Μέρες Χριστουγέννων και οι τρεις ήρωες της ιστορίας μας, ο Σάκης, ο Μάκης και ο Λάκης, ήταν καυλωμένοι για τρελές κραιπάλες.
Εκτός λοιπόν από το τρίπτυχο κλαμπάκι-ποτάκι-γκομενάκι που έπαιζε σε όλες τις εξόδους όλο το χρόνο, αποφάσισαν να προμηθευτούν και λίγο Κοκό, όπως άλλωστε κάνανε σε όλες τις μεγάλες θρησκευτικές, εθνικές και ονομαστικές εορτές που συνοδεύονταν από κάποια αργία.
Πλυθήκανε, βάλανε τζελ στο μαλλί, αποσμητικό στις μασχάλες και βγήκανε. Η βραδιά κυλούσε τέλεια. Σε κάθε μπαρ που πήγανε το αλκοόλ έρεε άφθονο σαν καλογυρισμένη διαφήμιση της Jose Cuervo, και συνεδευόταν από εναλλασσόμενες επισκέψεις στην τουαλέτα, όπου ζούσαν τη δική τους εκδοχή του White Christmas.
Τελικός σταθμός της μπαρότσαρκας θα ήταν το…ας το πούμε Blue Oyster Bar.
Καθώς λοιπόν περπατούσαν στα στενά της περιοχής με το πολύτιμο λευκό φορτίο να καίει τις τσέπες τους, ως τρεις σύγχρονοι μάγοι με τα δώρα, ο Σάκης κοντοστάθηκε.
Θυμήθηκε ότι το Blue Oyster Bar την είχε δει Φαρ Ουεστ στην τελευταία του ανακαίνιση και εγκατέστησε πόρτες σαλούν στις τουαλέτες-ξέρετε, αυτές τις μισές, τις δίφυλλες.
(Εδώ και τώρα παρένθεση. Μεταξύ μας, αυτές οι πόρτες, είτε είναι σε τουαλέτα, είτε σε δοκιμαστήριο, δεν είναι από τις πιο συμπαθητικές καταπατήσεις ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων; Πόσο μ’ αρέσουν τα μαγαζιά με γυναικεία ρούχα που τις έχουν εγκαταστήσει. Μπορώ να χαζεύω τα γυναικεία με τις ώρες!)
Τη λύση τη βρήκε ο Μάκης. Έστειλε τον Σάκη προς τα δεξιά και τον Λάκη προς τα αριστερά για να κρατήσουν τσίλιες. Αφού πήρε ο καθένας το πόστο του, ανοίξανε και τα φερμουάρ των παντελονιών τους, βγάλανε τα πουλιά τους έξω και πήρανε την κλασσικότερη στάση τσιλιαδόρου: «κατουράω αμέριμνα, σφυρίζοντας».
Ο Μάκης έπιασε δουλειά. Ό,τι σκόνη τους είχε απομείνει, και ήταν αρκετή - είχαν αγοράσει μπόλικο πράγμα με τη λογική «χριστούγεννα είναι, δεν γαμιέται» - αδειάστηκε πάνω στο λείο και αρκούντως καθαρό καπώ ενός σταθμευμένου αυτοκινήτου.
Έβγαλε την τηλεκάρτα του και άρχισε το κέντημα.
Μέσα σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα είχε σπάσει το λοφάκι της σκόνης σε μακριές ισοπαχείς γραμμές με ακρίβεια χιλιοστού. Παρά το ότι ο συνδυασμός αιθυλικής αλκοόλης και κρυσταλλικών αλκαλοειδών του είχε δώσει τρομερό buzz, δεν θα τα είχε καταφέρει καλύτερα χρησιμοποιώντας χάρακα και αλφάδι.
Πέρασε την τηλεκάρτα από τα ούλα του καθαρίζοντάς την, την έχωσε στην κωλοτσέπη και ετοιμάστηκε να κάνει ρολό το δεκάευρω, ενώ ταυτόχρονα ρούφηξε τη μύτη του για να την καθαρίσει όσο μπορούσε.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο Λάκης σφύριξε. Κάποιος ερχόταν!
Ο Μάκης γύρισε απότομα προς τον τοίχο, πέταξε κι αυτός το πουλί του έξω και περίμενε. Μια φιγούρα πλησίαζε. «Θα περάσει και θα φύγει, θα περάσει και θα φύγει», έλεγε και ξανάλεγε συνέχεια από μέσα του, προσπαθώντας να ηρεμήσει τον εαυτό του.
Ωστόσο η φιγούρα πέρασε αλλά δεν έφυγε. Ήρθε και στάθηκε ακριβώς δίπλα στο αυτοκίνητο.
«Τομπούλο! Μας πιάσανε!», σκέφτηκε ο Μάκης και κατά περίεργο τρόπο του ήρθε στο μυαλό το πρόσωπο της μάνας του.
Κι εκεί που προσπαθούσε να παρηγορήσει τον εαυτό του σκεπτόμενος ότι τουλάχιστον θα πάει για προσωπική χρήση και όχι για εμπορία άκουσε ένα γνώριμο μπιπ μπιπ.
Η φιγούρα άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου. Του δικού τους αυτοκινήτου, με τη δικιά τους γαμημένη κόκα απλωμένη πάνω στο καπώ!
«Μη!» ήθελε να του φωνάξει, αλλά κρατήθηκε.
Άκουσε το γνώριμο ήχο της μίζας, της μηχανής που παίρνει μπροστά και της ταχύτητας που μπαίνει. Γύρισε να δει δήθεν αμέριμνα αλλά με το άγχος ζωγραφισμένο στην έκφρασή του.
Κι έτσι όπως στέκονταν οι τρεις μας ήρωες με τα παντελόνια κατεβασμένα, κοιταχτήκανε σιωπηλά και καταλάβανε σε βάθος τι ακριβώς σημαίνει η φράση «έμεινα με το πουλί στο χέρι».
2 σχόλια:
Πολύ καλή και εύστοχη ιστορία! Τον καημένο τον Μάκη πάντως...
Παιδιά η ιστορία είναι ακατάλληλη για ανηλίκους, μπάτσους, θρησκόληπτους! Keep children away
Ακριβό μάθημα.
Μα καλά, ούτε ένας τους δεν σκέφτηκε να κάνει τον ερωτοχτυπημένο (με τον / την οδηγό) ώσπου ο άλλος να "ξεσκονίσει";
[Τι θα πει "αυτά συμβαίνουν μόνο στις ταινίες";?]
Δημοσίευση σχολίου