Παθαίνω ένα από αυτά τα μίνι εγκεφαλικά μέχρι να συνειδητοποιήσω ότι για μια ακόμη φορά το άφησα εκτός γκαράζ χτες γιατί νόμιζα ότι θα φύγω πάλι στα γρήγορα μετά το γραφείο. Στην πορεία κατάλαβα ότι δεν τό'χα και την έπεσα νωρίς για ύπνο.

Πατάω το κουμπάκι στο τηλεκοντρόλ, καμία αντίδραση από το αμάξι. Βρε κλικ. Κλικ σου λέω! Εμπρός καλό μου κουμπάκι! Τίποτα. Με τα πολλά, βγάζω το μικρό κλειδάκι που κρύβει το τηλεκοντρόλ και άνοιξα το αμάξι χειροκίνητα.

Πάνω που σκέφτομαι ότι πρέπει να αλλάξω μπαταρίες, συνειδητοποιώ ότι από το αμάξι λείπει η κεραία. Κοιτάω δεξιά, κοιτάω αριστερά, πουθενά η κεραία μου.

Βιάζομαι, πρέπει να πάω σε ραντεβού, δεν έχω χρόνο να ψάχνω κάτω από αμάξια για τη χαμένη κεραία, οπότε αποδέχομαι την απώλεια και προχωράω. Μαζί με τις μπαταρίες πρέπει να αντικαταστήσω και την κεραία.

Πάω στο Μαρούσι, βλέπω το πελατάκι (είναι από τα πελατάκια που χαίρομαι να βλέπω), και γυρνώντας κάπου στο Hilton μιλάω με το hands-free του iPhone, αυτά τα άσπρα ακουστικάκια. Δεν έχω ακόμα αξιωθεί να συνδέσω το bluetooth κι έτσι τη βγάζω με αυτά.

Κι εκεί κάπου με σταματάει ένας τροχαίος.

Φρρρρρ, μου σφυράει.

«Τι να θέλει κι αυτός τώρα», σκέφτομαι και κλείνω το τηλέφωνο στο συνομιλητή μου.

- Άδεια και δίπλωμα, κύριε.
- Μάλιστα.
- Τι είναι αυτό; Ξένο δίπλωμα; Ελληνικό δεν είναι το αμάξι;
- Μάλιστα.
- Και έχετε ξένο δίπλωμα;
- Μάλιστα.
- Δικό σας είναι το αμάξι;
- Μάλιστα.

Με κοιτάει καλά - καλά μέσα από το σκούρο πράσινο ray ban γυαλί. Εγώ κοιτάω τάχα μου ανήσυχος την κίνηση που έρχεται πίσω μου προσπαθόντας να του δείξω ότι δεν έχουμε κάτσει καλά στη δεξιά λωρίδα, μπας και φύγουμε μια ώρα αρχίτερα.

- Μιλούσατε στο τηλέφωνο, κύριε. Το ξέρετε ότι απαγορεύεται;
- Μα δε μιλούσα στο τηλέφωνο.
- Μιλούσατε στο τηλέφωνο! Σας είδα που ήσασταν καλωδιομένος.
- Καλωδιομένος ήμουν, αλλά δε μιλούσα.
- Και τι κάνατε;
- Άκουγα μουσική.
- Τι μου λέτε κύριε; Ακούγατε μουσική από το κινητό σας;
- Μάλιστα.
- Και θέλετε να το πιστέψω;
- Μα δεν έχω λόγο να σας πω ψέματα!
- Και γιατί δεν ακούγατε μουσική από το ραδιόφωνό σας, κύριε;
- Αν κοιτάξετε πίσω, θα δείτε ότι μου λείπει η κεραία. Αυτό έγινε προ δύο μηνών περίπου. Τηλεφώνησα στην αντιπροσωπεία και μου είπανε ότι κάνει 55 ευρώ και δεν έχω να τα δώσω για να πάρω άλλη ακόμα. Οπότε ακούω μουσική έτσι.
- Μάλιστα...

Σκύβει, ρίχνει μια δεύτερη ματιά στο αμάξι να δει μπας και υπάρχει κάτι που δεν του αρέσει.

Μάλλον δε βρίσκει τίποτα καθώς μου κάνει με το χέρι νόημα να φύγω.

Μα είναι τρόποι αυτοί; Ούτε ένα αντίο; :)

16.4.10

Hunters

Αγαπητές γυναίκες,

Είναι εκλπληκτικό το πόσα νεύρα, πόση τσαντίλα, πόσο θυμό και πόση απογοήτευση κρύβετε μέσα σας. Αλλά κυρίως απογοήτευση. Αναρωτιέστε τόσο συχνά «Μα γιατί δε μου την πέφτει;» την ίδια τη στιγμή που καταρρίπτετε όλους τους άλλους με το να μην είστε ανοιχτές.

Και εξακολουθείτε να αναρωτιέστε γιατί δεν σας στην πέφτει. Σοβαρά τώρα;

Δε σας την πέφτει γιατί η απόρριψη είναι επίπονη. Γιατί δεν το πιστεύει αρκετά. Γιατί μέσα στο μυαλό του σε έχει για μια θεά που επιλέγει άνδρες από μια μακριά λίστα από λατίνους εραστές, σοφιστικέ διανοούμενους και πετυχημένους επιχειρηματίες. Γιατί το έχει κάνει σε άλλες και έχει φάει τα μούτρα του.

Δεν σας την πέφτει επειδή πιστεύει ότι δεν έχει κάτι να σας δώσει που θα σας ενδιαφέρει. Επειδή μια ακόμα απόρριψη πιστεύει ότι τον φέρνει πιο κοντά στη στειρότητα.

Γιατί έτσι είναι τα πράγματα. Αν δε μπορεί ένας άνδρας να προσεγγίσει μια γυναίκα είναι εξ' ορισμού στείρος. Δε θα διαιωνίσει το είδος του, δε θα συνεχίσει το όνομά του.

Ακόμα δεν έχουμε ξεφύγει από την παλαιολιθική εποχή όπου το να είσαι καλός κυνηγός σημαίνει ότι επιλέγεις με ποιόν θα είσαι.

Και είναι κρίμα που το πρώτο κριτήριο είναι αυτό, γιατί κάποιοι εκεί έξω είναι διατεθιμένοι να δώσουν τόσα πολλά πράγματα που θα θέλετε μετά στη σχέση. Έχουν μαθει να αγαπάνε, να νοιάζονται, να ακούνε, να δίνουνε. Απλά δεν έχουν μάθει να κυνηγάνε.

Και μένουν μόνοι. Οπότε την επόμενη φορά, ρίξτε μια δεύτερη ματιά και σ' εκείνον που δεν κυνηγάει. Ίσως να κάνει άλλα πράγματα.

Ευχαριστώ.

26.3.10

Λίιιζα, μπανάαανα!



Λίζα. Ιχθύς στο ζώδιο. Εικοσι τεσσάρων Μαρτίων.

Γέννημα θρέμα κορίτσι βορείων προαστίων που κατεβαίνει στα νότια μόνο το καλοκαίρι για να πάει στα παραλιακά κλαμπ της Βούλας.

Εμφανίζεται συνήθως με το τρίπτυχτο αμαξάκι Mini, τσάντα Louis Vuitton, παπούτσια Louboutin, αν και η αλήθεια είναι ότι το καλοκαίρι είναι πιο χαλαρή.

Γενικά είναι το είδος γυναίκας που οι άνδρες εκλαμβάνουν ως sexy bitch. Στην πραγματικότητα δε διαφέρει και τόσο πολύ από τις περισσότερες γυναίκες της ηλικίας.

Απλά, λόγω του μεγάλου κοινωνικού της κύκλου, έχει αποκτήσει ελάχιστη υπομονή προς υποψηφίους κόλακες. Ενώ θα μπορούσε να έχει διαφορετικό άνδρα κάθε μέρα, και από μεγάλη επιλογή ωραίων ανδρών, μετά τους δύο πρώτους της άνδρες (τα στανταράκια: έναν οικογενειακό φίλο από το εξοχικό τους και ένα παιδί από το σχολείο της), άρχισε φυσικά να ψάχνει κάποιον που να την εξιτάρει εγκεφαλικά, καθώς έλεγε.

Κάποια στιγμή λοιπόν γνώρισε τον Ιάκωβο.

Ο Ιάκωβος ήταν μπαρμαν στο αγαπημένο της μπαράκι. Ή μάλλον, για να το θέσουμε ρεαλιστικά, ο Ιάκωβος ήταν μπάρμαν σε αυτό που αμέσως από εκείνη τη βραδιά και μετά έγινε το αγαπημένο της μπαράκι.

Η Λίζα τραβούσε όλη της την παρέα στο Huxley, γιατί της άρεσε η ατμόσφαιρα. Δεν ήθελε και πολύ να καταλάβουν όλοι, Ιάκωβου συμπεριλαμβανομένου, ότι η ατμόσφαιρα της άρεσε κάθε μέρα εκτός από Τρίτη και Τετάρτη που ο Ιάκωβος είχε ρεπό.

Κάθε βράδυ, η Λίζα κρατούσε διακριτική απόσταση από τη μπάρα. Πάνω απ' όλα ήταν μια κιουρία. Κρατούσε διακριτική απόσταση και έριχνε κλεφτιές ματιές μόνο όταν μπορούσε να τις δικαιολογήσει επειδή έλειπε κάποια κοκα κόλα από το τραπέζι της.

Η ιστορία αυτή τράβηξε τρεις μήνες, κατά τους οποίους η Λίζα αγνοούσε κάθε άλλο αρσενικό που προσπαθούσε να την προσεγγίσει. Τα βράδια σκεφτόταν τον Ιάκωβο, σε μια παραλία και μια φωτιά δίπλα στην οποία θα έκαναν έρωτα μέχρι το ξημέρωμα.

Σύντομα θα είχε την ευκαιρία της, γιατί όπως ο βήχας, έτσι και ο έρωτας.

Ένα βράδυ που το μπαράκι ήταν χαλαρό, οι ματιές τους διασταυρώθηκαν δυο-τρεις φορές πριν ο Ιάκωβος βγει από το μπαρ για να φέρει τα κερασμένα σφηνάκια στην κοριτσοπαρέα με τους δύο καληνυχτάκηδες – γκομενοφύλακες για τις δεσμευμένες και ταξιτζήδες για τις υπόλοιπες.

Μαζεύοντας τα σφηνάκια, ανταλλάξανε ονόματα.

Το ίδιο βράδυ, η Λίζα πήγε σπίτι χαρούμενη γυναίκα. Ο Ιάκωβος από κοντά ήταν ακόμα πιο ωραίος, με ωραίο χαμόγελο και σταρένιο δέρμα. Ήταν χειμώνας και δε μπορούσε να διακρίνει το πόσο γυμνασμένος ήταν, αλλά σίγουρα δε θα την απογοήτευε η θεά του σώματός του.

Δύο μέρες αργότερα, η Λίζα είχε γενέθλια, κάλεσε πολύ κόσμο στο μπαράκι και καθότι ήταν το birthday girl, θα μπορούσε να μιλήσει σε οποιονδήποτε χωρίς να καρφωθεί.

Ο Ιάκωβος κατάλαβε ότι αυτή ήταν η ευκαιρία του και χώθηκε. Πολύ εύκολα πήρε τηλεφωνάκι, έστειλε μηνυματάκι, έγινε το κοννέ.

Της είπε ότι επειδή δουλεύει βράδυ, δεν έχουν πολλά ελεύθερα βράδια να βγούνε, μόνο Τρίτη και Τετάρτη. Την Τρίτη εκείνη δε θα μπορούσε, οπότε της πρότεινε να βγούνε Τετάρτη.

Η Λίζα ήδη ένιωθε αρκετά οικεία μαζί του. Τον είχε δει άλλωστε πολλές φορές στο μπαράκι, οπότε δε χρειαζόταν και πολύ.

Πήγε και την πήρε με τη μηχανή, και πήγανε για σινεμά και βάφλα. Ωραίο ραντεβού. Τα πρώτα συνήθως είναι, ειδικά αν ο ενδιαφερόμενος έχει ήδη περάσει κάποια τεστ στο μυαλό της ενδιαφερόμενης και δεν έχει τίποτα να αποδείξει.

Το δεύτερο ραντεβού δόθηκε για μια μέρα που ο Ιάκωβος θα σχολούσε κατά τις 3 το βράδυ.

Εμείς το μάθαμε την άλλη μέρα το σκηνικό, καθώς μας το διηγόταν η Λίζα:

«Έρχεται και με παίρνει από το σπίτι. Είχα πει να μη βαφτώ πολύ αλλά είχα τόση πολλη ώρα στη διάθεση μου που επιτέλους χρησιμοποιήσα κι εκείνα τα γαλακτώματα που μου είχατε πάρει δώρο στα γενέθλιά μου.

Είχα κάνει και αποτρίχωση. Δεύτερο ραντεβού άλλωστε... καταλαβαίνετε.

Πάμε σε αυτή την αηδία, μια τρύπα κάπου στο κέντρο. Ήθελα νά'ξερα πού το βρήκε. Ευτυχώς μόνο ένα ποτό ήπιαμε, και μετά πρότεινε να πάμε για ένα δεύτερο στο σπίτι του. Ε, ήταν που ήταν μαλακία το μέρος, δε μου φάνηκε και τόσο κακή ιδέα.

Με το που μπαίνουμε στο ασανσέρ, αρχίζει να με φιλάει στο λαιμό. Ήταν καλός. Ήξερε τι έκανε ρε παιδί μου. Τον κρατάω σε απόσταση, αλλά όχι πολύ μεγάλη.

- Για ποτό δεν είπαμε;
- Φυσικά μωρό μου, μου λέει και μου χαμογελάει.

Μπαίνουμε σπίτι, μου βάζει ένα ποτό. Μόνο βότκα είχε, τι να κάνω, την ήπια. Μιλούσαμε περί ανέμων και υδάτων μέχρι που με ξαναφίλησε και μετά σταματήσαμε να μιλάμε.

Αρχίσαμε ωραία, αργά, μετά παθιασμένα. Πολύ πάθος. Μου έσκισε το καλτσόν και με άναψε ακόμα περισσότερο.

Αρχίσαμε να γδυνόμαστε. Έχει ένα πολύ ωραίο κορμί, αλλά πού νά'ξερα η γυναίκα, πού νά'ξερα...»

Καθώς ακούμε την ιστορία της Λίζας, κοιτιόμαστε περίεργα. Οι κοπέλες άρχισαν να τσιρίζουν από ανυπομονησία αφού ακούγανε γι αυτό το μπάρμαν για τρεις μήνες τώρα.
«Κορίτσια, καταστροφή. Ήταν μικρός.»
Σε απλά λίζικα, αυτό δεν αναφέρεται σε ηλικία. Αναφέρεται σε πόντους.

Ήταν θέμα το οποίο δεν είχε ξαναπέσει στο τραπέζι πρόσφατα, οπότε γρήγορα έγινε φλέγον.

«Και εκτός από μικρός, ήταν και μαλάκας.

Τον φιλούσα και τον χάιδευα στο αυτί μόνο. Με το που βγάζει το μποξεράκι, εγώ ήμουν κυρία. Στάθηκα στο ύψος των περιστάσεων και δε μπορώ να πω το ίδιο και για εκείνον!

Παίρνει το χέρι μου, το βάζει στο επίμαχο σημείο, και πιάνω κάτι. Στην αρχή νόμιζα ότι πιάνω κάτι άλλο. Δε μπορεί, λέω, κάτι λάθος έχω κάνει. Ή έχει τρία αρχίδια ή έχει κάποια τεράστια κρεατοελιά, δε μπορεί!

Αυτό ήταν μισή χούφτα πράμα.

Αρχίζω να τον χαϊδεύω πιο έντονα για να γουστάρει περισσότερο, αλλά δεν είδα αποτέλεσμα. Ξεκινάω να βογκάω, να γρατζουνάω, να δαγκώνω. Τζίφος!

Κάποια στιγμή το κατάλαβε και ο χριστιανός και μου κάνει:

- Μην τρελλαίνεσαι, δεν έχει άλλο, μέχρι εκεί πάει!

Ε, εκεί είναι που τρελλάθηκα!

- Τι μου λες τώρα; Κάθε μέρα επί τρεις μήνες περίμενα αύτη τη στιγμή και τώρα μου λες ότι αυτό είναι όλο! Ποιόν περιμένεις να ικανοποιήσεις με αυτό;

Και εκεί λοιπόν μου απαντάει με ένα ναρκιστικό χαμόγελο:

- ...Εμένα!»




Η ιστορία της, όπως ήταν φυσικό, μας κόλλησε για πολύ καιρό και φυσικά η Λίζα δεν ξαναπάτησε στο Huxley. Για κάποιο λόγο που ακόμα δε μπορούμε να εξηγήσουμε, ακόμα πιστεύει πως ο Ιάκωβος την είχε κερδίσει πρώτα εγκεφαλικά, παρόλο που τον γούσταρε επί τρεις μήνες πριν μιλήσουν για πρώτη φορά.

Εντάξει, καταλαβαίνω ότι οι γυναίκες είναι περίεργα όντα και κάποιες μπορεί να πιστεύουν στην τηλεπάθεια, οπότε δεν ξέρω αν ο Ιάκωβος την κέρδισε εγκεφαλικά, αλλά πάντως σίγουρα δεν την κέρδισε φαλλικά.



6.3.10

Julia

Η όλη φάση με τη Τζούλια έχει τελικά και κάτι καλό. Είχε ένα θετικό αποτελέσμα το οποίο θα απολαμβάνουν οι νέες γενιές για πολλά πολλά χρόνια και σίγουρα ήταν ανέβασε το επίπεδο σε κάτι που έλειπε από την Ψωροκώσταινα.

Το DVD της Τζούλιας κατάφερε να γίνει πιο καυτό θέμα συζήτησης σε οικογενειακές συνευρέσεις ακόμα και από τις ταινίες της Disney. Κατάφερε να είναι πιο politically correct θέμα συζήτησης από τις μειώσεις μισθών στο γραφείο.

Μάνα και κόρη μπορούσαν να απολαύσουν στο σαλόνι του σπιτιού τους αυτά που και οι δυό τους έχουν κάνει κάποια στιγμή (η μια πρόσφατα και η άλλη πιο πρόσφατα) και να μη νιώθουν ντροπή για τις ερωτικές τους επιθυμίες.

Μπορείς επιτέλους να πεις στη συναδέλφισσά σου στο γραφείο τα πράγματα που θέλεις να της κάνεις με ένα μπουκάλι σαμπάνια και εκείνη να σε κοιτάξει με βλέμμα συναινετικό, συνομωτικό και αν μη τι άλλο και λίγο ανυπόμονο.

Εν μία νυκτί έγινε εντελώς αποδεκτό για τις γυναίκες να μπορούν να μιλήσουν με οποιονδήποτε για όποια αντικείμενα με φαλλικό σχήμα έχουν χρησιμοποιήσει στο σεξ.

Έγινε δημόσιος διάλογος για το αν τελικά το σεξ είναι καλύτερο στο κρεβάτι ή στο μπάνιο ή σε ποιό από τα άλλα μέρη που όλες είχαν δοκιμάσει και καμία δεν συζητούσε για να μοιραστεί τη γνώση.

Ομοίως για το αν τελικά στην πίπα πρέπει να χρησιμοποιεί κανείς δύο χέρια ή ένα. Και καθώς για πολλές κοπέλες, η Τζούλια ήταν η πρώτα τους τσόντα, έθεσε τελικά το ερώτημα του πόσο χρόνο διαρκεί το μέσο γαμήσι και αν τελικά ο ρυθμός του γαμησιού στο DVD ήταν πολύ γρήγορος!

Εν τέλει, το DVD της Τζούλιας κατάφερε να κάνει πολλά κρυφά ποταμάκια να μιλήσουν επιτέλους βρώμικα στο κρεβάτι, αφού έτσι άλλωστε το κάνει και η εθνική μας (μα)στάρ. Μπορεί πλέον η καθεμία να πει τον εραστή της μαλάκα, να μιλήσει για το τι θα πρέπει εκείνος να της κάνω από πίσω και να τον πληροφορήσει για την κατάσταση της μήτρας της!

Η Τσούλια, καταφέρε επιτέλους να φέρει σε κάθε σπίτι, γραφείο, σχολείο τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση που έλειπε. Κατάφερε να μας κάνει όλους να νιώσουμε εθνικά περήφανοι καθώς μας κλείνει το μάτι και βροντοφωνάζει ως νέα Βούλα Πατουλίδου:

«Είμαι η Τζούλια και τα παίρνω στο πρόσωπο με χαμόγελο, bitches!»



3.2.10

PayThemAll

Mall.

Παρκάρισμα. Στο πρώτο υπόγειο.

Αγχωμένος πως έχω αργήσει, κοιτάζω βιαστικά τη θέση που έχω παρκάρει και ενώ περπατώ με γρήγορο βήμα προς τις κυλιόμενες, με το ένα χέρι γράφω ένα SMS «-1 Γ-010 κόκκινο» για να θυμάμαι που έχω παρκάρει. Το σώζω για μετά.

Βρίσκω το φίλο μου τον Αλέξανδρο, τον οποίο είχα χρόνια να δω, να με περιμένει μπροστά από το Πλαίσιο. Αγόρασε ένα blackberry χτες και θέλει κάποιες αλλαγές στο πρόγραμμά του. Πέντε λεπτά υπόθεση.

...

Μιάμιση ώρα αργότερα, αφού έχει προσπαθήσει η πωλήτρια να βγάλει άκρη με τα προγράμματα της Cosmote, με την τηλεφωνική εξυπηρέτηση της Cosmote και με άλλα εξίσου σημαντικά και εξίσου δύσκολα πράγματα τα οποία εκτελούσε ενώ έφερνα βόλτα το κατάστημα προσπαθώντας να σκοτώσω την ώρα μου αντί για την ίδια την πωλήτρια, φύγαμε.

Η πωλήτρια ζήτησε από τον Αλέξανδρο να ξαναπεράσει μετά από κάποιες ώρες από το κατάστημα για να επιβεβαιώσει ότι έχει τελειώσει αυτό που ξεκίνησαμε.

Πήγαμε λοιπόν για ένα καφέ στον τρίτο όροφο.

Είχα καιρό να δω τον Αλέξανδρο, αλλά ο άνθρωπος αυτός δεν αλλάζει. Baby face, αξύριστος, μοιάζει με 23χρονο παρόλο που νομίζω ότι μου ρίχνει 1-2 χρόνια.

Κάποια στιγμή, οΑλέξανδρος μέσα στις φιλοσοφικές του αναζητήσεις για κάποιο γυναικείο θέμα σκέφτηκε φωναχτά «Μα τι είναι αυτό που κάνει τις γκόμενες να χύνουν, ρε πούστη μου;»

Το πρόβλημα είναι πως το σκέφτηκε μάλλον πολύ φωναχτά ώστε να ακουστεί μέχρι και τη διπλανή καφετέρια.

Ενστικτωδώς έκανα με το κεφάλι μου μια στροφή 360 μοιρών γύρω από το τραπέζι μας για να κάνω μια αποτίμηση της κατάστασης. Είδα τον σερβιτόρο μας και τις δύο κοπέλες σε ένα παραδιπλανό τραπέζι να μας κοιτάνε. Μικρή η ζημιά, έχουμε κάνει και χειρότ...

Πριν τελειώσω τη σκέψη μου, και ενώ συνέχιζα τη στροφή, γυρνάω και βλέπω μια μαμά ηλικίας περί τα 50 και τρεις κόρες μεταξύ 20 και 25 χρονών που πήγαιναν να κάτσουν στο τραπέζι πίσω να μας κοιτάνε. Η μάνα με στόμα ανοικτό.

«Ναι, εντάξει, μας μάθανε και εδώ.», σκέφτομαι.

«Κλείστο. Έχει μύγες.», της λέει ο Αλέξανδρος, κοιτώντας την με την άκρη του ματιού του.

«Όχι, όχι. Τώρα μας μάθανε.», ξανασκέφτομαι.



Για το υπόλοιπο της κουβέντας, και αφού μάνα και κόρες έφυγαν μουρμουρίζοντας, αναρωτιόμουν αν ο Αλέξανδρος ήταν πάντα έτσι ή μόνο όταν ήμασταν μαζί. Μήπως είναι κάτι που πρέπει να κοιτάξω, αυτή η περίεργη επιρροή που έχω σε κάποιους ανθρώπους;

Όταν η ώρα άρχισε να περνάει και έπρεπε ο Αλέξανδρος να ξαναπεράσει από την πωλήτρια στο Πλαίσιο, πληρώσαμε το σερβιτόρο, άφησα και ένα δίευρω φιλοδώρημα στο τραπέζι και φύγαμε.

Φεύγοντας, περνάω ξανά από το parking, φυσικά. Ήταν από τις λίγες φορές που δεν ξέχασα πως πρέπει να πληρώσω πριν πάω στο αμάξι μου.

Βάζω το εισιτήριο στο μηχάνημα.

Έχω «Υπόλοιπο 6 ευρώ», όπως με πληροφορεί η οθόνη του μηχανήματος.

Κοιτάζω στο πορτοφόλι μου και έχω μόνο δύο πενηντάρικα. Σηκώνω το βλέμμα και κοιτάω μια επιγραφή πάνω στο μηχάνημα που καθιστά σαφές πως το μηχάνημα δε δέχεται πενηντάρικα.

Βγάζω ένα απαξιωτικό «τς» καθώς κοιτάω προς τα πάνω ψάχνοντας ποιόν πρέπει να βρίσω. Χτυπάω τις τσέπες του τζην με το χέρι από έξω για να δω ποιά μπορεί να κρύβει ψιλά αντί για κλειδιά.

Κάτι πιάνω στη μπροστινή δεξιά. Χώνω το χέρι μέσα και βγάζω ακριβώς τρία κέρματα των δύο ευρώ και ένα περιτύλιγμα τσίχλας.

Βάζω το πρώτο κέρμα στο μηχάνημα και δείχνει Υπόλοιπο 4 ευρώ...

Βάζω το δεύτερο και το Υπόλοιπο πέφτει στα 2 ευρώ...

Βάζω και το τρίτο και βάζω το χέρι μου στη σχισμή για να πάρω το χαρτάκι, αλλά το Υπόλοιπο των δύο ευρώ στο καντράν αρνείται να μηδενίσει.

Το μηχάνημα μου ρίχνει το κέρμα από κάτω. Του το ξαναβάζω από πάνω. Κανένα αποτέλεσμα.

Το ξανακάνω.

Τίποτα!

Πατάω το πλήκτρο της ακύρωσης, παίρνω όλα τα κέρματα και πάω στο ακριβώς διπλανό μηχάνημα.

Βάζω το χαρτάκι, ετοιμάζομαι να ρίξω πρώτα το άτυχο κέρμα προσεκτικά στη σχισμή για να δω αν θα το πάρει και μου δείχνει στην οθόνη «Υπόλοιπο 7,50 ευρώ.»

...

Αν ξαναφήσω φιλοδώρημα να με χέσετε!